Ήταν Σεπτέμβριος Σεπτέμβριο του 2008, όταν το Πανελλήνιο εμβρόντητο παρακολουθούσε να ξετυλίγεται το κουβάρι ενός ειδεχθούς εγκλήματος. Σε μια εποχή που ο όρος “γυναικοκτονία” δεν υπήρχε καν, μία ακόμα γυναίκα έπεφτε νεκρή με τον πιο φρικαλέο τρόπο από το χέρι του συζύγου της.
Πρόκειται για το “έγκλημα” της Φιλοθέης, όταν ο γνωστός μουσικός από καλή οικογένεια, σκότωσε και κατόπιν τσιμέντωσε τη σύζυγό του σε παρκάκι της περιοχής. Ο Γιάννης Κατσιλάμπρος ομολόγησε το ειδεχθές έγκλημα και έδειξε το σημείο που έθαψε το πτώμα της άτυχης συζύγου του, Παναγιώτας Μαζαράκη λίγα μέτρα μακριά από το σπίτι τους, στο πάρκο Πικιώνη στη Φιλοθέη.
Το ζευγάρι ήταν μαζί από τα 18 τους χρόνια. Προέρχονταν και οι δύο από οικογένειες των βορείων προαστίων – ο Γιάννης Κατσιλάμπρος είναι γιος του καθηγητή Ιατρικής Νικολάου Κατσιλάμπρου. Ο δυο τους είχαν πολλά κοινά ενδιαφέροντα, όπως η αγάπη τους για τη μουσική. Μάλιστα, η Παναγιώτα Μαζαράκη είχε κατακτήσει την πρώτη θέση στον διαγωνισμό κονσέρτου της Νέας Υόρκης το 1997, ενώ είχε δώσει πολλά ρεσιτάλ σε Ελλάδα και εξωτερικό και συμμετείχε ως σολίστ σε παραστάσεις στο Μέγαρο Μουσικής και στο εξωτερικό. Ο Γιάννης Κατσιλάμπρος εργαζόταν ως καθηγητής μουσικής σε ιδιωτικό σχολείο των βορείων προαστίων.
Είχαν αποκτήσει και δύο παιδιά, ένα αγόρι που τον Σεπτέμβριο του 2008 ήταν 4,5 χρόνων κι ένα κορίτσι που ήταν 14 μηνών. Λέγεται πως ο καθηγητής μουσικής ζήλευε τη μητέρα των παιδιών του για την πετυχημένη πορεία της στη μουσική, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό. Τον τελευταίο καιρό οι καβγάδες τους ήταν συχνοί κι έντονοι.
Το χρονικό του εγκλήματος
Στον τελευταίο μοιραίο καβγά του ζευγαριού, η Παναγιώτα ζήτησε από τον Κατσιλάμπρο να χωρίσουν καθώς δεν άντεχε άλλο. Εκείνος τότε, άρπαξε το σίδερο από τη σιδερώστρα και της χτύπησε το κεφάλι ενώ με μια γροθιά στο στήθος άφησε αναίσθητη την άτυχη γυναίκα. Στη συνέχεια, τη μετέφερε στη μπανιέρα όπου και την έπνιξε με τα ίδια του τα χέρια, όπως αποδείχτηκε από την ιατροδικαστική έκθεση.
Μετά, τύλιξε το άψυχο σώμα της με ένα λευκό σεντόνι και προσπάθησε να βρει μέρος να τη θάψει. Αρχικά, πέταξε το πτώμα της γυναίκας του σε έναν κάδο σκουπιδιών στην Παιανία για να το εξαφανίσει. Λίγες ώρες αργότερα, φοβούμενος ότι μπορεί να βρεθεί εύκολα, επέστρεψε και το πήρε.
Ολοκλήρωσε το αρρωστημένο σκηνικό, μεταφέροντας το πτώμα της Παναγιώτας πίσω στη Φιλοθέη για να το θάψει στο πάρκο κοντά στο σπίτι τους, όπου πήγαιναν βόλτα τα παιδιά τους, ενώ στο σημείο έριξε πέτρες και τσιμέντο.
Το θέατρο που έπαιξε τις επόμενες ημέρες
Χωρίς ίχνος μετάνοιας, τις επόμενες ημέρες ο δολοφόνος μουσικός μετατράπηκε σε… ηθοποιός, όπου υποδύθηκε τον όλο αγωνία άνδρα που έψαχνε την εξαφανισμένη σύζυγό του. Ο Γιάννης Κατσιλάμπρος έπαιζε για ημέρες θέατρο στους γονείς της άτυχης Παναγιώτας, στο μεγαλύτερο παιδί του που ήταν 4,5 ετών και του έλειπε η μαμά του, στον καθηγητή πατέρα του, σε όλους όσους την έψαχναν. Μάλιστα, ο γυναικοκτόνος τούς έλεγε και ψέματα πως τάχα η Παναγιώτα τον παράτησε στη μέση του δρόμου, μετά από έναν καβγά που είχαν μέσα στο αυτοκίνητο. Και πως από εκείνη τη στιγμή δεν την είχε δει ξανά. Μέχρι και σε ιδιωτικό ντετέκτιβ πήγε για να βρει την “εξαφανισμένη” σύζυγό του.
Ο πατέρας του Γιάννη Κατσιλάμπρου, από κάποια μισόλογα του γιου του δεν άργησε να συνειδητοποιήσει τη φρικτή αλήθεια. Έπεισε τον γιο του να παραδοθεί και να αποκαλύψει όλα όσα έγιναν εκείνο το μοιραίο βράδυ.
Μάλιστα, στην κατάθεσή του δεν δίστασε να ρίξει τις ευθύνες στο θύμα πως πάνω στον καβγά, εκείνη τον απείλησε με ένα κουζινομάχαιρο και πως ο ίδιος δεν έβαλε τέλος στη ζωή του γιατί… σκέφτηκε τα παιδιά τους και πώς θα μεγαλώσουν χωρίς τους γονείς του.
«Τσακωθήκαμε για μια ακόμη φορά κι απειλούσε ότι θα με σκοτώσει. Είχε πάρει ένα κουζινομάχαιρο και με κυνηγούσε μέσα στο σπίτι ουρλιάζοντας ότι θα με σκοτώσει. Τότε πήρα από το υπνοδωμάτιο το σίδερο από τη σιδερώστρα και τη χτύπησα στο κεφάλι. Είχε ακόμα τις αισθήσεις της: «Τι έκανες; Θα σε κλείσω για πάντα στη φυλακή», μου είπε. Τότε, πανικοβλήθηκα και τη χτύπησα με γροθιά στο στήθος. Μόλις κατάλαβα, τι είχα κάνει, προσπαθούσα να τη συνεφέρω αλλά ήταν ακίνητη. Η πρώτη σκέψη μου ήταν να αυτοκτονήσω αλλά μετά σκέφτηκα τα παιδιά μας. Πως θα μεγαλώσουν χωρίς τους γονείς τους; Έπρεπε να ζήσω για να μεγαλώσω τα δυο παιδιά μου. Έτσι, λοιπόν αποφάσισα να εξαφανίσω το πτώμα της. Δεν σκεφτόμουν λογικά. Το μεγάλο μου λάθος ήταν που δεν έφυγα από την αρχή του καβγά μας και να αποφύγω το μοιραίο», είχε πει στους αστυνομικούς.
Έμεινε μόνο 7 χρόνια στη φυλακή
Πρωτόδικα το δικαστήριο, έκρινε τον Κατσιλάμπρο ένοχο για ανθρωποκτονία από πρόθεση ενώ βρισκόταν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και δεν του αναγνώρισε κανένα ελαφρυντικό. Η ποινή της ισόβιας κάθειρξης που επέβαλε το δικαστήριο στον γυναικοκτόνο ήταν παραδειγματική.
«Ο κατηγορούμενος είχε αποφασίσει να σκοτώσει την Παναγιώτα εκ των προτέρων. Δεν υπήρξε ο έντονος καβγάς μεταξύ τους, όπως υποστηρίζει ο κατηγορούμενος. Αντιθέτως, έφαγε μαζί της, την άφησε να ξαπλώσει κι όταν εκείνη κοιμήθηκε, την χτύπησε με το σίδερο στο κεφάλι. Βλέποντας ότι ήταν ακόμα ζωντανή, την έσυρε στο μπάνιο και την έπνιξε… ενέργησε με προμελετημένο δόλο και από πρόθεση τόσο κατά τη λήψη της απόφασης να σκοτώσει τη σύζυγό του όσο και κατά την εκτέλεση της πράξης», είχε πει ο εισαγγελέας της έδρας .
Τον Ιούνιο του 2014 το Δευτεροβάθμιο Κακουργιοδικείο αναγνώρισε σε δεύτερο βαθμό το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου του Κατσιλάμπρου «σπάζοντας» την ποινή της ισόβιας κάθειρξης που του είχε επιβληθεί σε πρώτο βαθμό. Επέβαλε στον καθηγητή κάθειρξη 20 ετών και το 2015 ο Γιάννης Κατσιλάμπρος αποφυλακίστηκε έχοντας εκτίσει μόνο 7 χρόνια φυλακή για τη δολοφονία της συζύγου του.
Τι κάνει σήμερα ο γυναικοκτόνος
Ο Γιάννης Κατσιλάμπρος, σήμερα, κυκλοφορεί ελεύθερος έχοντας δημιουργήσει ένα κανάλι στο YouTube, όπου ανεβάζει τραγούδια τα οποία έχει γράψει ο ίδιος. Τα δύο παιδιά του ζευγαριού μεγαλώνουν με την αδερφή της Παναγιώτας Μαζαράκη και δεν έχουνε καμία επαφή με τον δολοφόνο της μητέρας του.
«Φτου ξελευτερία» είναι ο τίτλος του διαδικτυακού ημερολογίου του Κατσιλάμπρου, το οποίο έγραψε στα 7 χρόνια που ήταν στη φυλακή. Μεταξύ άλλων, γράφει σε αυτό:
«Πριν από επτά χρόνια αφαίρεσα τη ζωή της γυναίκας μου. Πριν από επτά χρόνια σκότωσα το όνειρο που ο ίδιος γέννησα και ανάθρεψα. Πριν από επτά χρόνια άφησα ορφανά τα παιδιά μου με μια μαμά νεκρή με ένα μπαμπά ζωντανό-νεκρό.
Μέσα σε αυτά τα επτά χρόνια βίωσα τις συνέπειες αυτού του δράματος. Είδα στον ουρανό, χωρίς να καταφέρω να δω τίποτα. Τίποτα, όσο κι αν έψαξα. Ούτε ένα σημάδι. Είδα τα παιδιά μου να πονούν και να απορούν. Είδα τα παιδιά μου λίγο-λίγο να απομακρύνονται, καθώς η δυνατότητα επικοινωνίας ολοένα μειωνόταν και τελικά μηδενίστηκε. Είδα τη μορφή στον καθρέφτη. Τη μίσησα, μα όχι αρκετά.
Την άφησα να ζήσει. Είδα τους γονείς μου να με επισκέπτονται στη φυλακή. Είδα τον αδελφό μου για τελευταία φορά. Μα είδα επίσης φως. Μου τό ’δειχναν τα μάτια εκείνων των ελάχιστων που στάθηκαν δίπλα μου αυτά τα χρόνια. Το ακολούθησα. Κάποια στιγμή ο χρόνος κουράστηκε».
Την ίδια στιγμή, η οικογένεια της Παναγιώτας ξεσπά. Δεν μπορεί να χωνέψει πως ο δολοφόνος της κόρης τους κυκλοφορεί ελεύθερος, μένοντας στη φυλακή μόνο 7 χρόνια. Η οικογένειά της ξεσπά για τη δικαιοσύνη. “Το μήνυμα ξέρεις ποιο είναι; Δεν υπάρχει δικαιοσύνη και όλες οι χαροκαμένες μάνες ζητάνε τα παιδιά τους”, δήλωσε πρόσφατα με αγανάκτηση στην εκπομπή Live News η μητέρα της Παναγιώτας.