Ένας παραδοσιακός οικισμός στην Ορεινή Αρκαδία, βρίσκεται μόλις 45 χιλιόμετρα από την Τρίπολη και λιγότερο από τρεις ώρες μακριά από την Αθήνα και είναι απο τους πιο γνωστούς και όμορφους της Πελοποννήσου.
Είναι ιστορική κωμόπολη της Γορτυνίας με πετρόχτιστα σπίτια, χτισμένη αμφιθεατρικά στις δυτικές πλαγιές του ελατοσκέπαστου Mαινάλου, σε υψόμετρο 1.100 μέτρων, ενώ την περιβάλουν τέσσερις ρεματιές. Στην αρχαιότητα πρέπει να υπήρχε στην περιοχή η πολίχνη Υψούς, για την οποία δεν είναι γνωστά παρά ελάχιστα στοιχεία. Πρόκειται για έναν θησαυρό φυσικού κάλους, ιδιαίτερα για όσους αγαπούν τα ταξίδια τους φθινοπωρινούς και τους χειμερινούς μήνες. Ο λόγος για τη δημοφιλή και πανέμορφη Στεμνίτσα.
Φτάνοντας σε αυτό το πετρόκτιστο τόπο, οι περισσότεροι μένουν έκπληκτοι από το θαύμα που αντικρίζουν, ένα χωριό που «κρέμεται» πάνω στο απόκρημνο ύψωμα. Είναι τέτοιος ο πλούτος της, που το 1985 κηρύχθηκε και επίσημα ως ιστορικός διατηρητέος οικισμός.
Η ιστορία της Στεμνίτσας
«Στεμνίτσα» είναι ένα όνομα φερμένο από τη σλάβικη διάλεκτο που σημαίνει «δασώδης» και αντικατέστησε το αρχικό και αρχαίο όνομα «Ύψους» που είχε η περιοχή μέχρι και τον 7ο αιώνα μ.Χ. Για πολλούς αιώνες η Στεμνίτσα ήταν ένα πέρασμα για λαούς.
Η ακμή της ήρθε με την περίοδο της Τουρκοκρατίας, όταν εύπορες οικογένειες αναζήτησαν εκεί το καταφύγιό τους, μακριά από τον κατακτητή, μίας και ήταν ένα αρκετά δυσπρόσιτο μέρος εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσης.
Σύμφωνα με την παράδοση, η Στεμνίτσα ιδρύθηκε το 12ο αιώνα, αλλά οργανωμένος οικισμός άρχισε να γίνεται από το 16ο αιώνα.
Το κεφαλοχώρι αυτό γνώρισε ιδιαίτερη ακμή επί Τουρκοκρατίας (κυρίως από το 17ο αιώνα), όταν ανέπτυξε αξιόλογη βιοτεχνική και εμπορική δραστηριότητα. Στεμνιτσιώτες τεχνίτες και έμποροι εργάζονταν στα Επτάνησα, την Κύπρο, την Αίγυπτο, την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, τη Μόσχα κ.α. Μάλιστα, η Στεμνίτσα υπήρξε το σημαντικότερο κέντρο παραδοσιακής μεταλλοτεχνίας σε όλη την Πελοπόννησο (ονομαστές ήταν οι στεμνιτσιώτικες καμπάνες).
Το 1790 ιδρύθηκε εδώ το «Ελληνικό Σχολείο», όπου δίδαξαν και διδάχθηκαν σπουδαίοι πνευματικοί άνθρωποι.
Το ενδιαφέρον των επισκεπτών της Στεμνίτσας προκαλούν αρχικά το καμπαναριό του Αγίου Γεωργίου και η ιστορική μονή της Ζωοδόχου Πηγής ή Χρυσοπηγής. Σώζονται το καθολικό της μονής, χτισμένο κατά τους Ύστερους Βυζαντινούς Χρόνους και τοιχογραφημένο το 17ο αιώνα, και κελί, που αποτέλεσε στα τέλη Μαΐου του 1821 έδρα της Πελοποννησιακής Γερουσίας.
Αξιόλογα θρησκευτικά μνημεία αποτελούν, επίσης, οι ναοί των Τριών Ιεραρχών, με τοιχογραφίες του 1715, της Παναγίας της Μπαφέρως ή του Μπαφέρου, με τοιχογραφίες 17ου αιώνα, του Αγίου Νικολάου, με τοιχογραφίες 16ου αιώνα, του Προφήτη Ηλία, με τοιχογραφίες 17ου αιώνα, και του Αγίου Παντελεήμονα, με τοιχογραφίες 17ου αιώνα.
Η Σχολή Αργυροχρυσοχοΐας και το Λαογραφικό Μουσείο της Στεμνίτσας φανερώνουν την πολιτισμική ταυτότητα και υποστηρίζουν την πολιτιστική συνέχεια του φημισμένου οικισμού της Γορτυνίας.
Tο Λαογραφικό Μουσείο, που ίδρυσαν το 1985 ο Γιάννης και η Eιρήνη Σαββοπούλου, στεγάζεται σε τριώροφο αρχοντικό του 18ου αιώνα (πρώην οικία Γεωργίου Xατζή). Στα εκθέματα περιλαμβάνονται αναπαραστάσεις εργαστηρίων παραδοσιακών επαγγελμάτων, αναπαράσταση του εσωτερικού στεμνιτσιώτικου σπιτιού, μεταβυζαντινές εικόνες, εκκλησιαστικά σκεύη, όπλα του Aγώνα, έργα κεραμικής, μεταλλοτεχνίας και ξυλογλυπτικής, κεντήματα, υφαντά, παραδοσιακές φορεσιές κ.ά.
Στην ευρύτερη περιοχή της Στεμνίτσας βρίσκεται ο ποταμός Λούσιος. Σύμφωνα με τη μυθολογία, εδώ έλουσαν (εξ ου και το όνομα του ποταμού) το μικρό Δία οι Νύμφες, όταν τους τον παρέδωσε η Ρέα, για να τον προστατεύσει από τον Κρόνο.
Οι μονές και τα ασκητήρια, τα πέτρινα καλντερίμια και τα γεφύρια, το φαράγγι του ποταμού με την πλούσια χλωρίδα και πανίδα συνθέτουν ένα σύνολο εξαιρετικής ομορφιάς.
Στο φαράγγι του Λούσιου, πάνω σε απόκρημνους βράχους, είναι χτισμένη η Μονή του Τιμίου Προδρόμου. Ιδρύθηκε κατά πάσα πιθανότητα στα τέλη του 16ου αιώνα. Το καθολικό φέρει αξιόλογες εικόνες. Η μονή διαθέτει σημαντική βιβλιοθήκη και εργαστήριο αγιογραφίας.
Δείτε επίσης