Παιδί πλούσιας οικογένειας χρυσοχόων, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας πήγε αρχικά στη Γαλλία το 1930 για να σπουδάσει χρυσοχοΐα, αλλά σύντομα εγκατέλειψε τις σπουδές του και παραδόθηκε στην καλή ζωή.
Η ανάγκη για χρήματα, τον έσπρωξε στο σανίδι συμμετέχοντας ως κομπάρσος σε έργο του σπουδαίου θεατρανθρώπου Λουί Ζουβέ. Ο τελευταίος ανακάλυψε το ταλέντο του και τον ώθησε να φοιτήσει στη σχολή του. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του και στη συνέχεια έκανε κάποιες εμφανίσεις στο γαλλικό θέατρο. Το καλοκαίρι του 1938 επέστρεψε στην Ελλάδα.
Πρωτοεμφανίστηκε στο ελληνικό κοινό στην παράσταση «Τα Παράσημα της Γριούλας» με το θίασο της Κυρίας Κατερίνας. Το 1941 ερμήνευσε εξαιρετικά τον πρώτο του πρωταγωνιστικό ρόλο στο έργο «Ο παίκτης» του Ντοστογιέφκι με το θίασο Μ. Μυράτ-Γ. Παππά. Έπαιξε όλα τα είδη θεάτρου εκτός από αρχαίο δράμα και κατάφερε με θαυμαστή συνέπεια να ισορροπεί ανάμεσα στο δράμα και την κωμωδία. Συνεργάστηκε με αξιόλογους θιάσους, όπως Κοτοπούλη, Ανδρεάδη, Κατράκη ενώ για ένα μικρό χρονικο διάστημα είχε τον δικό του θίασο.
Μια σπάνια φωτογραφία μαζί με τις δύο αδελφές του είδαμε στο Instagram. Στη λεζάντα της φωτογραφίας σημειώνεται:
«Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 80, σε μια σπάνια φωτογραφία μαζί και με τις δύο αδελφές του, Σάσα Κωνσταντοπούλου και Μίτση Κωνσταντάρα. Ο αξέχαστος πρωταγωνιστής αγαπούσε και τις δυο μικρότερες αδελφές του ήταν όμως η κατά εννιά χρόνια νεότερη Μίτση που του είχε τεράστια αδυναμία. Ηθοποιός και εκείνη όπως ο αδελφός της ταυτίστηκε στα μάτια του κοινού με τους μικρούς κωμικούς ρόλους που ερμήνευε στις περισσότερες από τις ταινίες του, αν και είχε αξιόλογη θεατρική πορεία πριν από αυτό. Όταν ο Λάμπρος Κωνσταντάρας έφυγε από τη ζωή χτυπημένος από δυο εγκεφαλικά επεισόδια το καλοκαίρι του 1985, η Μίτση δεν μπόρεσε να το ξεπεράσει. Έπεσε σε μελαγχολία και τον ακολούθησε 6 μήνες αργότερα…».