Η πιο αγαπημένη ίσως διαχρονικά Ελληνίδα κωμικός, η Γεωργία Βασιλειάδου έχει μείνει στην ιστορία ως η «πιο όμορφη-άσχημη» του ελληνικού κινηματογράφου. Αστείρευτο ταλέντο, μοναδικό στυλ, αξεπέραστες και αξέχαστες ερμηνείες με ατάκες που άφησαν εποχή.

Η Γεωργία Βασιλειάδου πέθανε σαν σήμερα, στις 12 Φεβρουαρίου του 1980 σε ηλικία 83 ετών και κηδεύτηκε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ

Η Γεωργία Αθανασίου, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κυψέλη σε συνθήκες φτώχειας, μαζί με τα εννέα αδέλφια της. Έμεινε πολύ νωρίς ορφανή από πατέρα, και υποχρεώθηκε να αφήσει το σχολείο για να εργαστεί ώστε να συνεισφέρει στην επιβίωση της οικογένειας. Σε ηλικία 7 ετών δούλευε στο κορνιζάδικο του θείου της, αλλά στις ελάχιστες ελεύθερες ώρες της έβρισκε διέξοδο στο τραγούδι.

Κάτω από αυτές τις αντίξοες συνθήκες, άρχισε να σπουδάζει φωνητική στη Γεννάδιο Σχολή και το 1922 κατάφερε να γίνει μέλος της Λυρικής ως χορωδός στην όπερα του Βέρντι «Ο Ερνάνης». Η οικογένειά της, όμως, δεν συμμερίστηκε το πάθος της για το τραγούδι και την υποκριτική και λέγεται πως για να μην τους ντροπιάζει, άλλαξε το επίθετό της από Αθανασίου σε Βασιλειάδου.

ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ

Το 1925 κάνει το ντεμπούτο της στο θέατρο, με τις δύο σπουδαίες κυρίες του θεάτρου – Κυβέλη και Μαρίκα Κοτοπούλη – να την διεκδικούν στον θίασο τους. Έμεινε πλάι στην Κοτοπούλη έξι χρόνια και την θεωρούσε μέντορα της, συμμετέχοντας σε έργα όπως «Φλαντρώ» του Χορν, «Στοργή» του Μπατάιγ. Αν και πάντα σε δεύτερους ρόλους, υπήρχαν και έργα ειδικά στις τουρνέ, όπου η Βασιλειάδου αντικαθιστούσε επάξια την Κοτοπούλη, η οποία μάλιστα την αποκαλούσε το «alter ego» της. Σημαντικός σταθμός στην θεατρική της πορεία ήταν και ο ρόλος της ως κορυφαίας του Χορού στην «Εκάβη», με τους θεατές στο Παναθηναϊκό Στάδιο να ξεσπούν σε χειροκροτήματα και δάκρυα στα μάτια.

Το 1932 μεταπήδησε στον θίασο του Αιμίλιου Βεάκη, όπου έμεινε μέχρι το 1935, εποχή που ο γάμος της διαλύθηκε, και αποφάσισε να αφοσιωθεί στη μικρή της κόρη, Φωτεινή. Δεν είχε σκοπό να επιστρέψει στο σανίδι, όταν το 1938 ο Αλέκος Σακελλάριος έψαχνε για μια λαϊκή γυναίκα για έναν ρόλο στο έργο του «Τα Κορίτσια της Παντρειάς», και μόλις την είδε στο θεατρικό καφενείο της εποχής το “Στέμμα”, της έκανε επί τόπου πρόταση. Έτσι ξεκίνησε η δεύτερη λαμπρή καριέρα της, στα 43 της χρόνια, που έμελλε να την βάλει στο πάνθεον των Ελλήνων κωμικών.

Συνέχεια είχαν πλήθος παραστάσεων, με τον καλλιτεχνικό κόσμο να την αποκαλεί «η Παξινού της επιθεώρησης». Η πρώτη επιθεώρηση που έσπασε τα ταμεία στην αρχή της δεκαετίας του ’50 ήταν το «Έχετε γεια βρυσούλες» του Μίμη Τραϊφόρου στο θέατρο Βέμπο. Συνέχεια είχε το τρίδυμο Αυλωνίτης – Βασιλειάδου – Ρίζος με περιοδείες σε όλη την Ελλάδα, αλλά και η συνεργασία της με τον Κώστα Χατζηχρήστο σε πολλές παραστάσεις.

Ο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ

Η κινηματογραφική της καριέρα, αν και ξεκίνησε με ένα πέρασμα από τον βωβό κινηματογράφο την δεκαετία του ’30, ουσιαστικά ξεκινά με τον Σακελλάριο και τον Φίνο να της εμπιστεύονται ρόλους που θα μείνουν στην ιστορία. Πρώτη της ταινία στην Φίνος Φιλμ, το «Παπούτσι απ’ τον Τόπο σου» (1946) και δεύτερη η θρυλική ταινία «Οι Γερμανοί Ξανάρχονται» (1948), που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της κινηματογραφικής της καριέρας.

Την δεκαετία του ’50, οι επιτυχίες για την Γεωργία Βασιλειάδου διαδέχονται η μια μετά την άλλη, με τον Φίνο να της εμπιστεύεται σπουδαίους ρόλους. Έγινε γνωστή και αγαπητή στο ευρύ κοινό, μέσα από τις θρυλικές της ερμηνείες στις ταινίες «Ο Γρουσούζης», «Η Ωραία των Αθηνών» και «Η Καφετζού», ενώ γνώρισε την απόλυτη αποθέωση με τον ρόλο της στην ταινία «Η Θεία από το Σικάγο» (1957) και την έξοχη ερμηνεία της στο ρόλο της μοντέρνας θείας εξ’ Αμερικής.

Σειρά είχε ένας ρόλος-γάντι για την Βασιλειάδου, στην ταινία «Η Κυρά μας η Μαμμή» (1958) πλάι στον Ορέστη Μακρή, ενώ το 1959 πρωταγωνιστεί μαζί με τον φίλο της Βασίλη Αυλωνίτη στην κωμωδία του Νίκου Τσιφόρου «Ο Θησαυρός του Μακαρίτη», στην οποία τραγουδάει για πρώτη φορά σε κινηματογραφική ταινία. Ο «Κυρ-Μέντιος» είναι το μοναδικό κινηματογραφικό τραγούδι της Βασιλειάδου στην πολύχρονη πορεία της στο σινεμά.

Η τελευταία της ταινία με την Φίνος Φιλμ ήρθε μόλις το 1961, με το εκρηκτικό τρίο Βασιλειάδου, Αυλωνίτης και Ρίζος να συνθέτουν την περίφημη κωμωδία «Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα και ο Κοντός». Μάλιστα, ήταν τέτοια η χημεία των τριών ηθοποιών, που συγκρότησαν την ίδια χρονιά δικό τους θίασο και περιόδευσαν στην Ελλάδα και την Γερμανία, χαρίζοντας άφθονο γέλιο.

Σταμάτησε την καριέρα της το 1975, όταν ακόμα βρισκόταν στο απόγειό της, λέγοντας χαρακτηριστικά για αυτήν την απόφασή της: «Θέλω να φύγω με ζήτω κι όχι με γιούχα». Έτσι όπως της άξιζε, συμπληρώνουμε εμείς.

ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΖΩΗ

Στις αρχές της δεκαετίας του ’30, παντρεύτηκε έναν έμπορο και απέκτησε μια κόρη, την Φωτεινή. Ο γάμος τους διαλύθηκε λίγα χρόνια αργότερα. Το 1945, μετά από μια παράσταση με τον θίασο της Άννας Καλουτά και του Ορέστη Μακρή, γνωρίζει τον αρκετά νεότερό της Κώστα Γαμπάρο, τον οποίο και παντρεύτηκε λίγους μήνες μετά. Έμειναν μαζί μέχρι τον θάνατό της το 1980.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’50, η Βασιλειάδου θα γινόταν σύντομα γιαγιά. Ζήτησε τότε από τον Φίνο να της δώσει μια αύξηση για να μπορέσει να χτίσει ένα σπίτι για την κόρη της. Ο Φίνος, όμως, αντί για αύξηση, της έχτισε το σπίτι. Όπως έχει δηλώσει η κόρη της, κ. Φωτεινή Αποστολίδου στον Μάκη Δελαπόρτα: «Πράγματι το σπίτι, όπου κατοικήσαμε το 1958, μας το έχτισε ο Φίνος. Ήταν πολύ ανοιχτοχέρης άνθρωπος, αλλά έβλεπε πως η μητέρα μου τότε, ήταν η πιο εμπορική ηθοποιός της εταιρείας του».

Διαβάστε επίσης