Είναι από τα ελάχιστα ελληνικά προϊόντα που έχουν συνδεθεί τόσο στενά με την σύγχρονη ιστορία της χώρας. Η μπύρα Φιξ και η Ελλάδα μοιάζουν να έχουν μία ιστορία παράλληλη, και να σκεφτεί κανείς πως η οικογένεια πίσω από αυτήν, ήταν Βαυαροί!

Όμως, εδώ γεννήθηκε η ιδέα της δημιουργίας της, ενώ οι Φιξ την περίοδο της ακμής τους, κατάφεραν χρησιμοποιώντας τη διαφήμιση (σε μία εποχή που δεν ήταν τόσο διαδεδομένη) να περάσουν το προϊόν τους στη συνείδηση του Έλληνα. «Πίνε Φιξ, κάνει καλό». Πρόκειται για ένα από τα πιο πετυχημένα σλόγκαν σε διαφήμιση προϊόντος, που κατάφερε με ευκολία -και με την καστανή Αλίκη Βουγιουκλάκη σε πρωταγωνιστικό ρόλο – να περάσει στη συνείδηση του Έλληνα, μισό και παραπάνω αιώνα πριν.

Πώς ξεκίνησαν όλα…

Η ιστορία ξεκινάει περίπου πριν 150 χρόνια, και συγκεκριμένα στο 1850, με πρωταγωνιστή τον Γιάννη Φιξ (Φουξ, στην γερμανική), τον πρωτότοκο γιο του Γεωργίου Ιωάν. Φιξ. Ο Γιάννης γεννήθηκε στις 3 Ιανουαρίου 1832 στο Mϋhldorf της Βαυαρίας, όπου και σπούδασε την επιστήμη της ζυθοποιίας. Σε ένα ταξίδι του από το Μόναχο για να δει τον πατέρα του, που ήταν μηχανικός μεταλλείων στα λιγνιτωρυχεία της Κύμης και του Λαυρίου, ο νεαρός και οξυδερκής 18χρονος Γιάννης, κατευθυνόταν προς το πατρικό του σπίτι, που βρισκόταν στη Μαγκουφάνα, τη σημερινή Πεύκη. Η μοίρα, όμως, έμελλε να τον στιγματίσει για όλη του τη ζωή.

Καθώς ο νεαρός Φιξ πλησίαζε, άκουσε πυροβολισμούς στο δρόμο. Στην περιοχή, όπως πληροφορήθηκε αργότερα, κυκλοφορούσαν ανενόχλητοι ληστές. Παρατήρησε ότι στο δρόμο βρισκόταν πεσμένος νεκρός ένας άντρας. Πλησιάζοντας, αναγνώρισε αμέσως τον πατέρα του. Το σοκ είναι τεράστιο. Μετά τον αδόκητο θάνατο του πατέρα του, παίρνει τη μεγάλη και καθοριστική απόφαση να μείνει στην Ελλάδα και να δραστηριοποιηθεί σε διάφορες επιχειρήσεις.

@Βικιπαίδεια

Ο Γιάννης Φιξ, παρά την οικονομική κατάσταση που επικρατούσε τότε στην Ελλάδα, καθώς και την κρισιμότητα της εποχής, αναλαμβάνει το ρίσκο να προχωρήσει με ένα άγνωστο προϊόν, για τη χώρα την εποχή εκείνη. Ιδρύει, λοιπόν, τη ζυθοποιία FIX το 1864 και καθώς ήταν ο επίσημος προμηθευτής της βασιλικής αυλής, θεωρούνταν ότι κατείχε μονοπωλιακή θέση στην αγορά και αναγνωρίστηκε από τις υπόλοιπες, που δραστηριοποιούνταν, τότε, στη νεοσύστατη αθηναϊκή αγορά.

Το ζυθοποιείο εγκαθίσταται στο Κολωνάκι, που αποτελούσε κοντινό προάστιο και η μπύρα Fix σύντομα κερδίζει τους Έλληνες, γίνεται μόδα και εξαπλώνεται σε όλη την Αθήνα. Ο Φιξ ανοίγει την πρώτη του μεγάλη μπυραρία στις πλαγιές του Αρδηττού. Από το όνομα της μπυραρίας, «Μετς» πήρε στη συνέχεια το όνομά της η περιοχή και το κρατάει μέχρι και σήμερα.

Η πελατεία ολοένα και αυξάνεται, ο χώρος δεν επαρκεί και ο Ιωάννης Φιξ αποφασίζει να μεταφέρει το σπίτι του και το μαγαζί του στη λεωφόρο Συγγρού. Παράλληλα, έχει παντρευτεί κι έχει αποκτήσει δύο γιους, ο μεγαλύτερος εκ των οποίων, ο Κάρολος αναλαμβάνει ενεργό ρόλο στην επιχείρηση. Η μικρή χειροκίνητη βιοτεχνία μεγαλώνει μέρα με τη μέρα και σε λίγα χρόνια εξελίσσεται σε ατμοκίνητο εργοστάσιο, εξοπλισμένο με τα τελειότερα για την εποχή μηχανήματα παρασκευής μπύρας. Μάλιστα, έδωσε το όνομά του στην ευρύτερη περιοχή.

Μάλιστα, πληροφορείται ότι στην Ευρώπη αρχίζει η παραγωγή τεχνητού ψύχους. Χωρίς καθυστέρηση, συγκεντρώνει τις οικονομίες του κι εφοδιάζει το μικρό του εργοστάσιο με ψυκτικά μηχανήματα. Έτσι, έφερε στην Ελλάδα, για πρώτη φορά, τον τεχνητό πάγο.

@Κάρολος Φιξ/Βικιπαίδεια

Η συνέχεια της δυναστείας και η Αλίκη Βουγιουκλάκη

Το 1922 ο Κάρολος Φιξ πεθαίνει, αφήνοντας το εργοστάσιο στους δύο γιους του, Γιάννη και Αντώνη. Τα δύο αδέλφια εργάστηκαν μεγαλώνοντας ακόμη περισσότερο την επιχείρηση. Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, εποχή βιομηχανικής ανασυγκρότησης της χώρας, αποφασίζεται η ριζική ανακαίνιση-ανακατασκευή του εργοστασίου και ο σχεδιασμός του έργου αυτού ανατίθεται από την οικογένεια Φιξ στον αρχιτέκτονα Τάκη Ζενέτο, πρωτοπόρο εκπρόσωπο του μεταπολεμικού μοντερνισμού στην Ελλάδα.

Είναι τέλη της δεκαετίας του ’50 και η Αλίκη Βουγιουκλάκη έχει ήδη κάνει τα πρώτα της βήματα στον ελληνικό κινηματογράφο, με όλες τις προϋποθέσεις να γίνει μεγάλη σταρ. Τότε, ήταν ακόμη καστανή και στο όλο φρεσκάδα πρόσωπό της, η οικογένεια Φιξ είδε την ιδανική κοπέλα για να διαφημίσει τη μπύρα. Εξάλλου, το προϊόν, ήδη εμφανιζόταν σε αρκετές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου.

Στη διαφήμιση, που πλέον είναι συλλεκτική, η νεαρή Αλίκη καλούσε το κοινό να ενδώσει σε ένα ποτήρι μπύρας, με το σλόγκαν «Πίνε Φιξ, κάνει καλό». Μέχρι τότε, η Φιξ είχε την πρωτοκαθεδρία στην αγορά, όμως, δεν άργησαν να έρθουν τα πρώτα προβλήματα που αποδείχθηκαν και η αρχή του τέλους της ιστορικής μπύρας από την οικογένεια.

Η αρχή του τέλους

Προηγουμένως, ο Αντώνης Φιξ διαχωρίζεται από την οικογένεια, ιδρύοντας τη δική του μπύρα (Άλφα). Τη δεκαετία του ’60, όμως, ξεκινάνε οι πολιτικές περιπέτειες, που έφεραν και την πτώση. Ο Γεώργιος Παπανδρέου καταργεί το μονοπώλιο, μετά από τις καταγγελίες λιανοπωλητών, πως η εταιρεία υιοθετούσε εκβιαστικές πρακτικές, για να προωθήσει τη νέα της γραμμή από αεριούχα ποτά.

Η κυβέρνηση δίνει άδεια για κυκλοφορία νέων προϊόντων κι έτσι στην ελληνική αγορά εισέρχονται με φόρα οι Heineken και Amstel, ρίχνοντας σχεδόν έναν αιώνα μετά τη Fix από την κορυφή.

Και δεν ήταν μόνο αυτό. Η χήρα του Ιωάννη Φιξ, Μαριάνθη ήταν παντρεμένη με τον Πέτρο Γαρουφαλιά (κουμπάρος στο γάμο τους ήταν ο Γεώργιος Παπανδρέου), όμως, η εμπλοκή του στην Αποστασία το ’65, μοιραία συνδέθηκε με τις αρνητικές συνέπειες με τη ζυθοποιία. Μάλιστα, τότε οι πολίτες παράφραζαν το σλόγκαν «Πίνε Φιξ, κάνει καλό» σε «Πίνε Φιξ, κάνει κακό».

Όλες αυτές οι πολιτικές αναταράξεις, καθώς και το μποϋκοτάζ συσσώρευσαν τα οικονομικά προβλήματα για να έλθει η πτώχευση το 1982. Το ιστορικό εργοστάσιο κλείνει και κατ’ επέκταση σταματά η παραγωγή της ιστορικότερης ελληνικής μπύρας.

Το σήμα πέρασε την Εθνική, όχι, όμως και η συνταγή. Όπως είχε εξομολογηθεί ο Κάρολος Φιξ σε συνέντευξή του στον Χρήστο Ζαμπούνη, αυτή παραμένει κλειδωμένη σε ένα χρηματοκιβώτιο στην Βαυαρία, αποτελώντας οικογενειακό μυστικό.

Σήμερα, η μπύρα Fix κυκλοφορεί από την «Ολυμπιακή Ζυθοποιία», ενώ στο ιστορικό κτίριο στη Συγγρού (που ανακατασκευάστηκε) στεγάζεται το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.

Διαβάστε επίσης