Η ανάγκη να νιώθουμε συνδεδεμένοι είναι χαρακτηριστικό της ανθρώπινης ύπαρξης.
Έχουμε ανάγκη να συνδεόμαστε όχι μόνο με άλλους ανθρώπους, αλλά και με ιδέες, με αντικείμενα, με το περιβάλλον μας. Θέλουμε να νιώθουμε κομμάτι μιας ευρύτερης εικόνας και αντλούμε αυτή την αίσθηση είτε κάνοντας ουσιαστικές συζητήσεις είτε πιάνοντας την κουβέντα στη στάση του λεωφορείου, διαβάζοντας ένα βιβλίο ή παρακολουθώντας κάτι στην τηλεόραση.
Θέλουμε στη ζωή μας ανθρώπους που μας κάνουν να αισθανόμαστε καλά και χρειαζόμαστε ανθρώπους που υποστηρίζουν την εκάστοτε εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας, ώστε να επιβεβαιώνουμε την ταυτότητά μας. Η σύνδεση είναι σημαντική, επειδή οι άνθρωποι στη ζωή μας μοιάζουν με καθρέφτες, όπου βλέπουμε τον εαυτό μας. Η αντίδραση των άλλων λειτουργεί ως ένα είδος ελέγχου και ισορροπίας για την πνευματική υγεία μας.
Δεν χρειαζόμαστε όλοι τον ίδιο αριθμό συνδέσεων – ορισμένοι μπορούμε να ζούμε με ελάχιστες κι άλλοι με περισσότερες.
Αν θέλουμε να συνδεθούμε με άλλους ανθρώπους, πρέπει να βρούμε το κουράγιο να γίνουμε δεκτικοί, να φανερώσουμε τις αδυναμίες μας και να φροντίσουμε τους άλλους, όταν κάνουν κι εκείνοι το ίδιο. Για να κατανοήσουμε σε βάθος ένα άλλο άτομο και να μας κατανοήσει κι εκείνο, δεν είναι ανάγκη να είμαστε ίδιοι. Δεν χρειάζεται να έχουμε τα ίδια συναισθήματα, ούτε απουσία συναισθημάτων. Δεν χρειάζεται να έχουμε τα ίδια χαρακτηριστικά, δεν χρειάζεται καν να έχουμε τις ίδιες απόψεις. Όμως πρέπει να είμαστε πρόθυμοι να γίνουμε ευάλωτοι, να εκφράσουμε το πώς βιώνουμε τον κόσμο, τις αντιδράσεις μας, τα συναισθήματα και τις σκέψεις μας. Και πρέπει να είμαστε δεκτικοί, ώστε να μας επηρεάσει κι ο άλλος με τη σειρά του. Το σημαντικό είναι να καταφέρουμε να κατανοήσουμε πώς αισθάνεται κάποιος, να τον νιώσουμε και να μας νιώσει κι εκείνος.
Για να συνδεθούμε πραγματικά με τους άλλους, δεν πρέπει να είμαστε οι άνθρωποι που πιστεύουμε πως οφείλουμε να είμαστε ή που οι άλλοι θέλουν να είμαστε, αλλά οι άνθρωποι που είμαστε στ’ αλήθεια. Αν δεν πάρουμε το ρίσκο να διώξουμε κάποιον από κοντά μας, δεν θα δώσουμε ποτέ στον εαυτό μας την ευκαιρία να μας γνωρίσουν οι άλλοι. Για να μας γνωρίσουν, πρέπει να μας δουν, και δεν πρόκειται να μας δουν ποτέ, εάν κρυβόμαστε. Συχνά, η αγωνία μήπως δώσουμε λάθος εντύπωση εμποδίζει τη σύνδεση. Ένας τρόπος για να παρακάμψουμε αυτό το συναίσθημα είναι να το αντικαταστήσουμε, δείχνοντας ενδιαφέρον για τον άνθρωπο που μόλις γνωρίσαμε. Αυτό σημαίνει να μεταθέτουμε την προσοχή μας από την ανασφάλεια για τον εαυτό μας προς την περιέργεια για τον άλλο. Όταν το καταφέρουμε αυτό, θα είναι ευκολότερο να χαρούμε την παρέα κάποιου, αντί να νιώσουμε πως μας εξουθενώνει.
Ένας από τους τρόπους να βελτιώσουμε τη σύνδεση είναι να μιλάμε τη στιγμή που συμβαίνει κάτι και να λύνουμε τα προβλήματα συζητώντας, αντί να νομίζουμε πως τα πάντα πρέπει να είναι τέλεια προτού ανοίξουμε το στόμα μας. Αυτό προϋποθέτει να μη φιλτράρουμε τις σκέψεις μας. Απλώς πείτε σε κάποιον «θέλω να σε γνωρίσω» ή προσπαθήστε να διατυπώσετε άλλες τρομακτικές και αποκαλυπτικές για εσάς σκέψεις, χωρίς να είστε βέβαιοι για το πώς θα γίνουν δεκτές. Έτσι, θα μπορέσετε να δείτε πραγματικά πώς νιώθετε σε μια σχέση, αντί να τη φαντάζεστε. Μιλήστε αυθόρμητα. Δοκιμάστε να είστε ο εαυτός σας, που νιώθει αβέβαιος για το πώς θα γίνει αποδεκτός. Τολμήστε να μοιραστείτε. Κι είναι αυτό μια ασφαλής συνταγή για να αποφεύγετε τις αποτυχίες; Όχι. Είναι ρίσκο. Αλλά ένα ρίσκο που αξίζει τον κόπο να πάρετε. Αν η σχέση που έχουμε βρίσκεται μόνο στη φαντασία μας και υποθέτουμε πως ξέρουμε με ποιον τρόπο θα αντιδράσει ο άλλος στην παρουσία μας, τότε ουσιαστικά δεν έχουμε καμία σχέση.
Αν δείχνετε στους άλλους ποιοι είστε, αλλά ακόμη δυσκολεύεστε να βρείτε μια ομάδα, τότε ίσως θα πρέπει να ψάξετε αλλού για τη φυλή σας. Αναλογίζομαι πόσο άνετα νιώθω στο Λονδίνο, όπου είμαι μέλος σε πολλές ομάδες – άλλες επίσημες, όπως μια χορωδία στην οποία συμμετέχω, κι άλλες ανεπίσημες, όπως είναι μια παρέα φίλων. Προτού εγκατασταθώ εδώ, θυμάμαι, βρισκόμουν σε σύγχυση, σαν να έμενα συχνά εκτός. Νομίζω πως αυτό συνέβαινε επειδή ακόμη δεν είχα βρει τους ανθρώπους μου. Το στερεότυπο πως, αν μετακινηθείς από μια κωμόπολη σε μια μεγαλούπολη, θα μπορέσεις να βρεις εκεί τους ανθρώπους σου βγάζει νόημα, επειδή, όταν έχεις τη δυνατότητα να επιλέξεις από μια μεγαλύτερη ομάδα, έχεις περισσότερες πιθανότητες να γνωρίσεις ανθρώπους που έχουν την ίδια νοοτροπία με εσένα. Ίσως δεν είχα βρει ακόμη τους ανθρώπους μου, επειδή δεν είχα ανακαλύψει πραγματικά ποια ήμουν. Ένας από τους καλύτερους τρόπους να μάθεις ποιος πραγματικά είσαι είναι η αυθόρμητη συζήτηση με τους άλλους.
*Απόσπασμα από Το βιβλίο που θέλεις να διαβάσουν όσοι αγαπάς, της Philippa Perry, συγγραφέας του διεθνούς best seller, Το βιβλίο που θα ήθελες να είχαν διαβάσει οι γονείς σου.
Αυτό είναι το βιβλίο που θα θέλατε να διαβάσουν όλοι όσοι αγαπάτε, επειδή οι σχέσεις δεν χτίζονται από έναν άνθρωπο μόνο. Χρειάζονται δύο για να συνδεθούν και να συζητήσουν. Δεν προσαρμοζόμαστε από μόνοι μας και πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι να δεχτούμε την επίδραση των ανθρώπων που αγαπάμε (κι εκείνων που δεν αγαπάμε). Κι αντίστροφα, όταν αλλάζουμε κι εξελισσόμαστε, επηρεάζουμε με τη σειρά μας τους άλλους.
Σε αυτό το πρακτικό, πνευματώδες κι εγκάρδιο βιβλίο, η ψυχοθεραπεύτρια και συγγραφέας Philippa Perry μάς δείχνει πώς να προσεγγίζουμε τα μεγάλα προβλήματα της ζωής.
*Πώς βρίσκουμε τον έρωτα και πώς τον διατηρούμε;
*Τι μπορούμε να κάνουμε για να διαχειριζόμαστε καλύτερα τις συγκρούσεις;
*Πώς αντιμετωπίζουμε την αλλαγή και την απώλεια;
*Τι σημαίνει ικανοποίηση για τον καθένα από εμάς;
*Άραγε είναι οι άλλοι ενοχλητικοί, ή, μήπως, είμαστε εμείς το πρόβλημα;
Όπως σημειώνει και η συγγραφέας στον επίλογο του βιβλίου «ορισμένες από τις θεωρίες αυτού του βιβλίου θα σας είναι χρήσιμες. Άλλες θα μιλήσουν στην καρδιά σας – θα σας πουν πράγματα που γνωρίζατε βαθιά μέσα σας εξαρχής, αλλά ποτέ δεν είχατε εκφράσει με λέξεις. Και για κάποιες άλλες ίσως δεν είστε ακόμη έτοιμοι. Ή μπορεί να μην κάνουν για εσάς, και δεν πειράζει καθόλου».
Πηγή: dioptra.gr
Photo cover:pixabay.com/ Mohamed_hassan/reading
Διαβάστε επίσης: