Η Κατερίνα Βρανά ήταν καλεσμένη στην εκπομπή «Πρωίαν σε είδον», όπου μίλησε για τη σχέση που έχει με τους γονείς της, αλλά και τις καθημερινές της συνήθειες. Επιπλέον, αναφέρθηκε στο πρόβλημα υγείας της και την κοινότητα των ΑΜΕΑ.

«Πάντα είχα μια φυσική εξωστρέφεια κι ακόμα την έχω. Από μικρή έκανα συνέχεια παραστάσεις στο κρεβάτι μου μπροστά στους γονείς μου ή και χωρίς κοινό και δεν με ένοιαζε», ανέφερε αρχικά.

Και συνέχισε η Κατερίνα Βρανά: «Σε αντίθεση με το στερεότυπο ότι το παιδί θέλει να είναι ο γονιός πάντα στο κοινό, εγώ δεν ήθελα. Αν έρθουν, ήθελα να μην τους βλέπω. Ντρέπεσαι, δεν έχεις την ίδια άνεση. Το έχω ξεπεράσει πια αυτό, βοήθησε το ότι ήμουν ημίγυμνη στο νοσοκομείο για μήνες. Είχα ήδη πολύ χαμηλά τη ντροπή, αλλά μετά από αυτό που συνέβη, χάθηκε τελείως».

Για τις καθημερινές της συνήθειες, η ταλαντούχα κωμικός ανέφερε: «Με εκνευρίζουν τα πάντα και την παλεύω με χιούμορ. Εκνευρίζομαι πάρα πολύ εύκολα και νομίζω ο μόνος τρόπος αποφόρτισης είναι γερό μπινελίκι και γέλιο. Τα χώνω όσο πιο πολύ μπορώ. Βρίζω πολύ, γεμίζει το στόμα. Σαν να αναλαμβάνει το βρισίδι και παίρνει το φορτίο του νεύρου και φεύγει και ανακουφίζεσαι. Προσπαθώ να μη βρίζω τον άλλο, αλλά να ρίχνω το μπινελίκι στον αέρα. Αν βρίζεις τον άλλο, προσθέτει έξτρα εκνευρισμό. Αν με εκνευρίσει κάποιος πρόσωπο με πρόσωπο, προσπαθώ να φύγω, αλλά με το αμαξίδιο είναι δύσκολο».

Η Κατερίνα Βρανά μίλησε επίσης, για την κοινότητα των ΑΜΕΑ. «Τη δική μου είσοδο στην κοινότητα των ΑΜΕΑ την έκανα μόνη μου τελείως, δηλαδή δεν ήταν ατύχημα, το ανέβασα ένα level. Έχω μάθει πολλά στον κόσμο των ΑΜΕΑ. Ήταν όπως ήταν πάντα στην Ελλάδα, τσακωνόμαστε μεταξύ μας ακόμα κι αν αυτό είναι σπάνιο, υπάρχουν διαφωνίες. Τα άτομα που έχω γνωρίσει είναι καταπληκτικά. Περνάω τέλεια μαζί τους. Έχω μάθει πολλά από εκείνους για την αναπηρία. Ο περισσότερος κόσμος με αναπηρία τείνει να έχει και χιούμορ», ανέφερε.

Τέλος, συμπλήρωσε: «Η αναπηρία είναι σαν να πηγαίνεις σε άλλη χώρα και να μαθαίνεις άλλα έθιμα, άλλον τρόπο ζωής. Δεν πέρασα δύσκολα μαθαίνοντας την αναπηρία μου, γιατί ήταν τόσο σταδιακό. Ξεκίνησε από το “θα πεθάνεις” κι έπειτα “τελικά δεν θα πεθάνεις”. Μετά πρώτη χαρά, ότι θα είμαι παράλυτη από τον λαιμό και κάτω και τελικά, δεν θα είμαι παράλυτη. Οπότε το ότι δεν θα έχω απλά την κινητικότητα που είχα, δεν μου φαινόταν τίποτα. Σκέφτηκα “έχω χέρια, έχω πόδια”. Μου δόθηκε μεγάλο διάστημα να συμφιλιωθώ με όλο αυτό, γιατί σε κάποια φάση τυφλώθηκα κιόλας. Εκεί τα πήρα, έλεγα “έλεος”».

Διαβάστε επίσης