Στη Σιμόν ντε Μπωβουάρ. 14 Ιουλίου
Έκανε λοιπόν μούτρα κι εγώ γκρίνιαζα. Πήγαμε στο Φάλσταφ και την κατσάδιασα κανονικά. Τότε έπεσε μονοκόμματα, σαν κομμένο δέντρο, στην αγκαλιά μου και μου ζήτησε να την πάω σπίτι μου, και το έκανα.
Έμεινε εκεί τη νύχτα (και την επόμενη νύχτα – και θα περάσει και την αυριανή: Φεύγει την επομένη, την Κυριακή).
Χαϊδευτήκαμε χωρίς καμιά κουβέντα, πράγμα που κάνει πιο ανάλαφρη τη διήγηση αυτής της νύχτας. Έκανα όλα τ’ άλλα εκτός από την τελική πράξη.
Είναι όπως η εμφάνισή της το δείχνει αρκετά, αυτό που ο Μπουμπού θα αποκαλούσε μια «μεγάλη ερωμένη».
Είναι εξάλλου πολύ γοητευτική στο κρεβάτι. Είναι η πρώτη φορά που κάνω έρωτα με μια μελαχρινή ή μάλλον μια μαύρη, γεμάτη μυρωδιές και με παράξενη τριχοφυΐα, με μια μικρή μαύρη γούνα στην κοιλιά κι ένα σώμα κάτασπρο, πολύ πιο λευκό απ’ το δικό μου.
Στην αρχή αυτός ο βίαιος αισθησιασμός και αυτά τα πόδια που τσιμπούσαν σαν πηγούνι κακοξυρισμένου άντρα με εξέπληξαν λίγο, σχεδόν μ’ αηδίασαν.
Αλλά όταν κανείς συνηθίσει είναι πολύ έντονα όλα.
Έχει γλουτούς σε σχήμα σταγόνας, γερούς αλλά κάπως βαριούς. Είναι πιο πλατιά κάτω απ’ ό,τι πάνω και έχει μερικά σπυράκια στο στήθος (τα ξέρετε αυτά: τα σπυράκια της κακοθρεμμένης και κάπως ατημέλητης φοιτήτριας, είναι μάλλον συγκινητικό). Πολύ ωραία πόδια, μια τελείως επίπεδη και μυώδη κοιλιά, καθόλου στήθος και γενικά ένα ευλύγιστο ωραίο σώμα. Μια πολύ μακριά γλώσσα που ξετυλίγεται ατέλειωτα και μου χαϊδεύει τις αμυγδαλές, ένα στόμα εξίσου ευχάριστο με της Ζεζέ.
Συνολικά πιστεύω ότι είμαι όσο ευχαριστημένος μπορεί να είναι μια πόρτα φυλακής. Παρ’ όλ’ αυτά εκφράζω εδώ την ικανοποίησή μου απ’ αυτήν τη νύχτα, που ήταν τέλεια παθιασμένη κι όχι απ’ την προηγούμενη, που ήταν πιο κουμπωμένη, γιατί κάτι την ενοχλούσε.
Δεν ήθελα να είμαι πολύ καλός κι εξάλλου τα λογίδριά μου μού είχαν αφαιρέσει αυτήν τη δυνατότητα, και δεν ήθελε να μου πει ότι μ’ αγαπάει, κυρίως μετά από αυτά που της είπα.
Η μουσική απ’ τις υπαίθριες ορχήστρες της λεωφόρου ντυ Μαιν δημιουργούσε ένα σύνδεσμο ανάμεσά μας, θέλω να πω ένα σύνδεσμο λόγω του θορύβου. Κάποια στιγμή έπαιξαν το Some of these days κάτω απ’ το παράθυρό μου.
Ήθελε συγκεκριμένα να τ’ ακούσει και της είπα: «Nα το Some of these days». Δεν είπαμε πολλά άλλα πράγματα. Θέλησε να κοιμηθεί στην αγκαλιά μου, κι έτσι δεν έκλεισα μάτι.
Το πρωί μου είπε: «Δεν ζηλεύω την Τάνια, δεν θα δεχόμουνα ποτέ αυτά που της προσφέρετε. Ζηλεύω τη Σιμόν ντε Μπωβουάρ».
Πράγμα που είναι δικαιολογημένο κατά τη γνώμη μου. Βλέπετε ότι στα μάτια της δεν είστε καθόλου μια ηλίθια ή ένα περπατημένο μονοπάτι. Μου είπε αντίθετα: «Πάντα ήθελα να είστε με κάποιον όπως είστε με τη Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Το βρίσκω καταπληκτικό».
Μάθετε, χαριτωμένε μου Κάστορα, ότι προσπαθώ να τα βγάλω πέρα μέσα σ’ όλες αυτές τις καταιγίδες, για να παραμείνω απόλυτα ενωμένος μαζί σας. Σ’ αυτό το γράμμα δεν φαίνεται, επειδή έχω πολλά να πω. Σας φιλώ τρυφερά, χαριτωμένε μου Κάστορα, και θα σας γράψω κι αύριο.
Σας αγαπώ.
14 Ιουλίου 1938
Γράμματα στον Κάστορα, Εκδόσεις Γλάρος, απόσπασμα
Photo cover:pixabay.com/hidehide1004/lion
Διαβάστε επίσης: