Σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου, η ταινία της Φίνος Φιλμ «Λόλα» μάγεψε το κοινό με την ατμοσφαιρική noir αισθητική, τις συγκλονιστικές ερμηνείες και την ακαταμάχητη μουσική του Σταύρου Ξαρχάκου.
Η βραδιά της πρεμιέρας
Στις 17 Φεβρουαρίου 1964, ο Φίνος, ο Δημόπουλος και ο Λυμπερόπουλος, γεμάτοι αγωνία, περίμεναν τις αντιδράσεις του κοινού. Η “Λόλα” έκανε την πρώτη της προβολή στους κινηματογράφους της Αθήνας από νωρίς το πρωί.
Καθώς η μέρα περνούσε, οι διθυραμβικές κριτικές άρχισαν να καταφθάνουν. Το βράδυ, η αίθουσα γέμισε με αστέρια. Η Τζένη Καρέζη, ο Νίκος Κούρκουλος, ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, ο Παντελής Ζερβός, ο Γιάννης Βογιατζής, ο Νίκος Φέρμας, ο Λαυρέντης Διανέλλος, ο Σπύρος Καλογήρου και τόσοι άλλοι σπουδαίοι ηθοποιοί κάθισαν μαζί με το κοινό για να δουν την ταινία τους στην μεγάλη οθόνη.
Μαζί τους ήταν και ο νεότατος τότε Σταύρος Ξαρχάκος, μαζί με την πρωτοεμφανιζόμενη Βίκυ Μοσχολιού, που δεν φανταζόταν ακόμα πόσο η ερμηνεία της σε αυτήν την ταινία θα σημάδευε την καριέρα της.
Η “Λόλα” γνώρισε θριαμβευτική πορεία, κόβοντας 313.822 εισιτήρια στην Α’ προβολή της. Σήμερα, 60 χρόνια μετά, παραμένει ένα από τα πιο ξεχωριστά νουάρ του ελληνικού κινηματογράφου, με αξέχαστες ερμηνείες, μοναδική ατμόσφαιρα και αξεπέραστη μουσική.
Λίγα λόγια για την πλοκή:
Η Λόλα, μια κοπέλα με αβέβαιο παρελθόν, ζει και εργάζεται σε ένα καμπαρέ της Τρούμπας. Ερωτεύεται τον Άρη, έναν άντρα με βίαιο παρελθόν, ο οποίος μόλις έχει αποφυλακιστεί. Η σχέση τους δοκιμάζεται από τις σκιές του παρελθόντος και τις ίντριγκες του σκοτεινού κόσμου της νύχτας. Ο Άρης καλείται να αντιμετωπίσει τους εχθρούς του, ενώ η Λόλα παλεύει για τον έρωτά τους.
Η ταινία εξελίσσεται σε ένα θρίλερ γεμάτο πάθος, προδοσία και εκδίκηση. Ο Άρης έρχεται αντιμέτωπος με τον Στέλιο, τον ιδιοκτήτη του καμπαρέ, ο οποίος διεκδικεί την Λόλα. Μέσα από μια σειρά από απρόβλεπτες εξελίξεις, οι ήρωες καλούνται να πάρουν δύσκολες αποφάσεις που θα καθορίσουν το μέλλον τους.
Η “Λόλα” δεν είναι απλά μια ταινία ερωτικής περιπέτειας. Αγγίζει καίρια κοινωνικά ζητήματα της εποχής, όπως η φτώχεια, η εκμετάλλευση και η βία. Μέσα από την ατμοσφαιρική σκηνοθεσία και τις ερμηνείες των ηθοποιών, η ταινία αποτυπώνει με ρεαλισμό και ωμή ειλικρίνεια τον σκοτεινό κόσμο της Τρούμπας.
Για τις ανάγκες της ταινίας, ο δρόμος της Τρούμπας δημιουργήθηκε μέσα στα στούντιο της Finos Film, γιατί το περιβάλλον της Τρούμπας τότε ήταν πολύ εχθρικό για να πραγματοποιηθούν τα γυρίσματα. Με αυτή την ταινία επιστρέφει στην Finos Film η Τζένη Καρέζη, ύστερα από απουσία δυο χρόνων. Για τα τραγούδια της ταινίας, ο Σταύρος Ξαρχάκος επέλεξε την ντίβα της εποχής Καίτη Γκρέυ, η οποία για καθαρά τυπικούς λόγους δεν μπόρεσε να συμμετάσχει στην εν λόγω παραγωγή. Έτσι την θέση της πήρε η φερέλπιδα νεαρή Βίκυ Μοσχολιού, που απογείωσε στη συνέχεια την καριέρα της.