Ο Θανάσης Βέγγος, ο «καλός μας άνθρωπος», αποτελεί από μόνος του τεράστιο κεφάλαιο του ελληνικού κινηματογράφου και της ελληνικής κωμωδίας. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι το φαινόμενο «Βέγγος» θα μπορούσε να διδάσκεται σε σχολές επικοινωνίας και κινηματογράφου, ως εργαλείο ανάλυσης, για το πως ένας κωμικός διαμόρφωσε μέσα από τους ρόλους του έναν ολοκληρωμένο λαϊκό κινηματογραφικό ήρωα με σταθερά χαρακτηριστικά, ενσαρκώνοντας τον μέσο Έλληνα στα πλαίσια της φαρσοκωμωδίας. Αεικίνητος, σαρωτικός, φουκαράς, αγχωμένος, κυνηγημένος, καπάτσος, πολυμήχανος, φτωχός, τίμιος, γκαφατζής είναι κάποια από αυτά τα στοιχεία –αντιφατικά μεταξύ τους, όπως και του νεοέλληνα στην εποχή που σκιαγραφείται – που συνθέτουν το κινηματογραφικό φαινόμενο «Θανάσης Βέγγος».

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ

Γεννήθηκε στις 29 Μαΐου του 1927 στο Νέο Φάληρο, μοναχοπαίδι του Βασίλη και της Ευδοκίας Βέγγου. Μετά τον πόλεμο του 1940, ο πατέρας του έχασε την δουλειά του, με αποτέλεσμα να ριχτεί ο Θανάσης στον αγώνα για το μεροκάματο.

Τα χρόνια 1948-1950, εξορίστηκε στην Μακρόνησο, όπου και γνωρίστηκε με τον σκηνοθέτη Νίκο Κούνδουρο. Αυτή η γνωριμία οδήγησε στην πρώτη του εμφάνιση στον κινηματογράφο, το 1954, στην ταινία «Μαγική Πόλη».

ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ

Ο Θανάσης αν και δεν σπούδασε υποκριτική, αποφάσισε να δώσει εξετάσεις το 1959, σε ειδική επιτροπή για να πάρει την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ηθοποιού ως εξαιρετικό ταλέντο. Τις πρώτες δύο φορές που πήγε, απέτυχε. Ήταν έτοιμος να τα παρατήσει, αλλά στρώθηκε στο διάβασμα και πήγε ξανά. Ήταν η Ρένα Ντορ, η σπουδαία θεατρίνα της επιθεώρησης που πίστεψε στο ταλέντο του και επέβαλλε σχεδόν στην επιτροπή να τον περάσουν. Την ίδια χρονιά, ο Βέγγος κάνει το θεατρικό του ντεμπούτο στην επιθεώρηση «Ομόνοια πλατς πλουτς», στο θέατρο Περοκέ, δίπλα στους Νίκο Ρίζο και Γιάννη Γκιωνάκη.

Η συνέχεια της καριέρας του επικεντρώθηκε στον κινηματογράφο, που ήταν και η μεγάλη του αγάπη – μέχρι το 1997, που εμφανίστηκε στην Επίδαυρο, στον ρόλο του Δικαιόπολη στους «Αχαρνής» και το 2001 στην «Ειρήνη» του Αριστοφάνη, όπου αποθεώθηκε από το κοινό.

Ο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ

Παρά την εμπορική επιτυχία τους, η εταιρεία του Βέγγου οδηγήθηκε σε κλείσιμο, κυρίως λόγω κακής οικονομικής διαχείρισης, και έτσι ξεκινά η συνεργασία του με τον φίλο του και σκηνοθέτη Ντίνο Κατσουρίδη. Το 1971, γυρίζουν μαζί την ταινία «Τι Έκανες στον Πόλεμο Θανάση», η οποία αποσπά τρία σημαντικά βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, μεταξύ άλλων και του Α’ Ανδρικού Ρόλου για τον Θανάση Βέγγο.

Το περίοδο 1971-1976 ξεκινά πάλι συνεργασία με την Φίνος Φιλμ, σε μια σειρά ταινιών με διαφορετικό ύφος, δίπλα στους Πάνο Γλυκοφρύδη και Ερρίκο Θαλασσινό. Ξεχωρίζει η ταινία «Ο Τσαρλατάνος», στην οποία ερμηνεύει με επιτυχία τρεις διαφορετικούς ρόλους. Τελευταία του ταινία με την Φίνος Φιλμ ήταν «Ο Θανάσης στη Χώρα της Σφαλιάρας» το 1976.

Την δεκαετία του ’80, ο Βέγγος αποσύρεται από το σινεμά και γυρίζει λίγες βιντεοταινίες. Το 1991 επιστρέφει στην μεγάλη οθόνη, με την ταινία «Ήσυχες Μέρες του Αυγούστου» του Παντελή Βούλγαρη, σε μια ερμηνεία διαφορετική από όσες είχαμε συνηθίσει. Το 1995 συμμετείχε στην ταινία «Το Βλέμμα του Οδυσσέα» του Θόδωρου Αγγελόπουλου, ενώ μνημειώδης χαρακτηρίστηκε η ερμηνεία του στην ταινία «Όλα Είναι Δρόμος» του Παντελή Βούλγαρη το 1998. Η τελευταία του κινηματογραφική συμμετοχή ήταν στην ταινία «Το Πέταγμα του Κύκνου» που προβλήθηκε το 2010.

Ο δημοσιογράφος Κώστας Πάρλας είχε γράψει την παρακάτω κριτική, στην εφημερίδα «Το Βήμα», τον Μάρτιο του 1976: «Ο Θανάσης Βέγγος είναι ίσως ο μοναδικός έλληνας ηθοποιός, που εξαιτίας ακριβώς του εύρους του ταλέντου του, κατάφερε να ενσαρκώσει στην κάθε παρουσία του την πεμπτουσία του Έλληνα Ανθρωπάκου∙ αυτού που πρέπει συνεχώς να υποφέρει, που τρώει τα χαστούκια των εκάστοτε κραταιών (από οπουδήποτε κι αν προέρχονται), αυτού που φιλοσοφεί, που γελάει και κάνουν και τους άλλους να γελούν. Είναι ένα είδος σαλτιμπάγκου, μεταξύ Σαρλώ και Καραγκιόζη, που κινείται με την υπερηχητική, γκροτέσκα ταχύτητα που όμοια της δεν έχει βγει στην ελληνική οθόνη και θεατρική σκηνή.»

ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΖΩΗ

Την εποχή που γυριζόταν η ταινία «Ο Δράκος» (1956) παντρεύτηκε την Ασημίνα Καρύδη, με την οποία έμεινε μαζί μέχρι το τέλος της ζωής του. Απέκτησαν μαζί δύο γιούς, τον Βασίλη και τον Χάρη, οι οποίοι στη συνέχεια του χάρισαν εγγόνια τα οποία και υπεραγαπούσε.

Όπως μάλιστα έχει δηλώσει η σύζυγός του: “Η αγάπη του Θανάση ήταν τόσο μεγάλη για την Νίκη και τον Θανασάκη που σχεδόν έκλαιγε κάθε φορά που άκουγε το όνομά τους. Είχε λατρεία για τα δύο του εγγόνια και τίποτα δεν μπορούσε να την επισκιάσει. Ούτε τα μικροπροβλήματα υγείας. Δεν μπορείτε να καταλάβετε το πάθος του για αυτά».

Ο Θανάσης Βέγγος νοσηλευόταν από τις 19 Δεκεμβρίου 2010 στην εντατική μονάδα του νοσοκομείου Ερυθρός Σταυρός λόγω εγκεφαλικού επεισοδίου, όπου και απεβίωσε στις 3 Μαΐου 2011, λίγο πριν συμπληρώσει τα 84 χρόνια του. Η νεκρώσιμος ακολουθία εψάλη στον Ιερό Ναό της Αγίας Μαρίνας στο Θησείο την επόμενη, στις 4 Μαΐου, με παρουσία πολλών επισήμων και φίλων. Τάφηκε στην Αμοργό, τόπο καταγωγής της μητέρας του και της γιαγιάς του.

Διαβάστε επίσης