Γοητευτικός, αντισυμβατικός, εκνευριστικά ταλαντούχος και παραδομένος στα πάθη του. Ο Πίτερ Ο’ Τουλ συγκέντρωνε όλα εκείνα τα προτερήματα και μειονεκτήματα, μαζί με πάθη δημιουργώντας γύρω από το πρόσωπό του έναν μύθο.
Άλλωστε, ο Βρετανός ηθοποιός υπήρξε ένας θρύλος της υποκριτικής, που όμως, δεν κατάφερε ποτέ να πάρει το πολυπόθητο Όσκαρ, παρόλο που υπήρξε 8 φορές υποψήφιος. Το 2003, όμως, η Ακαδημία τού έδωσε τιμητικό Όσκαρ για τη μέγιστη προσφορά του στην Έβδομη Τέχνη. Αλλά σε καμία περίπτωση, ένα αγαλματίδιο δεν μειώνει την υποκριτική αξία του Πίτερ Ο’ Τουλ. Ο μόνος εχθρός του ταλέντου και που έθετε κάθε φορά σε κίνδυνο την καριέρα του, ήταν ο ίδιος του ο εαυτός και τα πάθη στα οποία είχε “παραδοθεί”, ο ηθοποιός που αρνήθηκε τον τίτλο του “Σερ” από τη βασίλισσα Ελισάβετ, για πολιτικούς λόγους.
Εξάλλου, ήταν γνωστός σε όλους ο εθισμός του στο αλκοόλ που λίγο έλειψε να του κοστίζει πρόωρα την ίδια του τη ζωή. Του κόστισε σίγουρα τον γάμο του με την Σαν Φίλιπς, η οποία μέσα από την αυτοβιογραφία της αποκάλυψε το σκοτεινό πρόσωπο του ηθοποιού, τις εκρήξεις ζήλιας του, και τον βίαιο χαρακτήρα του, όταν έπινε.
Τα παιδικά χρόνια
Ο Πίτερ Σέιμους Ο’ Τουλ γεννήθηκε στις 2 Αυγούστου του 1932 στην Κονεμάρα της Ιρλανδίας, αν και τον διεκδικεί και το Λιντς της Αγγλίας. Ο ίδιος δεν διευκρίνισε ποτέ στη ζωή του ποιος από τους δύο ήταν ο τόπος της γέννησής του. Ήταν γιος του λιθογράφου, ποδοσφαιριστή και μπουκμέικερ Πάτρικ Ο’ Τουλ και της Σκωτσέζας νοσοκόμας Τζέιν Φέργκιουσον. Έλεγε πάντα ότι είναι «παιδί της εγκληματικής τάξης», εξηγώντας με χιούμορ τις ασωτίες του και τις τρέλες του που τον έκαναν γνωστό.
Μεγάλωσε στο Λιντς και φοίτησε σε καθολικό σχολείο, όπου συχνά οι καλόγριες δασκάλες του τον έδερναν, επειδή ήταν αριστερόχειρας. Όπως είχε πει ο ίδιος δεν είχε σκοπό να γίνει ηθοποιός, αλλά δημοσιογράφος, σύντομα όμως κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να γράφει ιστορίες, αλλά προτιμούσε να είναι ο ίδιος οι ιστορίες.
Ο Πίτερ Ο’ Τουλ ήταν έντονα πολιτικοποιημένος και στις αρχές της δεκαετίας του ’50 συμμετείχε ενεργά στις διαμαρτυρίες εναντίον του πολέμου της Κορέας και αργότερα, στη δεκαετία του ’60, ήταν ενεργά αντίθετος στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Ο αλκοολισμός και ο βίαιος χαρακτήρας
Η δεκαετία του ’60 βέβαια για τον γοητευτικό ηθοποιό ήταν γεμάτη ακολασίες, παρά το γεγονός ότι ήταν παντρεμένος με την όμορφη συνάδελφό του, Σαν Φίλιπς. Ο ίδιος είχε αναφερθεί σε αυτή την περίοδο της ζωής του λέγοντας: «Μαζί με τον Ρίτσαρντ Μπάρτον και τον Ρίτσαρντ Χάρις αλώσαμε τα 60s. Κάναμε δημόσια αυτό που όλοι οι άλλοι έκαναν στο σπίτι τους. Πίναμε δημόσια, γνωρίζαμε για τη φούντα. Μου άρεσε πάρα πολύ να πίνω και να ξυπνάω το πρωί και να βρίσκομαι ξαφνικά στο Μεξικό. Ήταν και αυτό μέρος της ανοησίας μου».
Το 1959 παντρεύτηκε την Ουαλή ηθοποιό Σαν Φίλιπς, με την οποία απέκτησε δύο κόρες: το 1961 τη βραβευμένη ηθοποιό Κέιτ Ο’ Τουλ και αργότερα την Πατρίσια. Χώρισαν το 1979, όταν εκείνη τον εγκατέλειψε, για έναν νεαρό άνδρα. Η Φίλιπς έχει αποκαλύψει στις δύο αυτοβιογραφίες της ότι ο Ο’ Τουλ την κακομεταχειριζόταν ψυχικά εξαιτίας του ποτού και, επίσης, ότι ήταν αποδέκτης υπερβολικών κρίσεων ζήλειας εκ μέρους του.
“Όταν έπινε, μερικές φορές εξαφανιζόταν για μέρες κάθε φορά. Στο σπίτι, με επέκρινε συνεχώς, συνήθως επειδή δεν ήμουν παρθένα νύφη”, είχε εξομολογηθεί μεταξύ άλλων για τον γάμο τους.
“Όταν ήταν μεθυσμένος, κατέφευγε σε παγερή κριτική εναντίον μου και με διέταζε να βγω από το αυτοκίνητο, από ένα εστιατόριο ή ακόμα από το σπίτι μας. Μετά από κάθε άγριο τσακωμό, κοιμόταν και ξυπνούσε μετανοημένος και περνούσε μέρες όντας προσεκτικός και γοητευτικός”, είχε αποκαλύψει ακόμη.
Μετά το διαζύγιο, ο “Λόρενς της Αραβίας” γνώρισε το μοντέλο Κάρεν Μπράουν, με την οποία απέκτησαν έναν γιο, τον Λόρκαν Πάτρικ Ο’ Τουλ, το 1983, όταν ο Ο’ Τουλ ήταν 50 ετών.
Όταν κινδύνεψε να χάσει τη ζωή του λόγω αλκοολισμού
Το αλκοόλ ήταν το μεγάλο πάθος του ηθοποιού. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 λίγο έλειψε να χάσει τη ζωή του από σοβαρές ασθένειες, εξαιτίας της υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ. Εγχειρίστηκε το 1976 και του αφαιρέθηκε το πάγκρεας και μεγάλο μέρος του στομαχιού του, γεγονός το οποίο οδήγησε σε ινσουλινοεξαρτώμενο διαβήτη.
Το 1978 έφτασε ένα βήμα από τον θάνατο εξαιτίας αιματολογικής διαταραχής. Τελικά ανάρρωσε και επέστρεψε στη δουλειά, αν και πλέον έβρισκε δυσκολότερα ρόλους σε ταινίες, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται περισσότερο στην τηλεόραση και σποραδικά στο θέατρο. Παρ’ όλα αυτά εμφανίστηκε στην πολυβραβευμένη ταινία Ο Τελευταίος Αυτοκράτορας το 1987.
Ο Πίτερ Ο’ Τουλ ήταν ίσως ο μοναδικός από τους Βρετανούς ηθοποιούς της γενιάς του, που είχαν ως κέντρο των θεατρικών εμφανίσεών τους το Λονδίνο. Το 1987 τού προτάθηκε ο τίτλος του “ιππότη”, όμως τον αρνήθηκε εξαιτίας των προσωπικών και των πολιτικών του πεποιθήσεων.
Σε μια συνέντευξή του στο National Public Radio τον Δεκέμβριο του 2006, ο Ο’ Τουλ αποκάλυψε ότι γνωρίζει σε αποστήθιση και τα 154 σονέτα του Σαίξπηρ, τα οποία ο ίδιος διάβαζε καθημερινά, και θεωρούσε ότι αυτά συγκαταλέγονται μεταξύ των καλύτερων αγγλικών ποιημάτων. Στην ταινία Venus απαγγέλει το σονέτο αριθμός 18, “Shall I Compare Thee To A Summer’s Day”.
Ήταν γνωστός οπαδός του ράγκμπι, και συνήθιζε να παρακολουθεί αγώνες μαζί με τους φίλους του Ρίτσαρντ Χάρις, Κένεθ Γκρίφιθ και Ρίτσαρντ Μπάρτον. Επίσης υπήρξε, σε όλη του τη ζωή, παίκτης, προπονητής και λάτρης του κρίκετ, για το οποίο είχε δίπλωμα διδασκαλίας και προπονητικής σε παιδιά. Τέλος, είχε παραδεχτεί πως η ηθοποιός με την οποία απολάμβανε να δουλεύει μαζί της ήταν η στενή φίλη του Κάθριν Χέπμπορν.