«Ανακοινούμεν ότι σήμερον 30ήν Μαρτίου και ώραν 4.15 πρωϊνήν εξετελέσθησαν οι καταδικασθέντες εις θάνατον επί κατασκοπεία υπό του Τακτικού Στρατοδικείου Αθηνών, Μπελογιάννης, Αργυριάδης, Καλούμενος και Μπάτσης, εις τον συνήθη τόπον εκτελέσεων Γουδί, τηρηθεισών όλων των νομίμων διατυπώσεων». Αυτή ήταν η επίσημη ανακοίνωση της Ανωτέρας Στρατιωτικής Διοίκησης Αττικής και Νήσων για την εκτέλεση των τεσσάρων κομμουνιστών.
Είχε προηγηθεί μία παγκόσμια κατακραυγή και κινητοποίηση να ανατραπεί η απόφαση για την ποινική καταδίκη του Νίκου Μπελογιάννη και των συντρόφων του, αλλά μάταια. Η ποινή της 1ης Μαρτίου του 1952 που καταδίκαζε σε θάνατο τον Μπελογιάννη και τους συντρόφους του Έλλη Παππά, Νίκο Καλούμενο, Δημήτρη Μπάτση, Ηλία Αργυριάδη και Τάκη Λαζαρίδη, παρέμεινε.
Έτσι, στις 30 Μαρτίου 1952, ημέρα Κυριακή και ώρα 04:10 τα χαράματα, οι τέσσερις μελλοθάνατοι κομμουνιστές, Νίκος Μπελογιάννης, Νίκος Καλούμενος, Δημήτης Μπάτσης και Ηλίας Αργυριάδης μεταφέρθηκαν από τις φυλακές της Καλλιθέας στο στρατόπεδο του Γουδή και εκτελέστηκαν δια τυφεκισμού με τα φώτα των προβολέων των φορτηγών που τους μετέφεραν.
Η Έλλη Παππά δεν εκτελέστηκε λόγω του παιδιού που είχε αποκτήσει πρόσφατα με τον Μπελογιάννη και είχε γεννήσει μέσα στη φυλακή και ο Τάκης Λαζαρίδης λόγω του νεαρού της ηλικίας του. Δόθηκε επίσης χάρη στους Χαράλαμπο Τουλιάτο και Μιλτιάδη Μπισμπάνο.
Το πορτρέτο του Πικάσο
Ανάμεσα σε εκείνους που αντιδρούσαν στη θανάτωση του Μπελογιάννη ήταν και ο Πάμπλο Πικάσο. Ο κορυφαίος ζωγράφος του 20ου αιώνα, ήταν γνωστός για την αντιφασιστική του ιδεολογία, ενώ ήταν και δηλωμένος φανερά κομμουνιστής.
Ο Πάμπλο Πικάσο, αν και δεν επισκέφτηκε την Ελλάδα, παρακολουθούσε στενά τη δική του Μπελογιάννη και των συντρόφων του. Μάλιστα, η στάση του Μπελογιάννη είχε συγκλονίσει τον ζωγράφο. Κυρίως γιατί σε όλη τη διάρκεια της δίκης κρατούσε το κόκκινο γαρύφαλλο που του είχε χαρίσει η σύντροφός του, Έλλη Παππα.
Η ρομαντική αυτή εικόνα του νεαρού αντιστασιακού, ενέπνευσε τον Πικάσο, ο οποίος ζωγράφισε ένα πορτρέτο του Μπελογιάννη, όπου τον απεικονίζει να κρατά το γαρύφαλλο στο χέρι. Ο ζωγράφος το δημοσίευσε, αφότου ανακοινώθηκε η απόφαση για την εκτέλεση του Μπελογιάννη. Ήταν μία πράξη αντίδρασης, ανάμεσα στις δεκάδες που ξέσπασαν διεθνώς.
Άλλωστε, περίπου 250.000 προσωπικότητες που ζητούσαν από την Ελλάδα να μην καταδικάσει τον Νίκο Μπελογιάννη. Ανάμεσά τους ο Σαρλ ντε Γκολ και σχεδόν όλες οι προσωπικότητες της γαλλικής πολιτικής ζωής, καθώς και 159 βουλευτές των δύο μεγάλων κομμάτων της Μεγάλης Βρετανίας. Ο Πωλ Ελυάρ, ο Ζαν Κοκτώ, ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ, ο Ναζίμ Χικμέτ, ο Τσάρλι Τσάπλιν και πολλοί άλλοι διάσημοι και μη, ήταν επίσης επικριτές της καταδικαστικής απόφασης.
Το πορτρέτο του Μπελογιάννη, στην άκρη του μένει ανοιχτό. Όταν ρώτησαν τον Πικάσο για δεν το έκλεισε, εκείνος απάντησε: «Έναν τόσο μεγάλο άνθρωπο δεν μπορείς να τον κλείσεις σε ένα πορτρέτο»!
Η δίκη του Μπελογιάννη
Ο Νίκος Μπελογιάννης γεννήθηκε το 1915 στην Αμαλιάδα και εντάχθηκε στο ΚΚΕ από μικρή ηλικία. Το 1932 έγινε μέλος της ΟΚΝΕ και δύο χρόνια αργότερα του ΚΚΕ. Ξεκίνησε να φοιτά στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές, γιατί με απόφαση της Συγκλήτου αποβλήθηκε για την πολιτική του δράση.
Το 1949, μετά την λήξη του Εμφυλίου Πολέμου, διέφυγε στις σοσιαλιστικές χώρες και γρήγορα ανέβηκε τα σκαλιά της κομματικής ιεραρχίας. Έγινε αρχικά αναπληρωματικό μέλος της Κ.Ε του ΚΚΕ και αργότερα τακτικό μέλος. Τον Ιούνιο του 1950 επέστρεψε στην Ελλάδα με πλαστό διαβατήριο για να αναλάβει την οργάνωση του παράνομου μηχανισμού του κόμματος μαζί με τον Νίκο Πλουμπίδη
Τον Δεκέμβριο όμως του ίδιου χρόνου, ο Νίκος Μπελογιάννης και 93 ακόμη σύντροφοί του -μεταξύ των οποίων ο δημοσιογράφος Στάθης Δρομάζος, ο Στέργιος Γραμμένος και η Έλλη Ιωαννίδου (Παππά)- συνελήφθησαν και στις 19 Οκτωβρίου 1951 οδηγήθηκαν σε δίκη. Κατηγορήθηκαν για απόπειρα ανασυγκρότησης του ΚΚΕ, με βάση τον Α.Ν 509/1947.
Στις 15 Νοεμβρίου ο πρόεδρος του Εκτάκτου Στρατοδικείου Αθηνών αντισυνταγματάρχης Ανδρέας Σταυρόπουλος ανακοινώνει την ετυμηγορία, πλαισιωμένος από τους στρατοδίκες Γεώργιο Παπαδόπουλο (τον μετέπειτα δικτάτορα), Ν. Κομιάνο, Γ. Κοράκη, και Θ. Κυριακόπουλο. Ο Νίκος Μπελογιάννης ήταν μεταξύ των καταδικασθέντων σε θάνατο.
Σύμφωνα με την πολιτική της κυβέρνησης Πλαστήρα – Βενιζέλου, η ποινή των καταδικασθέντων έπρεπε να μετατραπεί σε ισόβια κάθειρξη. Η ανακάλυψη όμως ασυρμάτων σε Γλυφάδα και Καλλιθέα από τις διωκτικές αρχές αποδόθηκε στον παράνομο μηχανισμό του ΚΚΕ και ο Μπελογιάννης οδηγήθηκε σε νέα δίκη στις 15 Φεβρουαρίου 1952, ενώπιον του Διαρκούς Στρατοδικείου Αθηνών για παράβαση του Α.Ν 375/36 περί κατασκοπείας.
Όσο διήρκησε η δίκη, είχε προκαλέσει μεγάλη εντύπωση η στάση του Μπελογιάννη, ο οποίος παρακολουθεί την όλη διαδικασία με ένα κόκκινο γαρύφαλλο στο χέρι, ήταν άψογα ντυμένος και πάντα ψύχραιμος. Όταν εκτελέσθηκε ήταν μόλις 37 χρόνων.