«Η δημιουργική Μουσικοθεραπεία είναι μια προσέγγιση, που βασίζεται στον αυτοσχεδιασμό σε ατομικό και ομαδικό επίπεδο, και αναπτύχθηκε από τους P. Nordof και C. Robbins, μετά από μακροχρόνιες παρατηρήσεις ηχογραφημένων συνεδριών ατομικής Μουσικοθεραπείας.
Τα κλινικά αποτελέσματα των παρατηρήσεων αυτών τους οδήγησαν στη δημιουργία ενός πλούσιου ρεπερτορίου με μουσικό υλικό προς θεραπευτική χρήση» (Bruscia, 1987:23).
Δύο πολύ σημαντικές προσωπικότητες στον χώρο της μουσικοθεραπείας, ο Paul Nordoff και ο Clive Robbins, βασίζουν την ενεργητική, δημιουργική και αυτοσχεδιαστική προσέγγιση της θεραπείας τους στην έμφυτη εξατομικευμένη μουσικότητα, η οποία παραμένει άθικτη και ενεργοποιείται με σκοπό να συμμετάσχει στη διαδικασία προσωπικής ανάπτυξης, παρά τις όποιες σημαντικές αδυναμίες του εκάστοτε ανθρώπου που τη δέχεται. Η ενδογενής αυτή εν δυνάμει μουσικότητα, χαρακτηρίζεται από τους NordoffRobbins, ως μουσικό παιδί, (music child) (Tyler, 2000; Aigen, 2008).
Τα κύρια χαρακτηριστικά της δημιουργικής Μουσικοθεραπείας
Στη συγκεκριμένη προσέγγιση ο θεραπευτής δημιουργεί και αυτοσχεδιάζει τη μουσική που θα χρησιμοποιήσει στη θεραπευτική διαδικασία. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, ο θεραπευτής χρησιμοποιεί τη μουσική που συνέθεσε δημιουργικά σε κάθε συνεδρία, με στόχο την ανάπτυξη επικοινωνίας με τον πελάτη και τη διατήρησή της κάθε στιγμή, ώστε να δημιουργηθεί η θεραπευτική εμπειρία. Σε ένα τρίτο επίπεδο, ο θεραπευτής «χτίζει» μια σειρά εμπειριών από συνεδρία σε συνεδρία, οι οποίες θα στηρίξουν τη δημιουργική εξέλιξη του πελάτη. Με λίγα λόγια, ο θεραπευτής δημιουργεί.
Όμως, εκείνο, που έχει ουσιαστική σημασία σχετικά με τον αυτοσχεδιασμό του θεραπευτή είναι να καταφέρει να «δεσμεύσει» τον πελάτη να παίξει μουσική. Από αυτό το σημείο και μετά, οι μουσικές απαντήσεις του πελάτη θα αποτελέσουν και τη βάση των θεραπευτικών του εμπειριών με τη συνεργασία θεραπευτή και πελάτη για μουσική δημιουργία και για αυτό και η προσέγγιση ονομάστηκε «δημιουργική».
Η προσέγγιση αυτή είναι περισσότερο ενεργητική παρά δεκτική, δίνοντας βαρύτητα στη δημιουργία της μουσικής παρά στην ακρόαση, και αυτό επειδή δεσμεύει την προσοχή του πελάτη, τον εισάγει σε ενεργητική συμμετοχή και προσωπική δέσμευση και εξωτερικεύει τις εσωτερικές εμπειρίες που δημιουργούνται από τη μουσική.
Και όσο ο πελάτης/παιδί συμμετέχει ενεργά, τόσο και η μουσική αλλάζει, κρατώντας ενεργές τις συναισθηματικές εμπειρίες του και προσβάσιμες για εξερεύνηση και μετάλλαξη. Με λίγα λόγια, η μουσική χρησιμοποιείται η ίδια ως θεραπεία, ως το κυρίαρχο θεραπευτικό μέσο, που μπορεί να κινητοποιήσει και να επηρεάσει τη θεραπευτική εξέλιξη του πελάτη, επειδή λειτουργεί και ως ερέθισμα και ως ανταποκριτικό μέσο, όπου η λεκτική παρέμβαση χρησιμοποιείται ελάχιστα.
Η ομαδική συνεδρία επικεντρώνεται στη μάθηση, ερμηνεία και ανταπόκριση σε ήδη συνθεμένη μουσική (τραγούδια, ορχηστρικά κομμάτια και μουσικά θεατρικά δράματα) ή στον αυτοσχεδιασμό του θεραπευτή, που θα συνοδεύσει δραστηριότητες και οι πελάτες θα εισαχθούν σε διάφορους τύπους δομημένου αυτοσχεδιασμού.
Σχετικά με τον αυτοσχεδιασμό, συνήθως δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένα θέματα/τίτλους, ακολουθεί όμως κάποιους μουσικούς κανόνες και το νόημά του συνήθως αναζητείται μέσα στην ίδια τη μουσική και όχι έξω από αυτή.
Photo cover:pixabay.com/PublicDomainPictures-people
Μουσικοθεραπεία: Ο Τρίτος Δρόμος, απόσπασμα
ΔΡ. ΝΤΟΡΑ ΨΑΛΤΟΠΟΥΛΟΥ – ΚΑΜΙΝΗ Λέκτορας ΤΜΣ ΑΠΘ, Μουσικο-ψυχοθεραπεύτρια PhD, MA-CMT, Ψυχαναλύτρια,
Διαβάστε επίσης: