Μετά από οκτώ και πλέον δεκαετίες από τον θάνατό της, το όνομα της Μαντάμ Ορτάνς, έρχεται και πάλι στην επικαιρότητα, αποτελώντας μια καλή ευκαιρία για τις νεότερες γενιές να μάθουν τη συναρπαστική ιστορία της θρυλικής ιερόδουλης που συνέδεσε τη ζωή της με την Κρήτη και αποτέλεσε την ηρωίδα στον «Βίο και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» του Νίκου Καζαντζάκη.
Η Μαντάμ Ορτάνς, η γαλλίδα ιερόδουλη που έφτασε να γίνει μέχρι και υποπρόξενος της Γαλλίας, το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της το πέρασε στην Κρήτη και εκεί άφησε την τελευταία της πνοή στις 2 Μαΐου του 1938. Και τώρα, 84 χρόνια μετά τον θάνατό της, φαίνεται πως βρέθηκε ο τάφος της στην Ιεράπετρα, το μέρος που πέρασε τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής της, ενώ τιμήθηκε από τις αρχές, με το να δοθεί το όνομά της σε δρόμο της πόλης.
Σύμφωνα με τον δικηγόρο και ιστορικό ερευνητή, Ευθύμη Λεκάκη, ο οποίος είχε αφοσιωθεί στην ανακάλυψη του τάφου της θρυλικής Μαντάμ Ορτάνς, τον ανακάλυψε στο Δημοτικό Νεκροταφείο της Ιεράπετρας. Μάλιστα, σε ανάρτησή του στα social media, δημοσιεύει και φωτογραφίες από τον τάφο, γράφοντας: «Είχα υποσχεθεί ότι θα βρω και θα αναρτήσω τον τάφο της Αδελίνας Γκιτάρ ή Μαντάμ Ορτάνς (Γαλλία 1863-Κρήτη 2 Μάη 1938), που βρίσκεται στο Δημοτικό Νεκροταφείο της Ιεράπετρας. Σήμερα, υιοθετώ την υπόσχεση που σας είχα δώσει. Ευχαριστώ για την υπομονή σας!».
Η γαλλίδα ιερόδουλη που ήρθε στην Κρήτη
Η μαντάμ Ορτάνς γεννήθηκε στη Γαλλία το 1863 και ήρθε στα Χανιά της Κρήτης στα 34 της χρόνια, τότε δηλαδή που κατέπλεαν οι στόλοι των Μεγάλων Δυνάμεων. Η Κρήτη τότε ναι μεν είχε αυτονομηθεί, αλλά ήταν υπό την κυριαρχία των Τούρκων, γι’ αυτό και ελεγχόταν από τις Μεγάλες Δυνάμεις.
Η μαντάμ Ορτάνς αποφάσισε να εγκαταλείψει το Παρίσι σε μία περίοδο που αναγεννιόταν, μετά από τηλεγράφημα που είχε λάβει από τον αγαπημένο της ναύαρχο Ζωρζ Ποτιέ, ο οποίος της ζητούσε να μετακομίσει στα Χανιά μαζί με τα κορίτσια που είχε στον οίκο ανοχής που διατηρούσε στη γαλλική πρωτεύουσα.
Την περίοδο αυτή στο Παρίσι, η Αδελίνα Γκιτάρ ή μαντάμ Ορτάνς, όπως τη γνώριζαν όλοι με το καλλιτεχνικό της όνομα, είχε οίκο ανοχής σ’ ένα εξαιρετικό από αρχιτεκτονικής άποψης κτήριο του Παρισιού και μάλιστα επιμελημένο με υψηλό γούστο. Ωστόσο, η Ορτάνς αποφάσισε να τα βροντήξει και να αποδεχτεί την πρόταση του ναυάρχου.
Μαζί της στην Κρήτη, έφερε και τα κορίτσια της και όλες μαζί εγκαταστάθηκαν στα Χανιά. Όπως αναφέρει η Μηχανή του Χρόνου, σύμφωνα με τον Αιμίλιο Δασύρα, που έχει ερευνήσει τη ζωή της Μαντάμ Ορντάνς στην Κρήτη, έδινε χορευτικές παραστάσεις μαζί με τις συναδέλφους της στο κέντρο «Λόντον Μπαρ» στα Χανιά. Πελάτες της ήταν οι ξένοι ναύαρχοι και ανώτατοι αξιωματικοί του ναυτικού, καθώς και εύποροι Χανιώτες.
Όσο για τα ομαδικά όργια της Μαντάμ Ορντάνς και με τους τέσσερις ναυάρχους που περιγράφει ο Καζαντζάκης στο «Ζορμπά», φαίνεται πως ήταν μόνο στη φαντασία του.
Μετά από την επανάσταση στο Θέρισο, το 1905, η Μαντάμ Ορτάνς έφυγε και περιπλανήθηκε στην ανατολική Κρήτη και ειδικότερα στο Ηράκλειο, στη Σητεία και στον Άγιο Νικόλαο. Τελικά, στις αρχές του 1910 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Ιεράπετρα, όπου άνοιξε χαρτοπαικτική λέσχη και εστιατόριο στην Μεσοκαστελλιά.
Ο έρωτας που την πλήγωσε
Η μαντάμ Ορτάνς ήταν μια όμορφη γυναίκα, με αέρα παριζιάνικο, κάτι εννοείται «ξένο» και συναρπαστικό για τους άνδρες της εποχής της, οι οποίοι την ερωτεύτηκαν παράφορα και ξόδευαν περιουσίες κάνοντας της δώρα και ανοίγοντας σαμπάνιες για χάρη της.
Εκείνη, όμως, τελικά παντρεύτηκε τον Νικόλαο Χανιωτάκη, με τον οποίο στις αρχές του 1910 εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Ιεράπετρα. Ο γάμος τους, ωστόσο, δεν κράτησε πολύ, αφού εκείνος την εγκατέλειψε.
Παρά τον πόνο της εγκατάλειψης, η Ορτάνς δεν το έβαλε κάτω. Συνέχισε τις επιχειρηματικές της δραστηριότητες στην Κρήτη, ανοίγοντας ένα εστιατόριο και αργότερα ένα ξενοδοχείο, το οποίο ονόμασε «Η Γαλλία». Μόνη πλέον προσπάθησε να κάνει μια νέα αρχή. Και τα κατάφερε. Ο λαός της Ιεράπετρας την αγάπησε. Λέγεται, μάλιστα, πως έκανε πολλές φιλανθρωπίες, βοηθώντας από το υστέρημά της ανθρώπους που είχαν δυσκολίες.
Λάτρεψε την Κρήτη
Και εκείνη, όμως, λάτρεψε το νέο μέρος και ειδικά την Ιεράπετρα. Μάλιστα, σε ένα γράμμα της προς μία φίλη της είχε γράψει ενθουσιασμένη: «Είναι ένα φανταστικό μέρος, ανάμεσα ακριβώς από Ευρώπη και Αφρική. Δεν έχει την αφόρητη ζέστη της Αφρικής αλλά και δεν ξέρει τι θα πει κρύο. Ποτέ δεν έχει χιονίσει, παλτό δε φοράει σχεδόν κανένας, σπάνια στα σπίτια ανάβουν μαγκάλια…Ο Νικόλας σηκώνεται πρώτος από τα χαράματα, μπαίνει στη βάρκα του και ανοίγεται στο πέλαγος για ψάρεμα…Τώρα πια είμαι σίγουρη για την αγάπη του…Τώρα πια κάνω για πρώτη φορά κάτι στη ζωή μου που μου δίνει ξεχωριστή χαρά: ασχολούμαι με το νοικοκυριό».
Η Μαντάμ Ορτάνς και η λογοτεχνία
Στη λογοτεχνία εκτός από τον «Βίο και Πολιτεία» του Αλέξη Ζορμπά με την υπογραφή του Νίκου Καζαντζάκη, η Ορτάνς αναφέρεται και σε άλλα έργα, όπως στο «Χρονικό μια Πολιτείας», όπου εμφανίζεται ως Φατμέ. Στην κινηματογραφική μεταφορά του Ζορμπά, η οποία έγινε το 1964 από τον Μιχάλη Κακογιάννη, με πρωταγωνιστές τον Άντονι Κουίν και την Άλεν Μπειτς, το ρόλο της έπαιξε η Λίλα Κεντρόβα. Μια ερμηνεία που της χάρισε το Όσκαρ του Β’ Γυναικείου Ρόλου.
Η Μαντάμ Ορτάνς πέθανε στην Ιεράπετρα, στις 2 Μαΐου 1938, σε ηλικία 75 ετών.