Search
Close this search box.

Αρτέμης Μάτσας: Ο «καταδότης» των Γερμανών, έζησε τη θηριωδία των Ναζί

Αρτέμης Μάτσας… Ο ηθοποιός που έχει συνδέσει κινηματογραφικά το όνομά του με εκείνο του «καταδότη των Γερμανών», του «δοσίλογου», του «προδότη», του «σκληρού»… Κι, όμως, στην πραγματικότητα, όχι μόνο δεν είχε καμία σχέση με αυτόν τον χαρακτήρα, αλλά μισούσε τους Γερμανούς.

Όμως, ο Αρτέμης Μάτσας ήταν ένας σπουδαίος ηθοποιός και παρόλη την απέχθειά του, είχε μπει τόσο μέσα στο πετσί των ρόλων που το όνομά του έγινε συνώνυμο της ρουφιανιάς, της προδοσίας και του κακού. Κάτι εντελώς άδικο για εκείνον, αφού στην αληθινή του ζωή, ο Μάτσας έζησε από τα μικράτα του και με τον πιο σκληρό τρόπο τη θηριωδία των Ναζί, οι οποίοι έβαλαν τον εβραϊκής καταγωγής πατέρα του στα τρένα για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Και η οικογένειά του δεν θα τον ξανάβλεπε ποτέ.

Παραλίγο να πεθάνει στην Κατοχή

Στην Κατοχή, τα τρία αδέλφια Μάτσα περνούν δύσκολα, όπως όλοι οι Έλληνες. Ο Αρτέμης Μάτσας, μάλιστα, λίγο έλειψε να πεθάνει από την πείνα και τις κακουχίες της Κατοχής.

Ο ηθοποιός γεννήθηκε το 1930 στην Πλάκα ως ένα από τα τρία παιδιά του εβραϊκής καταγωγής Πίνχας Μάτσα και μιας σολίστ πιάνου με καταγωγή από τη Σμύρνη. Ο πατέρας, σπουδαγμένος στη Χαϊδελβέργη, πάλευε να κάνει άνετη τη ζωή των τριών παιδιών και να τα σπουδάσει. Η μητέρα τους πέθανε μόλις στα 30 της χρόνια.

Την ημέρα της σύλληψης του πατέρα, τα τρία παιδιά τον περίμεναν να επιστρέψει από τη δουλειά για να φάνε όλοι μαζί, όπως συνήθιζαν. Ο μικρότερος αδελφός του Αρτέμη, Νέστορας – γνωστός δημοσιογράφος και σκηνοθέτης λαογραφικών ντοκιμαντέρ – κατέγραψε σε ημερολόγιο τη σκληρή εμπειρία της Κατοχής και τη σύλληψη του πατέρα τους.

Τα τρία αδέλφια μένουν μόνα στον κόσμο και έρχονται αντιμέτωπα με την πείνα, τη φτώχεια και τον καθημερινό κίνδυνο της σύλληψής τους. Τον πατέρα τους δεν το ξαναείδαν ποτέ. Το μόνο που κατάφεραν να μάθουν ήταν το νούμερό του στο κολαστήριο του θανάτου: ήταν το «47712».

Ο Αρτέμης και ο Νέστορας θα βρεθούν να πουλάνε τσιγάρα με το κασελάκι για να επιβιώσουν, ζώντας κρυμμένοι από δω κι από κει. Φιλικά σπίτια τούς παρείχαν στέγη και πλέον ζούσαν χωριστά. Επανενώθηκαν πολύ αργότερα, νοικιάζοντας τώρα ένα δωματιάκι στα Εξάρχεια.

Ο Αρτέμης ήταν ένα καχεκτικό παιδί. Ο αδελφός του έγραψε στο ημερολόγιό του: «Όταν γυρίσαμε το βράδυ από τους δρόμους που πουλούσαμε τσιγάρα, μόλις μπήκαμε στο σπίτι, ο αδελφός μου άρχισε να βήχει ασταμάτητα. Κι άλλες φορές έβηχε, αλλά όχι τόσο πολύ και τόσο δυνατά. Έκαιγε από τον πυρετό και τα μάτια του ήταν πολύ κόκκινα».

Έφτασε πολύ κοντά στον θάνατο, αλλά ο μικρός Αρτέμης, τα κατάφερε. Όσο ήταν βαριά άρρωστος ονειρεύτηκε πως ήταν ηθοποιός! Και το όνειρό του μια μέρα έγινε πραγματικότητα.

Ο δοσίλογος των Γερμανών

Το ντεμπούτο του στη μεγάλη οθόνη έγινε το 1949, συμμετέχοντας στην αισθηματική κομεντί του Γιώργου Καρύδη «Ερωτικό Ταξίδι». Αλλά η κινηματογραφική του θητεία στον κόσμο του κακού, ήρθε 10 χρόνια αργότερα κι εντελώς τυχαία, όταν το 1959 ενσάρκωσε στην κλασική ταινία του Ντίμη Δαδήρα «Το νησί των γενναίων» τον ρόλο του προδότη, έναν ρόλο που κανένας άλλος δεν τόλμησε να δεχτεί.

Σύντομα βέβαια θα τυποποιηθεί στον ρόλο του δοσίλογου στα περισσότερα πολεμικά και κατοχικά δράματα του σινεμά. Ο Αρτέμης Μάτσας θα παίξει σε πάμπολλες ταινίες της εποχής και σε αρκετές από αυτές υποδυόταν, τόσο δεξιοτεχνικά τον συνεργάτη των Γερμανών που κανείς ποτέ δεν κατάλαβε το μίσος που έκρυβε για αυτούς για τα τόσα δείνα που του είχαν προκαλέσει ως παιδί.

Σε μία ραδιοφωνική του συνέντευξη, ο Μάτσας είχε αποκαλύψει για πρώτη φορά το κίνητρό του πίσω από την επιλογή να αποδέχεται τον συγκεκριμένο ρόλο. «Παίζω τόσο καλά τον καταδότη για να κάνω τον κόσμο να μισήσει τους καταδότες», είχε πει.

Δεχόταν απειλές για τη ζωή του

Η ρετσινιά του κακού έμεινε ανεξίτηλη στο πέρασμα του χρόνου. «Δεν υπάρχει περίπτωση να περάσω από τη Φωκίωνος Νέγρη και να μη μου φωνάξουν ‘‘προδότη’’, ‘‘ρουφιάνε’’, ‘‘τσιφούτη’’», θυμόταν ο ηθοποιός, ο οποίος δεχόταν ακόμα και απειλές για τη ζωή του, εξαιτίας των ρόλων του.

Όμως, όσοι τον γνώριζαν από κοντά, παραδέχονταν πόσο μεγάλη ήταν η αντίθεση του κινηματογραφικού χαρακτήρα με τον άνθρωπο Αρτέμη Μάτσα στην αληθινή του ζωή. Ήταν ένας καλός άνθρωπος που δεν πείραζε κανέναν, ευγενικός κι ευαίσθητος.

«Δεν μπορώ να κόψω ούτε λουλούδι, κι όμως στον κινηματογράφο έχω σκοτώσει περίπου 120 ανθρώπους», είχε εξομολογηθεί.

Ο “καταδότης του ελληνικού κινηματογράφου” πέθανε στις 7 Σεπτεμβρίου 2003 μετά από εγκεφαλικό.

Share:

The New You

Στοιχεία Επικοινωνίας

Βρείτε μας στα Social Media:

Αφήστε μας ένα μήνυμα