Ήταν σαν σήμερα, 5 Δεκεμβρίου του 1934, όταν ήρθε στη ζωή ο Νίκος Κούρκουλος. Το δεύτερο από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας που έμελλε μεγαλώνοντας να σφραγίσει με το ταλέντο του και τη στιβαρή παρουσία του τον ελληνικό κινηματογράφο και θέατρο. Είτε ως ηθοποιός, είτε αργότερα ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου.
Όμως, ο Νίκος Κούρκουλος δεν ήταν μόνο ένας σπουδαίος πρωταγωνιστής, αλλά και από τους μεγαλύτερους ζεν πρεμιέ του ελληνικού κινηματογράφου. Ο ωραίος του ελληνικού σινεμά, το απόλυτο αρσενικό.
Έγινε ηθοποιός από… σύμπτωση
Ο Νίκος Κούρκουλος γεννήθηκε στου Ζωγράφου και μεγάλωσε σε μια πολύτεκνη οικογένεια. Ο πατέρας του εργαζόταν ως κουρέας ενώ ο ίδιος από μικρός έκανε δουλειές του ποδαριού για να συμβάλλει οικονομικά στο σπίτι. Το πρωί δουλειά, στη συνέχεια νυχτερινό σχολείο.
Από παιδί ονειρευόταν να γίνει ποδοσφαιριστής στην ομάδα της καρδιάς του, τον Παναθηναϊκό. Άλλωστε, ξεκίνησε να παίζει ποδόσφαιρο στον Παναθηναϊκό και ηθοποιός έγινε από… σύμπτωση.
Σπούδασε στην δραματική σχολή του Εθνικού θεάτρου. Στα 27 του χρόνια πέρασε την πόρτα της Φίνος Φιλμ για να πρωταγωνιστήσει στον «Κατήφορο», μαζί με την επίσης “πρωτάρα”, Ζωή Λάσκαρη. Η ταινία προκάλεσε αίσθηση για την εποχή εκείνη και το πρωταγωνιστικό δίδυμο είδε την πόρτα των επιτυχιών να ανοίγει για εκείνους.
Για τον Κούρκουλου, η συνέχει είναι ονειρική. Η μία επιτυχία διαδέχεται την άλλη θεατρικά και κινηματογραφικά. Πρωταγωνίστησε, κυρίως, σε κοινωνικά δράματα, όπως «Ορατότης Μηδέν», «Το Χώμα Βάφτηκε Κόκκινο», «Λόλα», «Ο Αστραπόγιαννος» -πήρε και το βραβείο α΄ ανδρικού ρόλου για την ερμηνεία του – και άλλες πολλές μεγάλες επιτυχίες.
Η πρώτη οικογενειακή τραγωδία
Οι θαυμάστριες έκαναν ουρά για να δουν από κοντά τον γοητευτικό ηθοποιό, ο οποίος έμοιαζε να τα είχε όλα. Κι, όμως, ο Νίκος Κούρκουλος σε όλη του τη ζωή κουβαλούσε δύο ασύλληπτες οικγοενειακές τραγωδίες που σημάδεψαν τη ζωή του. Δύο τραγωδίες που δεν θέλησε ποτέ να μοιραστεί με το κοινό, κρατώντας τον μεγάλο πόνο που του είχαν προκαλέσει, μόνο για εκείνον. Η οικογένεια για τον ηθοποιό ήταν πάντα “ιερή” για να επέτρεπε να γίνεται θέμα προς κατανάλωση.
Ωστόσο, πριν χρόνια, ο αδελφός του Νίκου Κούρκουλου, Στέφανος είχε μιλήσει στον δημοσιογράφο Γιώργο Λιάνη για τις τραγωδίες της οικογένειάς τους.
Η πρώτη συνέβη του 1952, όταν ένας τυφώνας χτύπησε το πλοίο στο οποίο ταξίδευε ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας Σπύρος. Το γκαζάδικο με το οποίο ταξίδευε ο Σπύρος Κούρκουλος ως τρίτος πλοίαρχος κόπηκε στα δύο ανοιχτά της Βενεζουέλας. Σύμφωνα με μαρτυρίες αρχικά όλοι σώθηκαν. Ο καπετάνιος πήρε μαζί του σε μια μικρή βάρκα τον δεύτερο και τρίτο πλοίαρχο μαζί και τους δύο μηχανικούς. Η βάρκα που επέβαιναν ξεβράστηκε στις ακτές τις Βενεζουέλας, όπου οι κάτοικοι βρήκαν το άψυχο σώμα του καπετάνιου. Οι άλλοι δεν βρέθηκαν ποτέ, ενώ το ίδιο βράδυ του ναυαγίου ο Νίκος Κούρκουλος πετάχτηκε από τον ύπνο και είπε: «Μάνα, μεγάλο κακό θα μας βρει».
«Μας χώριζαν δεκαεπτά χρόνια με τον Νίκο. Μοιραία αφού χάθηκε για πάντα ο πρωτότοκος αδελφός μας ο Σπύρος, ο Νίκος έγινε για μένα όχι μόνο αδελφός αλλά και πατέρας. Ο πατέρας έλειπε από το σπίτι στο κουρείο και ο Νίκος αναπλήρωνε τα καθήκοντά του. Αυτός είναι που μου έμαθε να σέβομαι τη γυναίκα. Αυτός είναι που μου ενστάλαξε τις βασικές αρχές για τη ζωή μου. Και ήταν τόσο αυστηρός που μια μέρα με τραβούσε ένα χιλιόμετρο από το αυτί γιατί δεν ήθελα να πάω στο σχολείο, πράξη που επανέλαβε όταν δεν του άρεσε η συμπεριφορά μου σε ένα κορίτσι» είχε πει σε αυτή τη συνέντευξη ο Στέφανος Κούρκουλος περιγράφοντας το περιστατικό που στιγμάτισε για πάντα τις ζωές των μελών της οικογένειάς του.
Όταν πληροφορήθηκαν τα δυσάρεστα, όλοι κατέρρευσαν. Η μητέρα του ηθοποιού, δεν αποδέχτηκε ποτέ τον θάνατο του παιδιού της. Το γεγονός ότι το σώμα του δεν βρέθηκε, άφηνε μία μικρή ελπίδα να σιγοκαίει στην ψυχή της. Κάπου μέσα της πίστευε, ή ήλπιζε, ότι κάποια μέρα θα ανοίξει η πόρτα και θα τον δει να στέκεται μπροστά της.
Ο Νίκος Κούρκουλος συγκλονίστηκε από τον χαμό του αδελφού του. « Ο πρώτος αδελφός μου, ο Σπύρος, ήταν ένα εξαίρετο παιδί, το καλύτερο παιδί ή αν θέλεις, πολύ καλύτερο παιδί από μένα… Μετά από κάποια χρόνια, ένιωσα τύψεις για τη συμπεριφορά μου απέναντί του, και κάποια στιγμή του είπα: “Ποτέ δεν θα συγχωρήσω στον εαυτό μου, που σου φέρθηκα έτσι σαν πιτσιρικάς”. Τον είχα πει κάποτε “χαραμοφάη”. Είναι πολύ σκληρά τα παιδιά. Μερικές φορές είναι κακά πολύ. Ο αδελφός μου σπούδαζε, αλλά εγώ δεν καταλάβαινα τότε. Αυτός πήγαινε στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων, άρα χαραμοφάης, ενώ εγώ ήμουν ο δουλευταράς, που πήγαινε και στο νυχτερινό. Τι ανόητος που ήμουν τότε, Θεέ μου, και πόσο άδικος» είχε πει ο Νίκος Κούρκουλος σε μία από τις σπάνιες φορές ας συνέντευξη του στον Θανάση Λάλα το 1998.
Όταν ο θάνατος τούς ξαναχτύπησε την πόρτα
Ο θάνατος θα ξαναχτυπούσε την πόρτα της οικογένειας Κούρκουλου, και ακόμα ένα παιδί θα «χανόταν», ο τρίτος γιος, Ιάκωβος. Και αυτή η τραγική ιστορία της οικογένειας ήρθε στη δημοσιότητα, μετά από την συνέντευξη στον Γιώργο Λιάνη, του μικρότερου και τελευταίου αδελφού του ηθοποιού Στέφανου.
Ο Ιάκωβος είχε σπουδάσει πολιτικός μηχανικός και κάνοντας κάποια μέρα έλεγχο σε μια οικοδομή παραπάτησε με αποτέλεσμα να σκοτωθεί. Το θέμα δεν θα πάρει δημοσιότητα, αν και ο Νίκος ήταν ήδη ένας από τους πιο γνωστούς ηθοποιούς.
Και μπορεί ο ίδιος να μην μιλούσε ποτέ για το θάνατο των αδελφών του, όμως, η τραγική απώλειά τους ήταν ένας πόνος που τον κουβαλούσε πάντα.
Μάλιστα, λέγεται πως όταν ο ηθοποιός όταν γύρισε την ταινία «Ορατότης Μηδέν» το 1969, στο επίκεντρο της οποίας είναι ένα ναυάγιο, επηρεάστηκε πολύ από τα προσωπικά βιώματά του. Ο θάνατος του αδελφού του φαίνεται πως είχε “ξυπνήσει” μνήμες και ήταν και αυτός ένας λόγος παραπάνω για βγει μεγαλύτερη ένταση στις σκηνές, με τον ηθοποιό να δίνει και την ψυχή του ερμηνευτικά.
Άλλωστε, ποιος θα ξεχάσει τις δύο μυθικές σκηνές της ταινίας: στην πρώτη με τον Κούρκουλο να φωνάζει “Όχι, άλλο κάρβουνο” και στη δεύτερη να καίει τα υπάρχοντά του με μουσική υπόκρουση την φωνή του Στράτου Διονυσίου στο αξεπέραστο «Βρέχει φωτιά στη στράτα μου», σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου και σύνθεση του Μίμη Πλέσσα.
Ειδικά, η σκηνή αυτή έχει περάσει στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, ίσως γιατί για τον σπουδαίο ηθοποιό, η συναισθηματική φόρτιση του ήρωα δεν ήταν μόνο στο σενάριο…