Στον κόσμο της αιώνιας επιστροφής κάθε κίνηση φέρει το βάρος μιας αβάσταχτης ευθύνης.
Αυτό είναι που έκανε τον Νίτσε να λέει ότι η ιδέα της αιώνιας επιστροφής είναι το πιο βαρύ φορτίο (das schwerste Gewicht).
Αν η αιώνια επιστροφή είναι το πιο βαρύ φορτίο, οι ζωές μας μπορούν, σ’ αυτό το πλαίσιο, να φανερωθούν σ’ όλη τους τη λαμπρή ελαφρότητα.
Στ’ αλήθεια, όμως, είναι φριχτή η βαρύτητα και ωραία η ελαφρότητα;
Το πιο βαρύ φορτίο μάς συνθλίβει, μας κάνει να λυγίζουμε κάτω απ’ αυτό, μας πιέζει στο έδαφος.
Αλλά, στην ερωτική ποίηση όλων των αιώνων, η γυναίκα επιθυμεί να δεχτεί το φορτίο του αντρικού κορμιού.
Το πιο βαρύ φορτίο είναι λοιπόν ταυτόχρονα και η εικόνα της πιο έντονης ζωικής ολοκλήρωσης.
Όσο πιο βαρύ είναι το φορτίο, όσο πιο κοντινή στη γη είναι η ζωή μας, τόσο είναι πιο αληθινή πιο πραγματική.
Σ’ αντιστάθμισμα, η ολική απουσία του φορτίου κάνει το ανθρώπινο ον να γίνεται πιο ελαφρύ απ΄τον άνεμο, να πετάει, ν΄απομακρύνεται από τη γη, απ΄το γήινο είναι, να μην είναι παρά μόνο κατά το ήμιση αληθινό και οι κινήσεις του να είναι εξίσου ελεύθερες όσο και χωρίς σημασία.
Λοιπόν, τι να διαλέξει κανείς; Το βάρος ή την ελαφρότητα;
Πρόκειται για το ερώτημα που έθεσε ο Παρμενίδης τον 6ο αιώνα π.Χ. Κατ’ αυτόν, το Σύμπαν είναι χωρισμένο σε ζεύγη αντιθέτων: το φως – το σκοτάδι, το παχύ – το λεπτό, το ζεστό – το κρύο, το είναι – το μη είναι.
Θεωρούσε ότι ένας από τους πόλους της αντίφασης είναι θετικός (το φωτεινό, το ζεστό, το λεπτό, το είναι), ο άλλος αρνητικός.
Αυτός ο διαχωρισμός σε πόλους, θετικό και αρνητικό, μπορεί να μας φανεί παι- δαριωδώς εύκολος.
Εκτός από μία περίπτωση: τι είναι θετικό, το βάρος ή η ελαφρότητα;
Ο Παρμενίδης απαντούσε: το ελαφρύ είναι θετικό, το βαρύ είναι αρνητικό.
Είχε δίκιο ή όχι; Ιδού η απορία.
Ένα πράγμα είναι βέβαιο.
Η αντίφαση βαρύ-ελαφρύ είναι η πιο μυστηριώδης και η πιο διφορούμενη απ’ όλες τις αντιφάσεις.
Μίλαν Κούντερα , “Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι”, απόσπασμα
Photo cover:pixabay.com/Sharky/heart
Διαβάστε επίσης: