Τα τέσσερα φιλοσοφημένα αποφθέγματα της Αλκυόνη Παπαδάκη.
1. Αν η ψυχή μας φορούσε πάντα τα καλά της και καλωσόριζε τα όνειρά μας. Αν το καράβι μας έφτανε φωταγωγημένο στο λιμάνι που είχαμε διαλέξει. Αν στην προβλήτα μάς περίμεναν, με ανθοδέσμες και χειροκροτήματα, όλοι αυτοί που αγαπήσαμε. Αν δεν είχαμε αφήσει την πόρτα της ψυχής μας ανοιχτή, για να βρουν άσυλο οι κατατρεγμένοι. Τι απερισκεψία κι αυτή! Πάντα τους ληστές τούς περνούσαμε για κατατρεγμένους. Αν ξέραμε να διαβάζουμε εγκαίρως τα σημάδια των καιρών και να προβλέπουμε τις καταιγίδες. Αν δεν είχαμε μπερδέψει τα σημεία του ορίζοντα και περιμέναμε να βγει ο ήλιος από τη δύση. Πόσος χαμένος χρόνος, αλήθεια! Aν… Αν… Αν ήταν όλα αλλιώς! Μα τότε, πώς θα ξεχωρίζαμε το φως που κλείνουν μέσα τους τα φύλλα της παπαρούνας; 2. Θέλω να ξέρεις μόνο πως είμαι εδώ. Ότι και να γίνει. Όπως και να είσαι. Ότι κι αν συμβεί. Ωραία; Προς το παρόν, αγάπα με. Το έχω ανάγκη. 3. Σχεδόν τίποτα. Σχεδόν καλά. Σχεδόν μαζί. Σχεδόν οριστικά. Σχεδόν ανέπαφα. Σχεδόν επιφανειακά. Σχεδόν μηχανικά. Σχεδόν αθώος. Σχεδόν μετανιωμένος. Σχεδόν αποφασισμένος. Σχεδόν ηλίθιος. Σ’ αυτή τη λέξη, την πονηρή, ναυάγησε ολόκληρη η ζωή σου!Τι κρίμα! Κι ήταν, σχεδόν, δυο βήματα η στεριά! 4. Θυμάσαι ένα χειμωνιάτικο πρωινό, που ήρθα και σε ξύπνησα χωρίς να με περιμένεις Σε πήρα από το χέρι και περπατήσαμε στους δρόμους, μέσα στο κρύο και στη βροχή. Δεν κάναμε τίποτα σπουδαίο. Δεν λύσαμε κανένα πρόβλημα του κόσμου. Κρατιόμαστε χέρι-χέρι, λέγαμε ό,τι μας ερχόταν στο κεφάλι και γελούσαμε. Δε σου είπα πόσο είχα ανάγκη εκείνη την ημέρα να σε δω. Πως δεν άντεχα να κουβαλήσω ως το βράδυ την ψυχή μου.Δε σου είπα πόσο μου είχες λείψει.
Photo cover:pixabay.com/1239652
Διαβάστε επίσης: