Εξήντα χρόνια συμπληρώθηκαν από τότε που έκανε πρεμιέρα στους κινηματογράφους, το «Για μια χούφτα δολάρια». Η θρυλική ταινία, που έκανε μόδα τα σπαγγέτι – γουέστερν, τον Σέρτζιο Λεόνε περιζήτητο, ενώ καθιέρωσε τον Κλιντ Ίστγουντ ως ένα από τα πιο περιζήτητα ονόματα του κινηματογράφου. Και φυσικά, είναι η ταινία που ανέδειξε (και αναδείχτηκε) τον τεράστιο Ένιο Μορικόνε.
Αυτές είναι κάποιες βασικές πληροφορίες για τη θρυλική ταινία. Ωστόσο, πίσω από το «Για μια χούφτα δολάρια» υπάρχουν πολλές ιστορίες, άγνωστες στον πολύ κόσμο.
Ας δούμε κάποιες από αυτές.
Η πενιχρή αμοιβή του Ίστγουντ
Η αλήθεια είναι πως κανένας δεν είχε πιστέψει σε αυτό το «περίεργο» και χαμηλού προϋπολογισμού γουέστερν, πέρα από τον Κλιντ Ίστγουντ, τον άσημο τότε ηθοποιό, που η αμοιβή του ήταν πραγματικά «μια χούφτα δολάρια». Πάντως, αν γνώριζε εκείνη την εποχή την ικανότητα των συντελεστών της ταινίας, θα έπρεπε να δώσει και από την τσέπη του, για να πάρει τον θρυλικό ρόλο του «μοναχικού ήρωα χωρίς όνομα».
Υπέγραψαν με ψευδώνυμα
Η ταινία έκανε πρεμιέρα το 1964, έχοντας στους τίτλους μόνο τον τότε σχεδόν άσημο Κλιντ Ίστγουντ, αφού όλοι οι υπόλοιποι συντελεστές είχαν επιλέξει να υπογράψουν με ψευδώνυμα! Ο Σέρτζιο Λεόνε ως Μπομπ Ρόμπερτσον, ο Ένιο Μορικόνε ως Λέο Νίκολς, ο διευθυντής φωτογραφίας Μάσιμο Νταλαμάνο ως Τζακ Ντάλμας και ο συμπρωταγωνιστής και ήδη καταξιωμένος ηθοποιός του ευρωπαϊκού σινεμά, Τζιαν Μαρία Βολοντέ ως Τζον Γουέλς.
Τα σπαγγέτι – γουέστερν έγιναν μόδα
Η συγκυρία να ενώσουν τις δυνάμεις τους οι τρεις βασικοί συντελεστές – Λεόνε, Ίστγουντ και Μορικόνε- αλλά και η βούληση ότι το κλασικό γουέστερν είχε αρχίσει να κουράζει επικίνδυνα με τις αρχές και αξίες των αμερικάνικων ιδεωδών, έφερε τα σπαγγέτι – γουέστερν στην επιφάνεια. Κύρια χαρακτηριστικά, ο ήρωας με το άγνωστο και αμφιλεγόμενο παρελθόν, η έξαψη της βίας, η παρακμιακή ατμόσφαιρα, οι διφορούμενοι χαρακτήρες, η ξεχωριστή μουσική, τα λοξά πλάνα, αλλά και ότι είναι κατά βάση γυρισμένα από Ιταλούς σκηνοθέτες, με τεχνικό τιμ και δευτερεύοντες ρόλους από Ισπανούς.
Ο Ίστγουντ δεν ήταν η πρώτη επιλογή
Εδώ, αξίζει να αναφερθεί ότι ο Κλιντ Ίστγουντ, ο μόνος που πίστεψε στο φιλμ, δεν ήταν η πρώτη επιλογή για το ρόλο του «ανθρώπου χωρίς όνομα», τον οποίο πήρε τελικά μετά από απίστευτες καραμπόλες. Ο Λεόνε είχε προσφέρει τον ρόλο στον Τζέιμς Κόμπερν, ο οποίος ζήτησε υπέρογκη αμοιβή, ενώ η δεύτερη επιλογή ήταν ο Τσαρλς Μπρόνσον που είχε απορρίψει, ως απαράδεκτο, το σενάριο. Ακόμη και ο Ρίτσαρντ Χάρις δεν θέλησε να συμμετάσχει και πρότεινε τον Έρικ Φλέμινγκ, ο οποίος τελικά έδειξε τον Κλιντ Ίστγουντ.
Ο ηθοποιός αγόρασε τα σκουρόχρωμα τζιν από ένα μαγαζάκι στην Χόλιγουντ Μπούλεβαρντ, βρήκε το καπέλο στη Σάντα Μόνικα, φορούσε το ίδιο και άπλυτο πόντσο και στις τρεις ταινίες (ακολούθησαν τα φιλμ «Μονομαχία στο Ελ Πάσο» και «Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος»), ενώ υιοθέτησε με ενθουσιασμό την ιδέα του Ιταλού σκηνοθέτη να έχει μόνιμα στο στόμα ένα πουράκι, παρότι δεν κάπνιζε ο ίδιος.
Ο Μορικόνε έγραψε τη μουσική πριν την ταινία
Την ταινία έχει σημαδέψει η πρωτόγνωρη και εκπληκτική μουσική του Ένιο Μορικόνε. Μια μουσική που έγραψε πριν από τα γυρίσματα, κατ’ απαίτηση του Λεόνε, αφού ήθελε να σκηνοθετεί ακούγοντας τη μουσική. Ο θρυλικός συνθέτης, θα εισάγει για πρώτη φορά σφυρίχτρες, κουδούνια, ιταλικά λαϊκά όργανα, πνευστά και έγχορδα που στριγκλίζουν και τα συνθέτει με μαγικό τρόπο.
Η «ιερή τριάδα» των γουέστερν
Ο Σέρτζιο Λεόνε, που έφτασε στην κορυφή με το αριστουργηματικό σπαγγέτι γουέστερν «Κάποτε στη Δύση», θα φύγει πρόωρα το 1989, αλλά είχε προλάβει να αφήσει για πάντα το στίγμα του στον κινηματογράφο. Ο Ένιο Μορικόνε θα έχει μία μακρά και αξιοθαύμαστη πορεία και θα καταστεί ως κορυφαίος συνθέτης του κινηματογράφου.
Ο Κλιντ Ίστγουντ, ο μόνος από την «ιερή τριάδα» που είναι εν ζωή, εξακολουθεί να είναι ενεργός πίσω και μπροστά από την κάμερα. Μετά την ταινία, είδε τις πόρτες να ανοίγουν διάπλατα και τον ίδιο να φτιάχνει τον μύθο του, τόσο ως ηθοποιός και κατόπιν ως σκηνοθέτης. Κάτι, που ελάχιστοι το έχουν πετύχει στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ