Search
Close this search box.

Μάνος Κατράκης: Όταν αναγκάστηκε να πουλήσει τα κοστούμια του για να ζήσει

Σύντροφε Μάνο στο μπόι σου παίρνει μέτρο η ανθρωπιά και η τέχνη..” είχε γράψει για τον Μάνο Κατράκη, ο Γιάννης Ρίτσος. Και μέσα σε αυτή τη φράση, ο σπουδαίος ποιητής τα είπε όλα για έναν άλλον σπουδαίο, πρώτα άνθρωπο και μετά καλλιτέχνη.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, πως ο Μάνος Κατράκης υπήρξε μία από τις πιο εμβληματικές μορφές του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου. Ένας εξαιρετικός ηθοποιός με επιβλητική παρουσία. Εξαιρετικός, όμως, ήταν και ως χαρακτήρας, που σεβόταν τους πάντες και δεν προκαλούσε ποτέ.

Ο Μάνος Κατράκης κουβαλούσε μία σοφία και ίσως σε αυτό να έπαιξε σημαντικό ρόλο η δύσκολη ζωή που είχε από το ξεκίνημα, μιας και από νωρίς έζησε τη φτώχεια, την ανέχεια, και αργότερα το κυνήγι λόγω των πολιτικών του φρονημάτων. Άλλωστε εκεί στα ξερονήσια που εξορίστηκε βίωσε όλα τα δεινά, τα οποία αργότερα μετέφερε στο θέατρο μέσα από το παίξιμό του.

Τα πρώτα χρόνια

Στις 14 Αυγούστου του 1909 στα Χανιά της Κρήτης γεννιέται το πέμπτο παιδί του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της γυναίκας του Ειρήνης. Πριν κλείσει τα 10 του χρόνια ο μικρός Μάνος, η οικογένεια μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα του δεν πήγαιναν καλά. Πίστευαν πως στην πρωτεύουσα θα είναι καλύτερα, αλλά η πραγματικότητα τους διέψευσε.

@Finos Film

Ο Μάνος Κατράκης ξαφνικά βρέθηκε να έχει αναλάβει σχεδόν μόνος του τις τύχες της οικογένειάς του, αφού ο πατέρας έλειπε όλη την ημέρα ενώ ο μεγάλος του αδερφός μετανάστευσε στην Αμερική. Παρ’ όλα αυτά, αρχίζει ν’ ασχολείται με πράγματα που του αρέσουν. Αρχικά παίζει ποδόσφαιρο σε ερασιτεχνικό επίπεδο. Γρήγορα, όμως, διαπιστώνει πως η μεγάλη του αγάπη είναι το θέατρο.

Πριν καν κλείσει τα 18 του χρόνια κάνει ντεμπούτο στο θέατρο με το θίασο «Οι Νέοι» στο έργο «Για την αγάπη της». Είναι το έργο που του ανοίγει την πόρτα για τον κινηματογράφο καθώς το σπάνιο του ταλέντο τον κάνει να ξεχωρίζει. Τον εντοπίζει ο σκηνοθέτης Κώστας Λελούδας και την επόμενη χρόνια, το 1928, έπαιξε την πρώτη βουβή ταινία: «Το λάβαρο του 21’».

Πούλησε τα κουστούμια του για να ζήσει την οικογένειά του

Πριν ξεκινήσει ο Β Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Μάνος Κατράκης είχε αρχίσει να χτίζει τις βάσεις για την καριέρα του ενώ παντρεύεται την επίσης ηθοποιό Άννα Λώρη. Κάνει σπουδαίες συνεργασίες όπως με το Θίασο του Μήτσου Μυράτ και της Μαρίκας Κοτοπούλη, ενώ προσλαμβάνεται και στο νεοϊδρυθέν τότε Εθνικό Θέατρο.

Και ενώ όλα κυλούν καλά, ξεσπά ο πόλεμος. Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος βρίσκει τον Μάνο Κατράκη στο μέτωπο, ενώ στη Γερμανική εισβολή εντάσσεται στον ΕΑΜ. Η πείνα θερίζει την Αθήνα και ο ηθοποιός προσπαθεί να βρει τρόπο για να εξασφαλίσει ένα πιάτο φαγητό. Δουλειές δεν υπάρχουν και έτσι αναγκάζεται να πουλήσει ακόμα και τα κοστούμια του για να φέρει λεφτά στην οικογένεια του. Στο μεταξύ είχε χωρίσει και είχε παντρευτεί για δεύτερη φορά, ενώ η γυναίκα του στη διάρκεια της Κατοχής, έχασε στον όγδοο μήνα τα δίδυμα που κυοφορούσε.

@Finos Film

Ο ίδιος ο Μάνος Κατράκης στη βιογραφία του (εκδόσεις Κάκτος) αφηγείται στον Αλέξη Κομνηνό εκείνες τις δύσκολες ημέρες: «Τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα. Ο μισθός του Εθνικού Θεάτρου είχε καταντήσει ίσα- ίσα για ένα πιάτο φαΐ. Που να φτάσει να θρέψεις, μάνα, αδελφή, γυναίκα έγκυο. Η γυναίκα μου τελικά έκανε αποβολή οκτώ μηνών, είχε δίδυμα. Αρχίσαμε να πουλάμε ότι είχαμε. Τελειώσανε και αυτά. Τώρα;…

Εγώ είχα κάτι κουστουμάκια γιατί ήμουν και λίγο μερακλής και πήγαινα και τα πούλαγα μόνος μου, αφού οι μεταπράτες παίρνανε όσο- όσο. Στην οδό Αθηνάς, έξω από τον ηλεκτρικό σταθμό, ήτανε το παζάρι τότε των αγοραπωλησιών. Πήγαινα λοιπόν κρατούσα το κουστουμάκι στα χέρια μου και περίμενα να έρθει ο πελάτης να το αγοράσει. Βλέπεις στα παλιατζίδικα μου παίρνανε μισοτιμής ό,τι είχα. Κάποτε ήρθε η ώρα να πουλήσω κι ένα κοστούμι που το αγαπούσα πολύ. Ήταν το καλύτερό μου. Μου το είχε ράψει ένας ράφτης ο Ζοφάκης που είχε έλθει από το Παρίσι και ραβότανε και ο Μινωτής σε αυτόν. Πάω λοιπόν στην οδό Αθηνάς στέκομαι και περιμένω. Κάποτε με πλησιάζει κάποιος καλή του ώρα και μου λέει:-κύριε Κατράκη το πουλάτε; – το πουλάω. Δεν το βλέπεις; Για να είμαι εδώ και να το κρατάω πάει να πει πως το πουλάω. – Θέλετε να έρθετε μαζί μου;… Με παίρνει και με πάει σε μια λέσχη στην Ομόνοια. Εγώ δεν είχα δοσοληψίες με λέσχες. Λέω τι θα κάνουμε στη λέσχη; – είναι κάποιος που θα αγοράσει το κοστούμι σου. Να μη στα πολυλογώ πήγαμε, βρήκαμε τον άνθρωπο, δεν ήθελε τέτοιο κοστούμι γιατί ήταν πολύ λεπτό, με ρώτησε αν είχα κανένα άλλο σκωτσέζικο. Είχα. Μου είπε να του το πάω την άλλη μέρα. Πήγα την άλλη μέρα και πήρε το κοστούμι».

Ο πόλεμος τελειώνει και ο Μάνος Κατράκης επιστρέφει στο θέατρο, όμως, η κομμουνιστική ιδεολογία του δημιουργεί προβλήματα. Οι κρατικές αρχές τού ζητούν να υπογράψει δήλωση μετάνοιας κι εκείνος αρνείται πεισματικά. τα επόμενα εφτά χρόνια θα βρεθεί εξόριστος σε Ικαρία, Μακρόνησο.

Στη βιογραφία του ηθοποιού υπάρχει ένας συγκλονιστικός διάλογος με τη μητέρα του, από εκείνα τα δύσκολα χρόνια της εξορίας.

– Τι είναι Μανόλη;
– Θες να ‘ρθω στο σπίτι, μάνα;
– Πώς θα ‘ρθεις;
– Ε… θα υπογράψω και θα ‘ρθω
– Ιντα να υπογράψεις;
– Δήλωση
– Ιντα δήλωση;
– Οτι δεν είμαι αυτό που είμαι…
– Και δεν είσαι;
– Είμαι
– Μην υπογράψεις, κερατά, μην υπογράψεις…

Ο Κατράκης επιστρέφει στην Αθήνα το 1952, όμως, όλες οι θεατρικές πόρτες είναι κλειστές για εκείνον. Εργάζεται περιστασιακά στο ραδιόφωνο ενώ καταφέρνει να πάρει και κάποιους μικρούς ρόλους στο θέατρο. Σιγά σιγά, όμως, με την επιμονή του αρχίζει να καθιερώνεται και πάλι.

@Finos Film

Η σχέση ζωής με τη Λίντα Άλμα

Ο Μάνος Κατράκης παντρεύτηκε τρεις φορές. Το 1954 σε μια θεατρική πρεμιέρα γνώρισε την τρίτη σύζυγό του που ήταν και η γυναίκα της ζωής του, τη Λίντα Άλμα. Έμειναν μαζί τριάντα ολόκληρα χρόνια, μέχρι να τους χωρίσει ο θάνατος του ηθοποιού το 1984.

Στη βιογραφία του εξομολογείται στον Αλέξη Κομνηνό: “Η Λίντα αντικατέστησε ό,τι είναι δυνατόν να υπάρξει αγαπημένο σ’ έναν άνθρωπο. Μάνα. Πατέρα. Ερωμένη. Σύζυγο. Φιλενάδα. Τι να σου πω. Υπηρέτη. Αφέντη. Τι να σου πω. Δηλαδή δε νομίζω ότι βρίσκονται εύκολα τέτοιοι άνθρωποι. Είναι ένα πλάσμα άλλου κόσμου! Εγώ της έδωσα μάλλον πίκρες. Όμως την λατρεύω”.

Παντρεύτηκαν το 1979 και έζησαν πολλά σκαμπανεβάσματα, όμως, η αγάπη τους τα νικούσε όλα.

Λίντα Άλμα

«Εγώ από τη στιγμή που γνώρισα τον Μάνο άρχισα να καταλαβαίνω διαφορετικά τη ζωή. Ως τότε μπορώ να πω ότι ήμουν ένα παιδί. Είχα βέβαια αγωνιστεί πολύ, είχα μάθει πολλά, αλλά όχι στο επίπεδο που με έμαθε ο Μάνος: να υπερασπίζομαι τη ζωή μου και τη δουλειά μου, αυτά που κάνω να έχουν κάποιο σκοπό. Το χρέος που είχα απέναντι στον εαυτό μου και στη δουλειά μου, αυτός μου τα‘ μαθε» ανέφερε η Λίντα Άλμα σε συνέντευξή της στην Ελευθεροτυπία, το 1985, έναν χρόνο μετά από τον θάνατο του Κατράκη.

Διαβάστε επίσης

Share:

The New You

Στοιχεία Επικοινωνίας

Βρείτε μας στα Social Media:

Αφήστε μας ένα μήνυμα