Η Μαίρη Μεταξά, μαζί με την Ελένη Ζαφειρίου ταυτίστηκαν με τον ρόλο της μάνας, στον ελληνικό κινηματογράφο. Υπήρξαν οι δύο πιο χαρακτηριστικές φιγούρες.
Η Ελένη Ζαφειρίου πρωταγωνίστησε, κυρίως, σε δραματικούς ρόλους και στη συνείδηση του κοινού έμεινε ως η “στοργική μάνα” του ελληνικού κινηματογράφου. Η Μαίρη Μεταξά, από την άλλη πρωταγωνιστούσε σε κωμωδίες και ως ρόλος ήταν σαρωτικός. Ήταν η τσαούσα μάνα, η Πολίτισσα, η πληθωρική, η κακιά πεθερά που έβαζε τη μύτη της παντού.
Μα πάνω απ’ όλα, ήταν η μάνα του Κώστα Βουτσά, με τον οποίο αποτέλεσαν ένα αχτύπητο και άκρως απολαυστικό δίδυμο στη μεγάλη οθόνη. Το κοινό λάτρεψε τη Μαίρη Μεταξά. Αν και εμφανιζόταν σε δεύτερους ρόλους, η παρουσία της ήταν σαρωτική και οι ρόλοι που έχει ερμηνεύσει, χαρακτηριστικοί.
Και να φανταστεί κανείς πως η Μαίρη Μεταξά στην αληθινή της ζωή, δεν απέκτησε ποτέ παιδιά, ούτε και παντρεύτηκε.
Ένα ατόφιο κωμικό ταλέντο
Γεννήθηκε το 1912 στην Ανατολική Ρωμυλία, σε μεγαλοαστική οικογένεια. Ήταν μορφωμένη, ωστόσο το μπαλέτο ήταν αυτό που λάτρεψε και το υπηρέτησε ως επαγγελματίας μπαλαρίνα σε οπερέτες. Η υποκριτική ήρθε στη ζωή της σε μεγάλη σχετικά ηλικία, οπότε και ξεκίνησε μια νέα καριέρα που της άλλαξε τη ζωή.
Το ταλέντο της αναγνωρίστηκε σύντομα, στο θέατρο, όχι όμως και στον κινηματογράφο, καθώς οι πόρτες – άγνωστο γιατί – άργησαν να ανοίξουν για τη Μαίρη Μεταξά. Ο πρώτος της ρόλος στη μεγάλη οθόνη ήρθε το 1958, στην ταινία «Η Κυρά μας η μαμή», κάνοντας αίσθηση ως η απελπισμένη χωριάτισσα που φέρνει το μωρό της για να το κάνει καλά η μαμή Γεωργία Βασιλειάδου.
Αυτό ήταν. Οι ερμητικά κλειστές πόρτες άνοιξαν και υποδέχτηκαν την πληθωρική ηθοποιό. Η μεγάλη αναγνώριση έρχεται λίγα χρόνια αργότερα, στα μέσα της δεκαετίας του ’60, όταν ο Γιάννης Δαλιανίδης την θέλει κοντά του, δίνοντάς της μία σειρά ρόλων, που την καθιερώνουν ως μία απόλυτα κωμική ηθοποιό. Αλλά κυρίως, την καθιερώνουν ως «μάνα» του ελληνικού κινηματογράφου.
Στη «Νύχτα γάμου» το 1967, υποδύεται την Κωνσταντινουπολίτισσα μητέρα του Κώστα Βουτσά και είναι μία από τις καλύτερες κινηματογραφικές στιγμές της. Αλλά και ως Πολυξένη Κοπέογλου στην ταινία “Το Ανθρωπάκι” καταφέρνει να μείνει ως ένας από τους λατρεμένους κινηματογραφικούς χαρακτήρες. Με τον Κώστα Βουτσά αποτελούν ένα από τα αγαπημένα δίδυμα του κινηματογράφου στους ρόλους «μάνας και γιου».
Μάλιστα, ήταν τόσο ταιριαστοί μεταξύ τους, που τότε πολλοί πίστευαν ότι ήταν και στην πραγματικότητα μητέρα και γιος. Και μπορεί τους δυο να μην τους έδεναν δεσμοί αίματος, όμως, ήταν πολύ αγαπημένοι και η κινηματογραφική τους σχέση είχε περάσει και στη ζωή.
Ο Βουτσάς, ήταν ο γιος που δεν απέκτησε ποτέ
Όσοι την γνώριζαν από κοντά, είχαν να λένε το πόσο ευγενική, καλή κι ευαίσθητη ήταν η Μαίρη Μεταξά. Με τα χρήματα που κέρδιζε από τις ταινίες, Βοηθούσε όσους είχαν ανάγκη. Τα προβλήματα υγείας που την ταλαιπωρούσαν, την έκαναν να πάρει την απόφαση να αποσυρθεί. Και τότε ήρθε η… λήθη.
Η Μαίρη Μεταξά ξεχάστηκε σχεδόν από την πλειοψηφία των συναδέλφων της, με τρόπο άδικο κι εξοργιστικό. Ήταν μόνη της στον κόσμο. Δεν είχε αποκτήσει τη δική της οικογένεια και αυτός ήταν ένας μεγάλος καημός για την αγαπημένη ηθοποιό, όπως είχε εξομολογηθεί με δάκρυα στα μάτια σε μα σπάνια τηλεοπτική της συνέντευξη στην ΕΡΤ.
Μόνο ο «γιος» της, ο Κώστας Βουτσάς ήταν πάντα δίπλα της, και της πρόσφερε τη βοήθειά του. Γιατί, είπαμε μπορεί να μην τους ένωναν βιολογικά δεσμοί αίματος, όμως, ηθικά και ανθρώπινα ο Βουτσάς, ήταν για εκείνη ο γιος που δεν απέκτησε ποτέ. Τον αγαπούσε σαν παιδί της και την αγαπούσε σαν δεύτερη μάνα!
Το μοναχικό τέλος
Τον Ιανουάριο του 1987, η Μαίρη Μεταξά εισήχθη εσπευσμένα στο Σισμανόγλειο με σοβαρά αναπνευστικά προβλήματα, καθώς έπασχε από χρόνια αποφρακτική ανεπάρκεια. Όλες τις ημέρες της νοσηλείας της μέχρι και το τέλος, στις 10 Ιανουαρίου, ο Κώστας Βουτσάς δεν έφυγε από το πλευρό της.
Τα έξοδα της νοσηλείας της αλλά και η κηδεία της καλύφθηκαν με δαπάνη του Ταμείου Αλληλοβοήθειας του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, μιας και κανένας συγγενής της δεν εμφανίστηκε.
Το φευγιό της κινηματογραφικής «μάνας» ήταν απελπιστικά μοναχικό. Στο τελευταίο «αντίο» στη σπουδαία ηθοποιό, ήταν ελάχιστος ο κόσμος που είχε πάει – καμιά 50αρια άτομα – και όλοι συνάδελφοί της. Κανείς συγγενής. Και η φράση του Αρτέμη Μάτσα, στον επικήδειο που εκφώνησε, είναι – μέχρι και σήμερα – “γροθιά στο στομάχι”.
«Έφυγες τυλιγμένη στη μοναξιά. Αλλά ο θάνατος στην εποχή μας θέλει δημόσιες σχέσεις», είχε πει