Είκοσι οχτώ χρόνια συμπληρώθηκαν την Τρίτη 23 Ιουλίου από το φευγιό της Αλίκης Βουγιουκλάκη και το άστρο της συνεχίζει να λάμπει μέσα από τις ταινίες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Και το «φαινόμενο Βουγιουκλάκη», εξακολουθεί να μεγαλώνει γενιές και γενιές.
Αυτές τις ημέρες, με αφορμή την επέτειο από τον θάνατό της, είναι πολλά τα αφιερώματα για εκείνη και πώς άφησε το αποτύπωμά της στον κινηματογράφο και στο θέατρο, όπου έζησε το χειροκρότημα του κόσμου στο έπακρο. Όμως, δεν ήταν για την Αλίκη Βουγιουκλάκη όλες οι στιγμές αποθέωσης. Γιατί μπορεί η αγάπη του κόσμου να ήταν δεδομένη και να την ακολουθούσε πιστά σε κάθε τη επαγγελματικό βήμα – ακόμα και αν ήταν.. υψίστου ρίσκου, όπως με την «Αντιγόνη» σε σκηνοθεσία Βολονάκη το 1990-, όμως, δεν δίσταζαν ακόμα και να την αποδοκιμάζουν.
Όπως έγινε με την αρχαία τραγωδία του Σοφοκλή, όπου η Αλίκη Βουγιουκλάκη αποδοκιμάστηκε έντονα από το κοινό μετά το τέλος της παράστασης. Και αυτή την ιστορία θυμάται μέσα από τον προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook, o δημοσιογράφος Αντώνης Μποσκοϊτης, ο οποίος ήταν παρών στην παράσταση στο Κατράκειο της Νίκαιας, όπου μερίδα κόσμου αποδοκίμασε την Αλίκη για την ερμηνεία της.
Κι επειδή η προσωπική αυτή ιστορία του δημοσιογράφου μάς κέντρισε το ενδιαφέρον, σας την παραθέτουμε αυτούσια, όπως την δημοσίευσε:
«Εκείνη τη χρονιά στο Κατράκειο της Νίκαιας, όντας έφηβος, είχα την τύχη να δω τρεις θρυλικούς καλλιτέχνες: Χάρρυ Κλυνν σε σόου που κλαίγαμε από τα γέλια, Θανάση Βέγγο σε Αριστοφάνη που ο αέρας έριξε το σκηνικό και καταχειροκροτήθηκε, αλλά και Αλίκη Βουγιουκλάκη στην “Αντιγόνη”. Η Αλίκη δεν καταχειροκροτήθηκε, μάλλον κράξιμο έφαγε, ωστόσο θυμάμαι να την αγκαλιάζει ο Μίκης Θεοδωράκης μετά το τέλος της παράστασης κι αυτή να φαίνεται μια σταλιά δίπλα του. Τη θυμάμαι καλά εκείνη την παράσταση, τα πάντα, τα σκηνικά, τα κοστούμια, τις ερμηνείες των ηθοποιών – η “Αντιγόνη”, βλέπεις, ήταν από το σχολείο ένα αγαπημένο αρχαίο κείμενο. Θυμάμαι και για ποιο λόγο είχε φάει το κράξιμο η Αλίκη: Ενώ αντικειμενικά δεν ήταν καλή (ως κι εμείς τα 16χρονα το είχαμε πιάσει αυτό), υποκλινόταν ξανά και ξανά, έφυγε και ξανάρθε πάνω από τέσσερις – πέντε φορές, ώσπου ένας τύπος με μούσια και μπερέ, σαν νά’χε βγει απ’ το θέατρο του Βουνού του Βασίλη Ρώτα, είχε την απρέπεια να την προσβάλλει απίστευτα. Σε φάση “τράβα μέσα” κλπ. Τη λυπήθηκα πολύ τη Βουγιουκλάκη τη μοναδική και τελευταία φορά που την είδα στο θέατρο. Αυτό το χαρούμενο κορίτσι των ασπρόμαυρων ταινιών του Φίνου και η λαμπερή τηλεοπτική περσόνα, ξαφνικά μου φάνηκε ο πιο ευάλωτος άνθρωπος του κόσμου. Θεώρησα σωστό να της έλεγα συγχαρητήρια που αν όλα κυλούσαν ομαλά μάλλον δε θα το έκανα. Λίγα χρόνια μετά θα βιώναμε την αγωνία των ιατρικών ανακοινωθέντων από τηλεοράσεως. Η είδηση του θανάτου της, μια μέρα σαν κι αυτή πριν από 28 χρόνια, σκόρπισε μια πρωτόγνωρη αίσθηση πένθους σ’ όλη τη χώρα, εφάμιλλη ίσως μ’ αυτήν της αναχώρησης της Μελίνας Μερκούρη δύο χρόνια πριν. Το θέμα του Χατζιδάκι “Μες σ’ αυτή τη βάρκα” από τη “Μανταλένα” έσκιζε τις καρδιές των Ελλήνων που έχαναν ένα δικό τους άνθρωπο. Δε θα ξεχάσω την εικόνα μιας λαϊκής γειτόνισσας που γυρνούσε με τα ψώνια στα χέρια όταν τα κανάλια ανακοίνωναν το μοιραίο τέλος της Αλίκης. Πέταξε τα ψώνια, μορταδέλες και κασέρια σκορπίστηκαν στο πεζοδρόμιο, αλλά αυτή βάρεσε πιλάλες κλαίγοντας, σαν κάποια τραγωδία μεγάλη νά’χε χτυπήσει το σπιτικό της. Ας μην ακουγόμαστε παρελθοντολάγνοι, όμως καλώς ή κακώς αυτή είναι η αλήθεια: Λαϊκοί σταρ σαν την Αλίκη Βουγιουκλάκη γεννιούνται κάθε 150 χρόνια κι εμείς δεν θα είμαστε εδώ για να τους χαρούμε. Εξήντα τόσα χρόνια έχουν περάσει από το “Ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο” και πάντα θα βλέπεται ως την πιο ευχάριστη ελληνική ταινία όλων των εποχών. Η Αλίκη Βουγιουκλάκη πουλούσε και πάντα θα πουλάει ποιος ξέρει για πόσα χρόνια ή και για πόσες δεκαετίες ακόμη».