Το πένθος τόσο στα παιδιά όσο και στους ενήλικες έχει απασχολήσει αρκετά την επιστήμη της Ψυχολογίας και δεν είναι λίγες οι έρευνες και οι μελέτες που έχουν γίνει με αφορμή αυτό.
Όταν κάνουμε λόγο για διαχείριση του πένθους σε παιδιά μάλλον οι λέξεις μας μοιάζουν πενιχρές απέναντι στην ίδια την πραγματικότητα. Οι άνθρωποι είμαστε κοινωνικά όντα. Κάνουμε σχέσεις και δενόμαστε γερά με ανθρώπους και καταστάσεις. Παίρνοντας αυτό ως δεδομένο μπορούμε να φανταστούμε πόσο βαθιά μας επηρεάζει στην ίδια μας τη ζωή η απώλεια ενός κοντινού προσώπου.
Το πένθος προέρχεται από το ελληνικό ρήμα “πάσχω” κι αφορά την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ένα άτομο που πρόσφατα βίωσε κάποια σημαντική απώλεια.
Πρόκειται για μια προσαρμοστική αντίδραση του ατόμου που στοχεύει στο να “προσπεράσει” την απώλεια, να διαχειριστεί τη νέα πραγματικότητα, να την αποδεκτεί και να συμφιλιωθεί με αυτήν.
Σε αντίθεση με το πένθος, ως θρήνος ορίζονται οι πρώτες αντιδράσεις συναισθηματικού τύπου απέναντι στην απώλεια ενός οικείου προσώπου. Μπορεί να υποκινεί επίσης κοινωνικές, σωματικές, συμπεριφορικές και γνωστικές διεργασίες (Θανοπούλου,2014).
Στην περίπτωση των μικρών παιδιών είναι πολύ σημαντικό να λαμβάνουμε υπόψη το αναπτυξιακό στάδιο που βρίσκεται το κάθε παιδί και τον πολιτισμό που τον πλαισιώνει.
Εκτός βέβαια από την ηλικία πολύτιμο ρόλο παίζει η προσωπικότητα του παιδιού, το περιβάλλον, οι θρησκευτικές πεποιθήσεις, η συναισθηματική ανάπτυξη κι οι γνωστικές ικανότητες, οι πεποιθήσεις των γονέων, το είδος της απώλειας κ.α.
Όλα τα παραπάνω θα μας βοηθήσουν να επικοινωνήσουμε με καλύτερους όρους με το παιδί που έχει υποστεί την απώλεια.
Η έννοια του θανάτου στα διαφορετικά αναπτυξιακά στάδια του παιδιού
Στην βρεφική ηλικία(0-2 ετών) η έννοια του θανάτου δεν γίνεται αντιληπτή γιατί οι γνωστικές διεργασίες δεν έχουν μορφοποιηθεί. Αυτό όμως που είναι σε θέση να αντιληφθεί το βρέφος είναι ο αποχωρισμός απο οικεία πρόσωπα που είχαν αναλάβει την πρωταρχική του φροντίδα.
Στην περίπτωση που αποχωριστεί ένα τέτοιο άτομο η συναισθηματική βεβαιότητα του βρέφους κλονίζεται και ο αποχωρισμός βιώνεται ως εγκατάλειψη. Μπορεί να ακολουθήσουν διαταραχές ύπνου, διατροφής,κλάμα κι ευερεθιστότητα.
Στην πρώτη νηπιακή ηλικία(2-4 ετών) που συντελείται ανάπτυξη της γλώσσας η έννοια του θανάτου και της ζωής εντάσσονται στο λεξιλόγιο του παιδιού. Σε αυτήν την ηλικία τα παιδιά αντιλαμβάνονται τον θάνατο ως ένα αναστρέψιμο και εφήμερο γεγονός. Η αφηρημένη σκέψη δεν έχει αναπτυχθεί ακόμα, οπότε είναι σημαντικό οι γονείς να αποφεύγουν να χρησιμοποιούν τις εκφράσεις “κοιμήθηκε” ή “πήγε ταξίδι” γιατι μπορεί να προκαλέσουν προβληματισμούς και φόβο στο παιδί.
Στην νηπιακή και πρωτοσχολική ηλικία(4-7 ετών) οι επιπτώσεις ενός θανάτου γίνονται περισσότερο αισθητές στην καθημερινή ζωή του νηπιού αλλά εξακολουθούν να μην αντιλαμβάνονται σε βάθος την έννοια του θανάτου. Δεν συνειδητοποιούν την οριστικότητα του θανάτου και πιστεύουν ότι αυτός που έφυγε συνεχίζει να λειτουργεί(να σκέφτεται, να χτυπάει η καρδιά του, να αισθάνεται).
Στη σχολική ηλικία(7-12 ετών) τα παιδιά συνειδητοποιούν τη μη αντιστρεψιμότητα του θανάτου, καθώς κι ότι κάποια γεγονότα(ένα δυστύχημα, μία ασθένεια) μπορούν να επιφέρουν θάνατο.Επίσης έχουν γνώση των βιολογικών λειτουργιών του σώματος(π.χ αναπνοή) και αντιλαμβάνονται ότι κάποιες δυσλειτουργίες μπορεί να φέρουν σε δύσκολη θέση τον άνθρωπο.
Στην εφηβεία(12-18 ετών) απαιτείται μια παραπάνω προσοχή γιατί από μόνη της είναι μια περίοδος με προκλήσεις. Οι έφηβοι κατανοούν το παροδικό της ζωής και την οριστικότητα του θανάτου. Συχνά προβληματίζονται για μεταφυσικά και ιδεολογικά ζητήματα και προσπαθούν να ερμηνεύσουν τον θάνατο. Παρόλο που οι έφηβοι έχουν έναν μοναδικό τρόπο να εκφράζονται και πολλές φορές δείχνουν σίγουροι κι αυτόνομοι, συνεχίζουν να χρειάζονται τη στήριξη και τη συμπαράσταση των σημαντικών άλλων.
Διαβάστε ακόμη στο Psychology.gr : 8 επιλεγμένα βιβλία για την απώλεια – Αποκτήστε τα βιβλία, από το εξειδικευμένο βιβλιοπωλείο ψυχολογίας…
Πως να μιλήσουμε στα παιδιά και πως να διαχειριστούμε το πένθος τους
Ακόμα κι αν ένα παιδί καταφέρει να διαχειριστεί μια απώλεια πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι σε σημαντικές στιγμές κι “ορόσημα” της ζωής του, το αίσθημα της απώλειας μπορεί να επανέρχεται και να είναι αρκετά έντονο. Τέτοιες στιγμές μπορεί να είναι τα γενέθλια, η αποφοίτηση, κάποιες γιορτές(π.χ. Χριστούγεννα). Στην περίπτωση αυτή το παιδί μπορεί να αισθανθεί λύπη ή νοσταλγία για το κοντινό του πρόσωπο.
Είναι πολύ σημαντικό να είμαστε καλοί ακροατές και να αφήσουμε ελεύθερο το κάθε παιδί να μας εκφράσει το πένθος του και τη δική του ιστορία όπως αυτό επιθυμεί.
Δεν πρέπει να υιοθετήσουμε την άποψη ότι όλα τα παιδιά κατανοούν με τον ίδιο τρόπο τον θάνατο και κατ’ επέκταση θρηνούν και παρόμοια. Είναι καλό το ίδιο το παιδί να μας κατευθύνει ανάλογα με τη δική του εμπειρία σχετικά με την απώλεια. Οι γονείς κι οι εκπαιδευτικοί δεν θα πρέπει να λένε ψέματα για τον θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου.
Τα παιδιά ακούνε και αντιλαμβάνονται πολλά περισσότερα απ’ όσα πιστεύουμε, συνθέτουν πληροφορίες απο συζητήσεις μας και είναι σε θέση να καταλάβουν ανακρίβειες και διαστρεβλώσεις. Σε περίπτωση που γίνεται παρακράτηση πληροφοριών από τη δική μας πλευρά θα αντιδράσουν και αυτά με τον ίδιο τρόπο και θα προσπαθήσουν να κρύψουν τα συναισθήματα και τις σκέψεις τους για να μας προστατέψουν.
Μια τέτοια κατάσταση όμως ούτε βοηθάει την ψυχική επούλωση ούτε αναπτύσσει σωστές στρατηγικές για αντιμετώπιση πιθανών απωλειών στο μέλλον. Τα παιδιά πρέπει να στηριχθούν πολύπλευρα έτσι ώστε να διατηρήσουν μια σταθερότητα στην καθημερινή τους ζωή και να μην διαταραχθεί σε μεγάλο βαθμό η ρουτίνα(π.χ το σχολείο, ώρες ύπνου και αφύπνισης,ώρες φαγητού, εξωσχολικές δραστηριότητες).
Χρειάζεται να τα βοηθήσουμε να κρατήσουν με διάφορους τρόπους ζωντανή την ανάμνηση του αγαπημένου προσώπου και να μην διακοπεί ο δεσμός με τον αποθανόντα(π.χ. Άλμπουμ με τις φωτογραφίες του).
Τέλος, θα πρέπει οι ειδικοί, οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί να ευαισθητοποιούν όλα τα παιδιά στην απώλεια και το πένθος,προτού συμβεί στη ζωή τους, ανεξαρτήτως ηλικίας.
Ο θάνατος είναι κομμάτι του ίδιου του κύκλου της ζωής και θα πρέπει τα παιδιά να έχουν τα περιθώρια να διατυπώσουν ερωτήσεις,απόψεις και προβληματισμούς γι αυτόν όπως και για την ίδια τη ζωή.
Σίγουρα δεν θα έχουμε απάντηση για κάθε ερώτηση τους, αλλά αν τις αντιμετωπίσουμε με σεβασμό τότε θα τους βοηθήσουμε να ανακαλύψουν τις δικές τους απαντήσεις.
Βιβλιογραφία: Πολεμικού, Α.(2013). Συμβουλευτική και παρέμβαση σε καταστάσεις κρίσεων. , Θανοπούλου Κ.(2014). Το βίωμα της απώλειας: Αναζητώντας νόημα μέσα από την οδύνη του πένθους.
Συγγραφή – Επιμέλεια Άρθρου
Κατερίνα Μυλωνά
Ψυχολόγος, απόφοιτος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου.
Μετεκπαίδευση στη Γνωστική-Συμπεριφορική θεραπεία.
Photo cover:pixabay.com/PublicDomainPictures/sad
Πηγή:psychology.gr
Διαβάστε επίσης: