Η Μαρία Ιωαννίδου πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο δίπλα στον Χορν και τη Λαμπέτη όταν ήταν 7 χρονών. Στη συνέχεια έπαιξε στην ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη «Αριστοκρατικός δρόμος», αλλά το πάθος της για τον χορό είχε εκδηλωθεί από τα πέντε της χρόνια.
Με τις σπουδές της στο χορό και το υπέροχο και εκφραστικό κορμί της, πολύ σύντομα εξελίχθηκε στην εξαιρετική χορεύτρια της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου.
Γεννήθηκε στην Αθήνα και πολύ νωρίς ξεκίνησε μαθήματα χορού στη σχολή της Ραλούς Μάνου. Μαθήτρια ακόμα ξεκίνησε την καριέρα της στο ελληνικό χορόδραμα που είχε ιδρύσει η Ραλού Μάνου το 1951, συμμετέχοντας σε παραστάσεις αρχαίου δράματος. Μετά το δίπλωμα της χορεύτριας σαν ειδικό ταλέντο, από το υπουργείο πολιτισμού, συνέχισε τις σπουδές της στη δραματική σχολή Μιχαηλίδη-Αρώνη και συμμετείχε και σε δύο μαυρόασπρες ταινίες του Νίκου Θαλασσινού κυρίως σαν χορεύτρια. Ακολούθησαν κάποιοι άλλοι μικροί ρόλοι ως το 1970, χρονιά που συνδέθηκε με την Βαγγέλη Σειληνό με τον οποίο εκτός από σύζυγοι έγιναν και καλλιτεχνικό ζευγάρι.
Έχοντας υπέροχο και εκφραστικό κορμί αλλά και ταλέντο και γνώσεις στον χορό, έγινε δίπλα στον Βαγγέλη Σειληνό ιδιαίτερα γνωστή, αγαπήθηκε από το ελληνικό κοινό και μπήκε ουσιαστικότερα στον χώρο του κινηματογράφου με τις ταινίες κυρίως του Γιάννη Δαλιανίδη.
Από τους ρόλους της σ’ αυτές τις ταινίες απέκτησε και τον χαρακτηρισμό «το κορίτσι με την τσίχλα», που την ακολουθεί πάντα. Ο γάμος της με τον Σειληνό δεν κράτησε πολύ, ενώ στη συνέχεια έγινε σύζυγος του Φρέντυ Γερμανού ως το τέλος της ζωής του το 1999.
Οι δυο τους γνωρίστηκαν και ερωτεύθηκαν στα γυρίσματα της δημοφιλούς εκπομπής «Αλάτι και Πιπέρι» του Φρέντυ Γερμανού. Όταν το γύρισμα τελείωσε, όπως έχει δηλώσει η Μαρία Ιωαννίδου, ο δημοσιογράφος προσφέρθηκε να την γυρίσει στο σπίτι της και κάπως έτσι δημιουργήθηκε το ειδύλλιο.