Γοητευτικός, αντισυμβατικός, εκνευριστικά ταλαντούχος και παραδομένος στα πάθη του. Ο Πίτερ Ο’ Τουλ, ο οποίος έφυγε σαν σήμερα από τη ζωή στις 14 Δεκεμβρίου 2013, συγκέντρωνε όλα εκείνα τα προτερήματα και μειονεκτήματα, μαζί με πάθη δημιουργώντας γύρω από το πρόσωπό του έναν μύθο.
Άλλωστε, ο Βρετανός ηθοποιός υπήρξε ένας θρύλος της υποκριτικής, που όμως, δεν κατάφερε ποτέ να πάρει το πολυπόθητο Όσκαρ, παρόλο που υπήρξε 8 φορές υποψήφιος. Το 2003, όμως, η Ακαδημία τού έδωσε τιμητικό Όσκαρ για τη μέγιστη προσφορά του στην Έβδομη Τέχνη.
Αλλά σε καμία περίπτωση, ένα αγαλματίδιο δεν μειώνει την υποκριτική αξία του Πίτερ Ο’ Τουλ. Ο μόνος εχθρός του ταλέντου του που έθετε κάθε φορά σε κίνδυνο την καριέρα του, ήταν ο ίδιος του ο εαυτός και τα πάθη στα οποία είχε “παραδοθεί”.
Εξάλλου, ήταν γνωστός σε όλους ο εθισμός του στο αλκοόλ που λίγο έλειψε να του κοστίζει πρόωρα την ίδια του τη ζωή. Του κόστισε σίγουρα τον γάμο του με την Σαν Φίλιπς, η οποία μέσα από την αυτοβιογραφία της αποκάλυψε το σκοτεινό πρόσωπο του ηθοποιού, τις εκρήξεις ζήλιας του, και τον βίαιο χαρακτήρα του, όταν έπινε.
Παρακάτω, με αφορμή την επέτειο από τον θάνατό του θα θυμηθούμε τους σημαντικότερους σταθμούς της συγκλονιστικής ζωής ενός θρύλου.
Το «παιδί της εγκληματικής τάξης»
Ο Πίτερ Σέιμους Ο’ Τουλ γεννήθηκε στις 2 Αυγούστου του 1932 στην Κονεμάρα της Ιρλανδίας, αν και τον διεκδικεί και το Λιντς της Αγγλίας. Ο ίδιος δεν διευκρίνισε ποτέ στη ζωή του ποιος από τους δύο ήταν ο τόπος της γέννησής του. Ήταν γιος του λιθογράφου, ποδοσφαιριστή και μπουκμέικερ Πάτρικ Ο’ Τουλ και της Σκωτσέζας νοσοκόμας Τζέιν Φέργκιουσον. Έλεγε πάντα ότι είναι «παιδί της εγκληματικής τάξης», εξηγώντας με χιούμορ τις ασωτίες του και τις τρέλες του που τον έκαναν γνωστό.
Μεγάλωσε στο Λιντς και φοίτησε σε καθολικό σχολείο, όπου συχνά οι καλόγριες δασκάλες του τον έδερναν, επειδή ήταν αριστερόχειρας. Όπως είχε πει ο ίδιος δεν είχε σκοπό να γίνει ηθοποιός, αλλά δημοσιογράφος, σύντομα όμως κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να γράφει ιστορίες, αλλά προτιμούσε να είναι ο ίδιος οι ιστορίες.
Ο Πίτερ Ο’ Τουλ ήταν έντονα πολιτικοποιημένος και στις αρχές της δεκαετίας του ’50 συμμετείχε ενεργά στις διαμαρτυρίες εναντίον του πολέμου της Κορέας και αργότερα, στη δεκαετία του ’60, ήταν ενεργά αντίθετος στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Η σκοτεινή πλευρά του ηθοποιού
Η δεκαετία του ’60 ήταν για εκείνον γεμάτη ακολασίες, παρά το γεγονός ότι ήταν παντρεμένος με την όμορφη συνάδελφό του, Σαν Φίλιπς. Ο ίδιος είχε αναφερθεί σε αυτή την περίοδο της ζωής του λέγοντας: «Μαζί με τον Ρίτσαρντ Μπάρτον και τον Ρίτσαρντ Χάρις αλώσαμε τα 60s. Κάναμε δημόσια αυτό που όλοι οι άλλοι έκαναν στο σπίτι τους. Πίναμε δημόσια, γνωρίζαμε για τη φούντα. Μου άρεσε πάρα πολύ να πίνω και να ξυπνάω το πρωί και να βρίσκομαι ξαφνικά στο Μεξικό. Ήταν και αυτό μέρος της ανοησίας.
Το 1959 παντρεύτηκε την Ουαλή ηθοποιό Σαν Φίλιπς, με την οποία απέκτησε δύο κόρες: το 1961 τη βραβευμένη ηθοποιό Κέιτ Ο’ Τουλ και αργότερα την Πατρίσια. Χώρισαν το 1979, όταν εκείνη τον εγκατέλειψε, για έναν νεαρό άνδρα. Η Φίλιπς έχει αποκαλύψει στις δύο αυτοβιογραφίες της ότι ο Ο’ Τουλ την κακομεταχειριζόταν ψυχικά εξαιτίας του ποτού και, επίσης, ότι ήταν αποδέκτης υπερβολικών κρίσεων ζήλειας εκ μέρους του.
“Όταν έπινε, μερικές φορές εξαφανιζόταν για μέρες κάθε φορά. Στο σπίτι, με επέκρινε συνεχώς, συνήθως επειδή δεν ήμουν παρθένα νύφη”, είχε εξομολογηθεί μεταξύ άλλων για τον γάμο τους.
“Όταν ήταν μεθυσμένος, κατέφευγε σε παγερή κριτική εναντίον μου και με διέταζε να βγω από το αυτοκίνητο, από ένα εστιατόριο ή ακόμα από το σπίτι μας. Μετά από κάθε άγριο τσακωμό, κοιμόταν και ξυπνούσε μετανοημένος και περνούσε μέρες όντας προσεκτικός και γοητευτικός”, είχε αποκαλύψει ακόμη.
Μετά το διαζύγιο, ο “Λόρενς της Αραβίας” γνώρισε το μοντέλο Κάρεν Μπράουν, με την οποία απέκτησαν έναν γιο, τον Λόρκαν Πάτρικ Ο’ Τουλ, το 1983, όταν ο Ο’ Τουλ ήταν 50 ετών.
Όταν κινδύνεψε να χάσει τη ζωή του λόγω αλκοολισμού
Το αλκοόλ ήταν το μεγάλο πάθος του ηθοποιού. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 λίγο έλειψε να χάσει τη ζωή του από σοβαρές ασθένειες, εξαιτίας της υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ. Εγχειρίστηκε το 1976 και του αφαιρέθηκε το πάγκρεας και μεγάλο μέρος του στομαχιού του, γεγονός το οποίο οδήγησε σε ινσουλινοεξαρτώμενο διαβήτη.
Το 1978 έφτασε ένα βήμα από τον θάνατο εξαιτίας αιματολογικής διαταραχής. Τελικά ανάρρωσε και επέστρεψε στη δουλειά, αν και πλέον έβρισκε δυσκολότερα ρόλους σε ταινίες, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται περισσότερο στην τηλεόραση και σποραδικά στο θέατρο. Παρ’ όλα αυτά εμφανίστηκε στην πολυβραβευμένη ταινία Ο Τελευταίος Αυτοκράτορας το 1987.
Ο αδικημένος των Όσκαρ
Υπήρξε 8 φορές υποψήφιος για Όσκαρ α΄ ανδρικού ρόλου, αλλά δεν κατάφερε ποτέ να πάρει το πολυπόθητο αγαλματίδιο. Και είναι πραγματικά αν απορεί κανείς πώς αυτός ο σπουδαίος ηθοποιός δεν κέρδισε ποτέ.
Μάλιστα, όταν δεν κέρδισε το Όσκαρ για τον θρυλικό ρόλο του, ως Λόρενς της Αραβίας δημιουργήθηκε σκάνδαλο, καθώς πολλοί υποστήριζαν ότι ειδικά σε αυτήν την υποψηφιότητα, αδικήθηκε κατάφορα.
Αλλά, όπως συνηθίζει η Ακαδημία των Όσκαρ, τού έδωσε χρόνια μετά, το 2003, ένα τιμητικό βραβείο για την προσφορά του στον κινηματογράφο, που περισσότερο έκανε με βραβείο της παρηγοριάς. Μάλιστα, ο Πίτερ Ο’ Τουλ αρχικά είχε διστάσει να το αποδεχθεί, λέγοντας πως δεν θεωρεί τον εαυτό του πρόωρα παλαίμαχο.
Ακόμη κι όταν ανακοίνωσε ότι αποσύρεται επίσημα, είχε αναθεωρήσει παίρνοντας μέρος σε μια τηλεοπτική σειρά με θέμα την αρχαία Ρώμη.
Όταν απαρνήθηκε τον ρόλο του “Ιππότη”
Το 1987 τού προτάθηκε ο τίτλος του “ιππότη”, όμως τον αρνήθηκε εξαιτίας των προσωπικών και των πολιτικών του πεποιθήσεων.
Ήταν γνωστός οπαδός του ράγκμπι, και συνήθιζε να παρακολουθεί αγώνες μαζί με τους φίλους του Ρίτσαρντ Χάρις, Κένεθ Γκρίφιθ και Ρίτσαρντ Μπάρτον. Επίσης υπήρξε, σε όλη του τη ζωή, παίκτης, προπονητής και λάτρης του κρίκετ, για το οποίο είχε δίπλωμα διδασκαλίας και προπονητικής σε παιδιά. Τέλος, είχε παραδεχτεί πως η ηθοποιός με την οποία απολάμβανε να δουλεύει μαζί της ήταν η στενή φίλη του Κάθριν Χέπμπορν.