“Η λογοτεχνία θα εξαφανιστεί και οι ηλίθιες ποιητικές φράσεις θα συνεχίσουν να πλακώνονται εδώ κι εκεί στον κόσμο“. Πρόκειται για ένα από τα διάσημα αποφθέγματα του Μίλαν Κούντερα, ο οποίος έφυγε από τη ζωή την Τρίτη (11/7) σε ηλικία 94 ετών. Και με το φευγιό του στην αιωνιότητα αφήνει πίσω του φτωχότερο παγκόσμιο Πολιτισμό, αλλά και τα σημαντικά του έργα που θα μείνουν κι εκείνα στην αιωνιότητα.
Γιατί, στη δική του μοναδική περίπτωση, τα έργα του δεν πρόκειται να εξαφανιστούν και οι σοφές φράσεις του “δεν θα πλακώνονται από εδώ κι εκεί”, αντίθετα θα υπάρχουν ες αεί, αποτελώντας τροφή για σκέψη.
Τα πρώτα χρόνια
Ο Μίλαν Κούντερα γεννήθηκε την 1 Απριλίου του 1929, στο Μπρνο της τότε Τσεχοσλοβακίας και σημερινής Τσεχίας. Ο πατέρας του, Λούντβικ Κούντερα, υπήρξε μουσικολόγος και πιανίστας και όπως φαίνεται, πήρε από αυτόν τα πρώτα του μουσικά ερεθίσματα. Έμαθε να παίζει πιάνο, ενώ αργότερα θα αποφασίσει να εντρυφήσει στην μουσική, σπουδάζοντας και ο ίδιος μουσικολογία και σύνθεση. Όπως λέγεται μάλιστα, το πρώτο του επάγγελμα ήταν μουσικός της jazz.
Το 1948 θα ολοκληρώσει την εκπαίδευση του στην πόλη όπου γεννήθηκε και έπειτα θα σπουδάσει Λογοτεχνία και Αισθητική στη Σχολή Τεχνών του Πανεπιστημίου του Καρόλου, στην Πράγα. Μετά το πέρασμα δύο ακαδημαϊκών κύκλων, θα γραφτεί στη σχολή Κινηματογράφου της Ακαδημίας Θεάματος της Πράγας. Το ενδιαφέρον του θα κεντρίσουν περισσότερο η σκηνοθεσία και η σκηνογραφία. Το 1952 θα αποφοιτήσει και αμέσως θα προσληφθεί ως εισηγητής του μαθήματος «Παγκόσμια Λογοτεχνία».
Ο Μίλαν Κούντερα ήδη από τα εφηβικά του χρόνια, είχε εγγραφεί στη νεολαία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Τσεχοσλοβακίας. Ωστόσο, το 1950, το κόμμα τον διέγραψε για «αντικομμουνιστικές δραστηριότητες». Έγινε ένα μισητό πρόσωπο για το καθεστώς ώσπου τελικά ο συγγραφέας αυτομόλησε στην Γαλλία το 1975. Τέσσερα χρόνια μετά του αφαιρέθηκε η τσεχική υπηκοότητα και το 1981 έγινε Γάλλος πολίτης.
Τα σπουδαία έργα του Κούντερα
Το 1962 παρουσίασε στο κοινό το πρώτο του θεατρικό έργο με τίτλο «Οι Κλειδοκράτορες», το οποίο διαδραματίζεται στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς, Τσεχοσλοβακία. Με το έργο αυτό αποσπά εξαίρετες κριτικές, ενώ θα θεωρηθεί ως ένα από τα θεατρικά αριστουργήματα της μετά-σταλινικής περιόδου. Στην Ελλάδα μάλιστα, το έργο θα παιχτεί το 1973 από τον θίασο Ληναίου- Φωτίου και θα απαγορευτεί από το καθεστώς της χούντας.
Το 1967 θα δημοσιεύσει το πιο πολιτικό του μυθιστόρημά, «Το αστείο», που τον κάνει ευρέως γνωστό στον ευρωπαϊκό κόσμο. Το βιβλίο θα αποτελέσει τη βάση των προασπιστών της «Άνοιξης της Πράγας», αλλά και την αρχή για την… αυτοεξορία του, καθώς θα ακολουθήσουν, το 1973, τα μυθιστορήματα: «Η ζωή είναι αλλού» και «Το βαλς του αποχαιρετισμού». Όλα μαζί, θα αποτελέσουν μια τριλογία και ο συγγραφέας θα υποστεί διώξεις, αναγκαστική στρατονόμευση ενώ τα βιβλία του θα αποσυρθούν από όλες τις βιβλιοθήκες της χώρας.
Η νέα αρχή στο Παρίσι
To 1975 o Μίλαν Κούντερα θα καταφύγει, μαζί με τη σύζυγό του, Βέρα Χραμπάνκοβα, στην Γαλλία. Εκεί θα διοριστεί σχεδόν αμέσως ως επίσημος διδάκτορας του πανεπιστημίου της Ρεν ενώ θα του δοθεί η γαλλική υπηκοότητα, αφού η πατρίδα του, του είχε αφαιρέσει την ιθαγένεια. Πέντε χρόνια μετά την μόνιμη εγκατάσταση στη Γαλλία, θα δημοσιεύσει το μυθιστόρημα του «Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης», με το οποίο θα ακολουθήσει, για πρώτη φορά, τα βήματα ενός πειραματικού τρόπου γραφής.
Το 1984 είναι μια σημαντική χρονιά τόσο για τον ίδιο, όσο και για την παγκόσμια λογοτεχνία, αφού θα εκδώσει ένα από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα, το βιβλίο «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι». Ο Κούντερα καθιερώνεται – και με τη σφραγίδα – ως ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς παγκοσμίως, ενώ το βιβλίο του θα κυκλοφορήσει σε όλο τον κόσμο.
Θα μεταφερθεί και στη μεγάλη οθόνη από τον σκηνοθέτη Φίλιπ Κάουφμαν. Το έργο εκτυλίσσεται στην Τσεχοσλοβακία την εποχή της «Άνοιξης της Πράγας» και λίγο πριν την σοβιετική εισβολή, με κεντρικό ήρωα τον Τόμας- έναν χειρουργό που αντιμετωπίζει ζητήματα, όπως αυτά της ελευθερίας και της σταθερής αγάπης, του έρωτα και της πολιτικής θέσης.
Το αποτέλεσμα, ενώ θεωρήθηκε γενικά επιτυχημένο, ενόχλησε αρκετά τον συγγραφέα, με αποτέλεσμα να απαγορεύσει τις διασκευές στα μυθιστορήματά του.
Δεν έδινε ποτέ συνεντεύξεις
Μετά από τέσσερις δεκαετίες, ο Petr Drulák, ο πρέσβης της Τσεχίας στην Γαλλία επισκέφθηκε τον συγγραφέα στο διαμέρισμά του στο Παρίσι ώστε να του παραδώσει τα έγγραφα με τα οποία του επιστρέφονταν η τσεχική υπηκοότητα.
Ο ίδιος μίλησε για μια συμβολική χειρονομία προς τον μεγαλύτερο Τσέχο συγγραφέα. Η παράδοση των εγγράφων χαρακτηρίστηκε από απλότητα, συγκίνηση και ζεστασιά, σύμφωνα με τον πρέσβη. «Ήταν σε καλή διάθεση, πήρε το έγγραφο και είπε ευχαριστώ», ανέφερε ο Drulák.
Ο Μίλαν Κούντερα ζούσε πάντα μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, η οποία τον άφηνε αδιάφορο. To 1985 αποφάσισε να μη δώσει ξανά καμιά συνέντευξη, ενώ οι ελάχιστες φωτογραφίες του που διοχετεύτηκαν στον Τύπο ήταν τραβηγμένες από τη σύζυγό του, μια εξαιρετική φωτογράφο.
Ωστόσο, σε μια σπάνια συνέντευξή του στην εφημερίδα ZEIT είχε παραδεχτεί πως για εκείνον το όνειρο της επιστροφής στην πατρίδα του, δεν υπήρχε. Όπως είχε πει χαρακτηριστικά: «Έχω πάρει μαζί μου την Πράγα, τη μυρωδιά, τις γεύσεις της, τη γλώσσα, τα τοπία, τον πολιτισμό της».
Πάντως και η λογοτεχνική του επιστροφή στην Τσεχία άργησε πολύ. Τα έργα του άρχισαν να κυκλοφορούν στην πατρίδα του, τη δεκαετία του 90, ενώ η «Αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι», μόλις το 2006.
Ο Μίλαν Κούντερα τιμήθηκε με αναρίθμητες διακρίσεις ενώ υπήρξε πολλές φορές και υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Αποφθέγματα του Μίλαν Κούντερα για τη ζωή
– Ο καθένας έχει το δικαίωμα να σκοτωθεί. Είναι η ελευθερία μας. Δεν έχω τίποτα εναντίον της αυτοκτονίας όσο πρόκειται για έναν τρόπο να φύγει κανείς.
– Το θεμέλιο του εγώ δεν είναι η σκέψη, αλλά ο πόνος, το πιο στοιχειώδες αίσθημα όλων.
– Σκέφτομαι, άρα υπάρχω, είναι μια διανοητική τοποθέτηση που υποτιμά τον πονόδοντο. Αισθάνομαι άρα υπάρχω, είναι μια αλήθεια με πολύ γενικότερο βεληνεκές που αφορά και κάθε ζωντανό πλάσμα.
– Να ζεις δεν υπάρχει καμία ευτυχία σ’ αυτό. Να ζεις: να περιφέρεις στον κόσμο το επώδυνο εγώ σου. Αλλά να είσαι, να είσαι είναι ευτυχία. Είναι: το να μεταμορφώνεσαι σε κρήνη, σε πέτρινη δεξαμενή μέσα στην οποία το σύμπαν κατεβαίνει σαν χλιαρή βροχή.
– Η ντροπή δεν θεμελιώνεται σ΄ ένα λάθος που έχουμε κάνει, αλλά στην ταπείνωση που δοκιμάζουμε όντας αυτό που είμαστε χωρίς να το έχουμε διαλέξει, και στην αφόρητη αίσθηση ότι η ταπείνωση είναι ορατή από παντού.
– Το πρόσωπο είναι ωραίο όταν αντανακλά την παρουσία μιας σκέψης, ενώ η στιγμή του γέλιου είναι μια στιγμή που δεν σκεφτόμαστε.
– Αυτός ο κόσμος τα παίρνει όλα στα σοβαρά.
– Το χιούμορ δεν μπορεί να υπάρξει παρά εκεί όπου οι άνθρωποι διακρίνουν ακόμα το όριο ανάμεσα σ΄αυτό που είναι σημαντικό και σ΄εκείνο που δεν είναι.
– Αν αρνιόμαστε να προσδώσουμε σημασία σ΄έναν κόσμο που θαρρεί ότι είναι σημαντικός, κι αν δεν βρίσκουμε στον κόσμο αυτό καμία ηχώ στο γέλιο μας, δεν μας μένει παρά μια λύση: να πάρουμε τον κόσμο κατ΄ αποκοπήν και να τον κάνουμε αντικείμενο του δικού μας παιχνιδιού να τον κάνουμε ένα άθυρμα.
– Η λογοτεχνία θα εξαφανιστεί και οι ηλίθιες ποιητικές φράσεις θα συνεχίσουν να πλακώνονται εδώ κι εκεί στον κόσμο.
Μιλάν Κούντερα, Η Αθανασία, εκδόσεις Εστία, αποσπάσματα