Σαν σήμερα, 1 Οκτωβρίου το 1541 γννήθηκε στην Κρήτη ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, ο σπουδαίος Έλληνας ζωγράφος της Αναγέννησης, που έγινε γνωστός ως Ελ Γκρέκο, καθώς δε μπορούσαν να προφέρουν το όνομά του.

Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος έμελλε να αποτελέσει έμπνευση για τους μεταγενέστερους κορυφαίους της Τέχνης, με τον Πάμπλο Πικάσο να τον αποκαλεί «πατέρα». Και να φανταστεί κανείς πβς αυτός ο σπουδαίος ζωγράφος, έμεινε για τρεις ολόκληρους αιώνες στην αφάνεια, επειδή τον θεωρούσαν… τρελό ενώ το έργο του αναγνωρίστηκε μόλις στις αρχές του 20ου αιώνα.

Ήταν τότε που ο Ελ Γκρέκο, ανακαλύφθηκε κι εκτιμήθηκε από τους ιστορικούς της τέχνης -που τον θεώρησαν πρόδρομο του εξπρεσιονισμού- ενώ σπουδαίοι σύγχρονοι ζωγράφοι έσπευσαν να υιοθετήσουν χαρακτηριστικά της τέχνης του.

Τα πρώτα χρόνια στην Κρήτη

Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος γεννήθηκε στον Χάνδακα της Κρήτης, το σημερινό Ηράκλειο. Γόνος αστικής οικογένειας, με τον πατέρα του να εργάζεται ως φοροσυλλέκτης για τη Δημοκρατία της Βενετίας, επαρχία της οποίας ήταν τότε η Κρήτη. Ο ίδιος έλαβε κλασική μόρφωση και ταυτόχρονα έκανε μαθήματα αγιογραφίας, έχοντας δάσκαλο τον Γεώργιο Κλόντζα. Σε ηλικία 26 ετών, αποφασίζει να συνεχίσει τις σπουδές του στη Βενετία, η οποία ήταν καλλιτεχνικό κέντρο της εποχής.

Εκεί, θα ζήσει στην πόλη για τρία χρόνια και το 1568 θα γίνει μαθητής του Τιτσιάνο. Κατά την παραμονή του στην Γαληνοτάτη ασπάστηκε τον Καθολικισμό, ώστε να μπορεί να εργαστεί χωρίς να έχει προβλήματα με την Ιερά Εξέταση. Πριν φύγει από την Κρήτη ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος είχε παντρευτεί, η γυναίκα αυτή όμως -που δεν τον ακολούθησε για οικονομικούς λόγους- δεν αναφέρεται ποτέ ξανά, ενδεχομένως επειδή με την αλλαγή θρησκευτικού δόγματος ο γάμος τους ακυρώθηκε.

Τα χρόνια στη Ρώμη

Το 1570 και έπειτα από την παρότρυνση του Τιτσιάνο, ο «Ελ Γκρέκο» όπως ήδη αποκαλούνταν λόγω της δυσκολίας στην προφορά του ονόματός του, αποφασίζει να πάει στη Ρώμη. Φιλοξενείται από τον καρδινάλιο Φαρνέζε για τα επόμενα δύο χρόνια, προσπαθώντας να ξεχωρίσει σε ένα περιβάλλον ιδιαίτερα ανταγωνιστικό –με την επίδραση του Μιχαήλ Αγγέλου, έξι χρόνια μετά το θάνατό του, να είναι ιδιαίτερα ισχυρή.

Επηρεασμένος από τον ιταλικό μανιερισμό δημιουργεί πολύπλοκους πίνακες με έντονα χρώματα, που ξεχωρίζουν για την λεπτομέρεια με την οποία αποδίδονται τα πρόσωπα και τα ενδύματα. Φεύγοντας από το Παλάτσο Φαρνέζε, ο ζωγράφος θα γραφτεί στην Ακαδημία του Ευαγγελιστή Λουκά, μια συντεχνία ζωγράφων, και θα ανοίξει το δικό του εργαστήριο.

Οι σχέσεις του με τον Καρδινάλιο έχουν ψυχρανθεί, εξαιτίας της αλαζονείας του. Υπερβολικά σίγουρος για τον εαυτό του, ο Ελ Γκρέκο θα προτείνει να καταστρέψουν την εικονογράφηση της Καπέλα Σιξτίνα, η οποία είχε θεωρηθεί τολμηρή λόγω των γυμνών της, και να την ξαναζωγραφίσει ο ίδιος, καλύτερα από τον Μιχαήλ Άγγελο. Για τον μεγάλο ζωγράφο εξάλλου πίστευε ότι «ήταν καλός άνθρωπος, αλλά δεν ήξερε να ζωγραφίζει»!

Το κλίμα στη Ρώμη για τον «ηλίθιο ξένο», όπως τον χαρακτηρίζει ο λόγιος Πιέτρο Λιγκόριο, αρχίζει σταδιακά να βαραίνει και ο ίδιος απομονώνεται από τους καλλιτεχνικούς κύκλους. Το 1577 αποφασίζει να εγκαταλείψει τη Ρώμη και να μετακομίσει στη Μαδρίτη.

Η νέα ζωή στην Ισπανία

Αρχικά εγκαταστάθηκε στη Μαδρίτη και αργότερα στο Τολέδο, πόλη που αποτελούσε τότε θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο της Ισπανίας. Εκεί δημιούργησε ορισμένα από τα πιο γνωστά έργα της ώριμης περιόδου του και γνώρισε την καθιέρωση.

Ανάμεσα στα έργα του είναι και ο πίνακας “Ο Διαμερισμός των Ιματίων του Χριστού” (1577-79) που μεταφέρθηκε στο σκευοφυλάκιο του καθεδρικού ναού της πόλης. Μετά τον θάνατο του ζωγράφου, Χουάν Φερνάντες δε Ναβαρέτε ανέλαβε ο Θεοτοκόπουλος να διακοσμήσει την εκκλησία του Αγίου Λαυρεντίου, ολοκληρώνοντας το έργο “Το Μαρτύριο του Αγίου Μαυρίκιου” (1580-82), το οποίο όμως δεν ικανοποίησε το βασιλιά, με αποτέλεσμα να μην τοποθετηθεί στην εκκλησία του Εσκοριάλ.

Τα επόμενα χρόνια, ζωγραφίζει σπουδαίους πίνακες εμπνευσμένους από θρησκευτικά θέματα και καταφέρνει να συνδυάσει μοναδικά τον ισπανικό μανιερισμό με τη βυζαντινή ζωγραφική. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο ζωγράφος θα εργαστεί μαζί με τον γιο του, ο οποίος θα ακολουθήσει τα βήματά του.

Όσο περνούν τα χρόνια, ο Θεοτοκόπουλος απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τον ρεαλισμό. Οι μορφές του μοιάζουν όλο και πιο ρευστές, εξαϋλωμένες, δραματικές. Ο Ελ Γκρέκο πέθανε στις 7 Απριλίου του 1614 σε ηλικία 73 ετών και θάφτηκε στον οικογενειακό τάφο στην εκκλησία Σάντο Ντομίνγκο ντε Αντίκγουο.

Για πολλά χρόνια το όνομά του έμεινε στην αφάνεια και οι πίνακές του σε εκκλησίες και παλάτια της Ιταλίας και της Ισπανίας θεωρούνταν ως έργα κάποιου τρελού. Από τις αρχές του 20ου αιώνα το έργο του άρχισε να αναγνωρίζεται και σήμερα θεωρείται ένας από τους κορυφαίους εικαστικούς καλλιτέχνες όλων των εποχών. Πίνακες του Γκρέκο κοσμούν τα μεγαλύτερα μουσεία και ιδιωτικές συλλογές και η αξία κάποιων από αυτούς είναι αμύθητη.