Ήταν σαν σήμερα, 30 Αυγούστου του 1938, όταν έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 60 ετών, ο Μαξιμίλιαν Φακτορόβιτς γνωστός ως Μαξ Φάκτορ. Ο δαιμόνιος Πολωνοεβραίος που ξεκίνησε βάφοντας τις μπαλαρίνες στο τσαρικό μπαλέτο της Ρωσίας και κατέληξε να μεταμορφώνει σε… θεότητες τις σταρ του Χόλιγουντ.

Ο Μαξ Φάκτορ υπήρξε επιχειρηματίας, αισθητικός και εφευρέτης. Ως ιδρυτής της αυτοκρατορίας καλλυντικών Max Factor & Company, ανέπτυξε σε μεγάλο βαθμό τη σύγχρονη βιομηχανία καλλυντικών στην Αμερική και διέδωσε τον όρο «μακιγιάζ» σε μορφή ουσιαστικού βάσει του ρήματος.

Είναι επίσης εκείνος που μεταμόρφωσε διάσημες ηθοποιούς, όπως την Τζιν Χάρλοου, τη Λουσίλ Μπολ, την Τζόαν Κρόφορντ κ.α.

Από τα μπαλέτα της Ρωσίας στο Χόλιγουντ της Αμερικής

Ο Μαξ Φάκτορ γεννήθηκε στη Ζντούνσκα Βόλα, στις 15 Σεπτεμβρίου 1877.. Ο πατέρας του ήταν ραβίνος και η οικογένεια ζούσε φτωχικά. Έτσι, ο μικρός αναγκάστηκε στα 9 του χρόνια να δουλέψει σε έναν κατασκευαστή περουκών και αισθητικό. Αυτή η εμπειρία του επέτρεψε να κερδίσει θέση στο Anton’s του Βερολίνου, έναν κορυφαίο κομμωτή και δημιουργό καλλυντικών. Στην ηλικία των δεκατεσσάρων, δούλευε στην Korpo, κατασκευάστρια περουκών στην Μόσχα και ως αισθητικός στη Μεγάλη Ρωσική Όπερα.

Κατόπιν, άνοιξε το δικό του κατάστημα στην πόλη Ριαζάν, πουλώντας χειροποίητα ρουζ, κρέμες, αρώματα και περούκες. Έγινε γνωστός όταν ένας περιοδεύων θεατρικός θίασος χρησιμοποιούσε καλλυντικά του Φάκτορ, ανοίγοντάς του έναν νέο δρόμο, αφού η ρωσική αριστοκρατία τον όρισε επίσημο εμπειρογνώμονα καλλυντικών για τη αυτοκρατορική οικογένεια, αλλά και την Ρωσική Αυτοκρατορική Μεγάλη Όπερα.

Παντρεύτηκε την Έσθερ Ρόζα και απέκτησαν τρία παιδιά. Το 1904, ανησυχώντας για την αυξανόμενη αντί-εβραϊκή δίωξη που αναπτυσσόταν στη Ρωσική Αυτοκρατορία, με τη σύζυγό του αποφάσισαν να ακολουθήσουν τον αδερφό του, Νέιθαν και τον θείο του, Φίσελ, στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εκεί, εγκαταστάθηκαν στο Σαιντ Λούις του Μιζούρι.

Πούλησε τα ρουζ και τις κρέμες του στην Παγκόσμια Έκθεση της Λουιζιάνα του 1904, λειτουργώντας με το νέο ανασυλλαβισμένο Max Factor. Τον Αύγουστο του 1904, ο Φάκτορ και η σύζυγός του απέκτησαν το τέταρτο παιδί τους, τον Φράνσις «Φρανκ» Φάκτορr. Ωστόσο, στις 17 Μαρτίου 1906, η σύζυγός του κατέρρευσε και πέθανε από εγκεφαλική αιμορραγία.

Η μετακόμισή του λίγα χρόνια αργότερα στο Λος Άντζελες αποδεικνύεται κίνηση ματ. Αρχικά, ίδρυσε ένα κατάστημα στη Νότια Κεντρική Λεωφόρο, και διαφήμισε την επιχείρηση ως «Max Factor’s Antiseptic Hair Store». Μετά την ίδρυση της «Max Factor & Company» το 1909, έγινε σύντομα διανομέας της West Coast των Leichner και Minor, δύο κορυφαίων κατασκευαστών θεατρικού μακιγιάζ.

Το λιπαρό μακιγιάζ σε μορφή ραβδιού – αν και το αποδεκτό μακιγιάζ για χρήση στη σκηνή – δεν μπορούσε να εφαρμοστεί σε αρκετά λεπτή στρώση, ούτε στα κατάλληλα χρώματα, για να λειτουργήσει ικανοποιητικά στην οθόνη κατά τα πρώτα χρόνια της παραγωγής ταινιών.

Ο Μαξ Φάκτορ άρχισε να πειραματίζεται με διάφορες ενώσεις σε μια προσπάθεια να αναπτύξει ένα κατάλληλο μακιγιάζ για το νέο μέσο ταινιών. Μέχρι το 1914, είχε τελειοποιήσει το πρώτο καλλυντικό που δημιουργήθηκε ειδικά για κινηματογραφική χρήση – ένα λεπτότερο λιπαντικό σε μορφή κρέμας, συσκευασμένο σε ένα βάζο και δημιουργήθηκε σε 12 ακριβείς αποχρώσεις. Σε αντίθεση με τα θεατρικά καλλυντικά, δεν θα ράγιζε ούτε θα στερεοποιούταν.

Σύντομα, οι αστέρες του κινηματογράφου ήταν πρόθυμοι να δοκιμάσουν το «ευέλικτο λιπαρό μακιγιάζ», ενώ οι παραγωγοί ταινιών αναζήτησαν περούκες ανθρώπινης τρίχας του Φάκτορ. Το 1920 έβγαλε στο εμπόριο διαθέσιμο στο κοινό, μια σειρά καλλυντικών, λέγοντας ότι κάθε απλό κορίτσι θα μπορούσε να μοιάζει με σταρ του σινεμά χρησιμοποιώντας τα καλλυντικά Max Factor.

Η αμφιλεγόμενη κάσκα του Μαξ Φάκτορ

Ο Μαξ Φάκτορ δεν περιορίστηκε μόνο στα καλλυντικά, αλλά προχώρησε και σε άλλες εφευρέσεις που είχαν να κάνουν πάντα με την ομορφιά. Μια από αυτές τις εφευρέσεις ήταν το «μικρόμετρο ομορφιάς», μια αποκρουστική συσκευή που σχεδόν κυριολεκτικά, μετρούσε την ομορφιά των γυναικών!

Η κάσκα που τοποθετούνταν στο κεφάλι των ηθοποιών των οποίων οι ατέλειες γιγαντώνονταν στην κάμερα, ήταν μεταλλική και δεν παρέπεμπε καθόλου σε «μάσκα ομορφιάς». Κι όμως, η μάσκα αναδείκνυε τις ατέλειες του προσώπου και ο Φάκτορ προσάρμοζε το μακιγιάζ – πιο έντονο ή πιο φυσικό.

Η συγκεκριμένη εφεύρεση ολοκληρώθηκε το 1932. Χρησιμοποιούνταν αρχικά από ανθρώπους της βιομηχανίας του σινεμά, αλλά αργότερα βρέθηκε και σε αρκετά ινστιτούτα ομορφιάς. Ωστόσο, υπάρξανε πολλές αντιρρήσεις για τον τρόπο που εφαρμοζόταν. Μάλιστα, αργότερα την περιέγραψαν ως «συσκευή βασανισμού», ενώ το περιοδικό Wired το 2013 αναφέρθηκε σε αυτήν ως έναν συνδυασμό «φρενολογίας, καλλυντικών και ψευδο – επιστημονικής ανάλυσης».

Ο ίδιος ο Μαξ Φάκτορ, πάντως, δήλωνε πως η εφεύρεσή του τον βοήθησε να καταλάβει πολύ καλύτερα το γυναικείο πρόσωπο.

Με πληροφορίες από Σαν σήμερα και Μηχανή του Χρόνου