Ο Μάνος Κατράκης ήταν ηθοποιός με σπάνιο ταλέντο και κορυφαία προσωπικότητα στο εγχώριο καλλιτεχνικό στερέωμα. Πρωταγωνιστής και θιασάρχης του θεάτρου, διανοητής της τέχνης και των γραμμάτων, είχε μια αξιοσημείωτη παρουσία και στον ελληνικό κινηματογράφο. Με την επιβλητική φυσιογνωμία του, τη στεντόρεια και  καθαρή φωνή του, τον αριστοκρατικό αέρα του και τις έξοχες ερμηνείες του, κατάφερε να κερδίσει και τον πιο απαιτητικό κριτικό, αλλά και το πλατύ κοινό.

Γεννήθηκε στην Κρήτη. Σε ηλικία 10 ετών ήρθε στην Αθήνα με την οικογένειά του. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη θεατρική σκηνή στην παράσταση «Για την Αγάπη της» με τον θίασο «Οι Νέοι» το 1927. Ενθουσίασε με τον δυναμισμό του και το μπρίο του και δέχθηκε πρόταση από τον σκηνοθέτη Κώστα Λελούδα, να συμμετάσχει στην πρώτη βουβή ελληνική ταινία «Το Λάβαρο του 21», το 1929. Το 1931 κάνει το άλμα,  με τη συνεργασία του στο Εθνικό Θέατρο, ανοίγοντας το δρόμο της καταξίωσης. Μέσα στη δεκαετία του 30 συνεργάζεται με κορυφαίους θιάσους, όπως του Μήτσου Μυράτ,  Λουδ. Λούη, Β. Αργυρόπουλου, Μ. Κοτοπούλη, για να επανέλθει στο Εθνικό το 1935. Οι κινηματογραφικές εμφανίσεις του ήταν τότε στις βουβές ταινίες «Έτσι κανείς σαν Αγαπήσει» και «Ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας».

Το 1943 ανέλαβε Πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών και συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση Κρατικού Θεάτρου Θεσσαλονίκης, στο οποίο πρωταγωνίστησε ως το 1946. Το 1947 εξορίστηκε, λόγω πολιτικών φρονημάτων. Όταν επέστρεψε είχε να αντιμετωπίσει τη  μετεμφυλιακή ατμόσφαιρα που άφηνε βαριά τη σκιά της στην ελληνική κοινωνία. Ωστόσο, το 1952, πρωταγωνίστησε στον «Προμηθέα Δεσμώτη» του Αισχύλου στο θέατρο των Δελφών, καθήλωσε τους θεατές με την ερμηνεία του και δέχτηκε τα συγχαρητήρια από τον ίδιο τον Βασιλιά που την παρακολουθούσε! Στη συνέχεια έκανε εμφανίσεις με την Κυβέλη, αλλά το 1955 ίδρυσε το «Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο» και μέχρι το 1967 ανέβασε πολλές αξιόλογες παραστάσεις, αρχικά του ελληνικού ρεπερτορίου και σποραδικά του ξένου, κάνοντας και περιοδείες στην επαρχία, στην Κωνσταντινούπολη και στην Κύπρο. 

Η δικτατορία έκλεισε το θέατρο του, ωστόσο συνέχισε να πρωταγωνιστεί σε άλλους  θιάσους. Το 1972 επέστρεψε στο Εθνικό, με ιδιαίτερη επιτυχία σε παραστάσεις στην Επίδαυρο («Οιδίπους Τύραννος», «Προμηθέας Δεσμώτης»). Αργότερα επανίδρυσε το Ε.Λ.Θ, όπου συνεργάστηκε με τη Βουγιουκλάκη, τη Λαμπέτη και τη Μερκούρη. Η τελευταία του θεατρική εμφάνιση ήταν το 1984, στο Ηρώδειο στην παράσταση «Προμήθεια» του Αντωνίου, λίγο πριν μας αφήσει το 1984.

Στον κινηματογράφο έχει παίξει σε περισσότερες από 80 ταινίες, και οι ερμηνείες του έχουν αφήσει εποχή. Συνήθως, υποδυόταν χαρακτήρες που είχαν θέση στην κορυφή της κοινωνικής ιεραρχίας, χάρη στο επιβλητικό παρουσιαστικό του. Με την υποκριτική του ικανότητα κατάφερνε να δίνει ειδικό βάρος και υπόσταση σε κάθε ρόλο του, ακόμα κι αν δεν ήταν πρωταγωνιστικός. Βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ του Σαν Φρανσίσκο για την ερμηνεία του στο ρόλο του Κρέοντα στην «Αντιγόνη» σε σκηνοθεσία Γιώργου Τζαβέλα, και στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία του στη «Συνοικία το Όνειρο». Με τη Φίνος Φιλμ συνεργάστηκε σε 13 αξιόλογες ταινίες όπως «Ηλέκτρα» (1962), «Το Χώμα Βάφτηκε Κόκκινο» (1966), «Κατηγορώ τους Ανθρώπους» (1966) και άλλες. Εξαιρετικοί ήταν οι ρόλοι του και στις ταινίες «Μαγική Πόλις» (1954), «Αντιγόνη» (1962), «Τα Κόκκινα Φανάρια» (1963), «Παπαφλέσσας» (1970), «Ο Ανθρωπος με το Γαρύφαλλο» (1980), καθώς και ο τελευταίος ρόλος του στην ταινία «Ταξίδι στα Κύθηρα».  

Ο Μάνος Κατράκης ήταν λάτρης της λογοτεχνίας και έγραψε ποιητικά έργα και πεζά. Κλασικές έχουν μείνει δεκάδες απαγγελίες του σε διάφορες εκδηλώσεις και στο ραδιόφωνο, όπου με τη μοναδική του φωνή έδινε φλόγα στον νεοελληνικό ποιητικό λόγο.

Δείτε τη φωτογραφία του Μάνου Κατράκη με τη μητέρα του, Ειρήνη. Ήταν εκείνη που έφερε την οικογένεια στην Αθήνα από την Κρήτη επιτρέποντας έτσι στον Κατράκη να αναζητήσει τα όνειρα του στο σανίδι.

Διαβάστε επίσης