Παρόμοια, όταν είμαστε νέοι χρειαζόμαστε ανθρώπους, που μας προφέρουν ασύνειδα την υπηρεσία αυτής της κουπαστής. Είναι αλήθεια ότι δεν θα μας βοηθούσαν, αν βρισκόμασταν πραγματικά σε μεγάλο κίνδυνο και θέλαμε να στηριχτούμε πάνω τους. Αλλά μας δίνουν την καθησυχαστική αίσθηση ότι υπάρχει ασφάλεια κοντά( για παράδειγμα, πατέρες, δάσκαλοι, φίλοι, που όλοι γενικά τους ξέρουμε).

Πρέπει να μαθαίνουμε να αγαπάμε, να μαθαίνουμε να μαστέ ευγενικοί, κι αυτό από την πιο μικρή ηλικία μας, αν η εκπαίδευση και η τύχη δεν μας δώσουν καμιά ευκαιρία για την άσκηση αυτών των αισθημάτων, η ψυχή μας θα γίνει στεγνή και ανίκανη να καταλάβει εκείνες τις τρυφερές επινοήσεις των ανθρώπων που αγαπούν. Παρόμοια, πρέπει να διδάσκεται και να θρέφεται το μίσος, αν θέλει κανείς να γίνει καλός σ’ αυτό: αλλιώς το σπέρμα του μίσους θα απονεκρωθεί κι αυτό.

Άνθρωποι που περνούν από πολλές πνευματικές αλλαγές, διατηρούν ορισμένες απόψεις και συνήθειες από παλιότερα στάδια, τις οποίες εισάγουν ύστερα στο νέο τους σκέπτεσθαι και δραν, σαν ένα κομμάτι ανεξήγητης αρχαιότητας και γκρίζας τοιχοποιίας, συχνά για στολίδι της όλης περιοχής.

Η αγάπη επιθυμεί, ο φόβος αποφεύγει. Γι αυτόν τον λόγο, είναι αδύνατο, τουλάχιστον στο ίδιο χρονικό διάστημα, να απολαμβάνει κανείς και την αγάπη και τον σεβασμό του ίδιου προσώπου. Γιατί ο άνθρωπος που σέβεται έναν άλλο, αναγνωρίζει τη δύναμή του, δηλαδή τη φοβάται: η κατάστασή του είναι εκείνη του γεμάτου σεβασμού φόβου. Η αγάπη όμως δεν αναγνωρίζει καμιά δύναμη, τίποτε που διαχωρίζει, ανεβάζει, κατατάσσει πιο πάνω ή πιο κάτω. Επειδή η αγάπη δεν σέβεται οι φιλόδοξοι άνθρωποι αποφεύγουν με πείσμα είτε κρυφά είτε φανερά ,να αγαπηθούν από άλλους.

 “Ανθρώπινο, πάρα πολύ ανθρώπινο”, Φρίντριχ Νίτσε, απόσπασμα

Photo cover:pixabay.com/Stefan Keller

Διαβάστε επίσης: