Ήταν το 1993, όταν στους κινηματογράφους κυκλοφόρησε η ταινία του, Στίβεν Σπίλμπεργκ, “Η λίστα του Σίντλερ” με πρωταγωνιστή, τον Λίαμ Νίσον. Τότε, ήταν που ο πολύς κόσμος έμαθε για τον Όσκαρ Σίντλερ, τον Γερμανό που με τη λίστα του έσωσε 1.2000 Εβραίους από τους θαλάμους αερίου στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί.

Πρόκειται για έναν Γερμανό επιχειρηματία που χρησιμοποίησε τους Εβραίους στα εργοστάσια του, σώζοντας τις ζωές τους. Ο Όσκαρ Σίντλερ γεννήθηκε το 1908 στη βιομηχανική πόλη Τσβίταου, τότε γερμανική επαρχία της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας και σήμερα τμήμα της Τσεχίας και φοίτησε σε γερμανικό σχολείο

Ο πατέρας του ήταν ιδιοκτήτης εργοστασίου και η μητέρα του νοικοκυρά. Είχε μια μικρότερη αδελφή ενώ έκανε από παιδί παρέα με τους γιους του τοπικού ραβίνου.

Ξεκίνησε με μικροπατεωνιές

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920 ο Σίντλερ εργάστηκε για τον πατέρα του πουλώντας γεωργικά μηχανήματα. Το 1928 παντρεύτηκε την Έμιλυ. O γάμος, αλλά και οι μικροαπατεωνιές στις οποίες αρεσκόταν ο Όσκαρ, δημιούργησε προβλήματα στις σχέσεις του με τον πατέρα του με αποτέλεσμα να φύγει από την οικογενειακή τους επιχείρηση και να εργαστεί στην τοπική εταιρεία Ηλεκτρισμού.

Εκείνη την εποχή το πολιτικό σκηνικό άλλαζε σε όλη την Ευρώπη και κυρίως στη Γερμανία, όπου το κόμμα του Αδόλφου Χίτλερ είχε αρχίσει την άνοδό του προς την εξουσία. Ο Χίτλερ είχε αρχίσει να διεγείρει τα εθνικιστικά φρονήματα όλων των Γερμανών της Ευρώπης τονίζοντας ότι οι σχέσεις τους θα έπρεπε να είναι με την Γερμανία και όχι με τις χώρες στις οποίες διέμεναν. Μέχρι το 1935 η γενέτειρα περιοχή του Σίντλερ είχε συνδεθεί με το Ναζιστικό κόμμα της Γερμανίας.

Το ίδιο έκανε και ο Σίντλερ, όχι λόγω των πολιτικών του φρονημάτων αλλά περισσότερο διότι πίστευε ότι θα ευνοούσε τις επιχειρηματικές του βλέψεις.

Οι… φιλίες με τους Ναζί

Τον Σεπτέμβριο του 1939, ο Χίτλερ εισέβαλε στην Πολωνία, με αποτέλεσμα η Γαλλία και η Αγγλία να κηρύξουν πόλεμο εναντίον της Γερμανίας. Μέσα σε μία εβδομάδα από την εισβολή ο Σίντλερ πήγε στην Κρακοβία, αναζητώντας τρόπους για να αναπτυχθεί στον επιχειρηματικό τομέα.

Σύντομα, η πόλη έγινε το κέντρο διαχείρισης όλης της Πολωνίας. Ο Σίντλερ που ήταν ένα επιχειρηματικό δαιμόνιο, προσπάθησε προς ίδιον όφελος, να εκμεταλλευτεί τις καταστάσεις. Έτσι, δεν άργησε να αναπτύξει φιλίες με μέλη της SS, στους οποίους προσέφερε δώρα «μαύρης αγοράς» όπως πούρα, κονιάκ, κα για να έχει την εύνοιά τους.

Την ίδια περίοδο γνώρισε τον Ισαάκ Στερν έναν Εβραίο λογιστή με τον οποίο θα δημιουργήσει μια ιδιαίτερη σχέση ενώ είναι αυτός που θα τον βοηθήσει στις επιχειρηματικές του δραστηριότητες. Το 1940, ο Όσκαρ Σίντλερ αγοράζει ένα πτωχευμένο εργοστάσιο οικιακών σκευών. Αποφασισμένος να αναπτύξει τις επιχειρήσεις πουλώντας σκεύη σίτισης στον γερμανικό στρατό, δεν δίστασε να προχωρήσει σε συνεχόμενες δωροδοκίες ατόμων «κλειδιών» για ανάθεση συμβολαίων με τον γερμανικό στρατό.

Έπαιρνε Εβραίους εργάτες για να τους σώσει

Μετά από συμβουλή του Εβραίου λογιστή του, προχώρησε στην πρόσληψη μεγάλου αριθμού Εβραίων για τα εργοστάσιά του μιας και θεωρήθηκαν φθηνό και οικονομικό εργατικό προσωπικό.

Τον Ιούνιο του 1942 οι Ναζί άρχισαν να μεταφέρουν τους Εβραίους της Κρακοβίας σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Μερικοί από τους εργάτες του στα εργοστάσια ήταν από τους πρώτους που θα έπρεπε να μεταφερθούν σε αυτά. Τότε, ο Σίντλερ, με τις γνωριμίες του και τις απειλές του, κατάφερε να αποτρέψει τη μεταφορά τους.

Το 1943 αποφασίστηκε το οριστικό κλείσιμο του εβραϊκού γκέτο. Υπεύθυνος για το παραπάνω ήταν ένας Γερμανός αξιωματικός, ο Άμον Γκετ, ο οποίος αποφάσισε τη δημιουργία ενός κέντρου εργασίας έξω από την πόλη όπου θα εργάζονταν μόνο οι υγιείς Εβραίοι, ενώ οι υπόλοιποι είτε θα πήγαιναν σε στρατόπεδα είτε θα εκτελούνταν.

Όταν αποφασίστηκε η μεταφορά όλων των βιομηχανιών εκτός της πόλης, ο Σίντλερ, αφού δωροδόκησε τον Γκετ κατάφερε να τον πείσει να μετατρέψει τα εργοστάσιά του σε μικρά κέντρα εργασίας, κρατώντας ταυτόχρονα τους ήδη υπάρχοντες εργάτες του.

Η περίφημη λίστα του Σίντλερ

Το καλοκαίρι του 1944 τόσο το στρατόπεδο όσο και το εργοστάσιο του Σίντλερ αποφασίστηκε να κλείσουν. Ο Σίντλερ πρότεινε στον Γκετ να τον βοηθήσει να μεταφέρει το εργοστάσιο μαζί με τους υπαλλήλους του στην Τσεχοσλοβακία με σκοπό να συνεχίσει να προσφέρει στο τρίτο Ράιχ με σημαντικά υλικά πολέμου. Αφού δωροδοκήθηκε, ο Γκετ συμφώνησε να τον βοηθήσει.

Του έδωσε την εντολή να φτιάξει μία λίστα στην οποία θα αναφέρονταν τα ονόματα όλων των Εβραίων που θα πήγαιναν στο καινούργιο εργοστάσιο. Η λίστα περιείχε 1100 άτομα τα οποία ήταν όλοι οι υπάλληλοι του εργοστασίου του, αλλά και αρκετοί άλλοι. Το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς ο Σίντλερ ξεκίνησε τη μεταφορά του εργοστασίου του στην Τσεχοσλοβακία.

Τον Οκτώβριο στην αρχή κάπου στα 800 άτομα μεταφερθήκανε και μετά άλλα 300 άτομα, γυναίκες και παιδιά. Είναι χαρακτηριστικό ότι η δεύτερη ομάδα οδηγήθηκε μετά από λάθος στο Άουσβιτς με σκοπό την θανάτωση και των 300 ατόμων, αλλά ο Σίντλερ μετά από άμεσες ενέργειες κατόρθωσε να τους σώσει και να τους οδηγήσει στην Τσεχοσλοβακία.

Τον επόμενο έναν χρόνο, περίπου, το εργοστάσιό του δεν παρήγαγε ούτε ένα κάλυκα. Δικαιολογήθηκε στους Ναζί, πως δεν προχώρησε σε παραγωγή, λόγω των «αρχικών δυσκολιών». Στην πραγματικότητα όμως σκοπίμως είχε αποδυναμώσει την γραμμή παραγωγής με απώτερο σκοπό την κακή παραγωγή καλύκων για σφαίρες.

Η ζωή του Σίντλερ μετά το τέλος του πολέμου

Χωρίς αμφιβολία, ο Σίντλερ ήταν ένας ήρωας, ένας… Σωτήρας. Ωστόσο, η ζωή του μετά τον πόλεμο πήρε την κάτω βόλτα. Οι επαγγελματικές του προσπάθειες ήταν αποτυχημένες, ενώ στράφηκε στο αλκοόλ και στις αλόγιστες σπατάλες.

Το 1949, μετακόμισε στην Αργεντινή, όπου αγόρασε μία φάρμα. Μέχρι το 1957, ο Όσκαρ Σίντλερ είχε πτωχεύσει και βασιζόταν σε φιλανθρωπίες των Εβραίων που πάντα τον έβλεπαν ως τον… Σωτήρα τους.

Το 1958, εγκατέλειψε την γυναίκα του κι επέστρεψε στη Γερμανία όπου τα επόμενα τρία χρόνια, ασχολήθηκε με την παραγωγή τσιμέντου. Τα έχασε όλα, όμως, κι έκτοτε έμεινε άπορος, ενώ βιοποριζόταν αποκλειστικά από εβραϊκές φιλανθρωπίες και τη μικρή σύνταξη που του αποδόθηκε από την γερμανική κυβέρνηση το 1968.

Την χρονιά που έχασε την επιχείρηση τσιμέντου, προσκλήθηκε να επισκεφτεί το Ισραήλ όπου και έτυχε θερμής υποδοχής. Κάθε άνοιξη από τότε, και μέχρι το τέλος της ζωής του, επισκεπτόταν τη χώρα.

Πολλοί από τους συμπατριώτες του εξοργίστηκαν μαζί του επειδή βοήθησε τους Εβραίους και επειδή κατέθεσε εναντίον των Ναζιστών εγκληματιών πολέμου. Στις 9 Οκτωβρίου του 1974, άφησε την τελευταία του πνοή μετά από προβλήματα που είχε με την καρδιά του και το συκώτι. Τάφηκε, μετά από επιθυμία του, στο Ισραήλ σε καθολικό νεκροταφείο.

Με πληροφορίες από Βικιπαίδεια

Διαβάστε επίσης