Η Γκλέντα Τζάκσον έφυγε από τη ζωή στα 87 της χρόνια και ξεκινώντας για το μεγάλο της ταξίδι στο φως, φρόντισε να αφήσει μπόλικο φως και πίσω της, μέσα από την εντυπωσιακά ενδιαφέρουσα ζωή της.
Η Βρετανίδα ηθοποιός, μπορεί να μην υπήρξε ο ορισμός του “φωτεινού πλάσματος” εμφανισιακά, όμως, φώτιζε τον κόσμο μέσα από τα έργα της. Όχι μόνο κινηματογραφικά, αλλά και κοινωνικά και πολιτικά. Η Οσκαρική ηθοποιός δεν επαναπαύτηκε στις δάφνες της δουλειάς της, στη φήμη και τη δόξα που της πρόσφερε ο κινηματογράφος.
Η ίδια δήλωνε πάντα “αντικοινωνική σοσιαλίστρια” και φρόντιζε να υπηρετήσει αυτόν τον… τίτλο μέχρι το τέλος της ζωής της. Ίσως γι’ αυτό και αρνήθηκε να λάβει τον τιμητικό τίτλο της “Dame”.
Η Γκλέντα Τζάκσον γνώρισε τεράστια επιτυχία κινηματογραφικά, αλλά και τηλεοπτικά. Και είναι αστεία ειρωνικό το γεγονός ότι η ίδια μεγάλωσε χωρίς τηλεόραση στο σπίτι της! Και, όμως, με το ταλέντο της και την εμβληματική της παρουσία κατάφερε να σαρώσει και τη μικρή οθόνη.
Όταν εγκατέλειψε την υποκριτική για την πολιτική
Το 1992, η Γκλέντα Τζάκσον αποφάσισε να βάλει μία άνω τελεία στην υποκριτική και να ασχοληθεί ενεργά με την πολιτική. Άλλωστε, η ίδια ήταν ανέκαθεν ένα πολιτικοποιημένο πρόσωπο με ισχυρή άποψη, την οποία εξέφραζε δημοσίως με κάθε τρόπο.
Έτσι, το 1992 εξελέγη βουλευτής των Εργατικών και παρέμεινε στην πολιτική μέχρι το 2015. Και όπως σημειώνει ο Rich Pelley στην Guardian, αποτελούσε μία «αξιοσημείωτα ειλικρινή βουλευτή».
Γεννημένη στο Μπίρκενχεντ, η Τζάκσον έγινε για πρώτη φορά γνωστή το 1964, σε μια πειραματική σεζόν του Peter Brook Theatre of Cruelty στην Ακαδημία Μουσικής και Δραματικής Τέχνης του Λονδίνου (Lamda), κατά τη διάρκεια της οποίας γδύθηκε, έκανε μπάνιο και ντύθηκε με στολή φυλακής με τα λόγια μιας δικαστικής έκθεσης από την υπόθεση της Κριστίν Κίλερ -(η γνωστή σε όλους υπόθεση Προφιούμο).
Η ηθοποιός συνέχισε να εργάζεται στο RSC, υποδυόμενη τη Σαρλότ Κορντέι στην παράσταση Marat/Sade του Μπρουκ και την Οφηλία στον Άμλετ του Ντέιβιντ Γουόρνερ στο Στράτφορντ. Την ίδια χρονιά έκανε το νούμερο «Φρεντ και Τζίντζερ» στο χριστουγεννιάτικο σόου Morecambe and Wise, και το 1974 κέρδισε ένα δεύτερο Όσκαρ (το πρώτο της ήταν για το Women in Love / Ερωτευμένες Γυναίκες) παίζοντας μια σχεδιάστρια ρούχων που έχει μια ταραχώδη σχέση με τον Αμερικανό επιχειρηματία, Τζορτζ Σίγκαλ στην ταινία A Touch of Class.
Όταν τα έβαλε με την Μάργκαρετ Θάτσερ
Η απόφασή της να εγκαταλείψει την υποκριτική και να θέσει υποψηφιότητα για βουλευτής των Εργατικών, δεν αποτέλεσε μεγάλη έκπληξη. Ο Roy Hodges, με τον οποίο ήταν παντρεμένη από το 1958 έως το 1976, είπε κάποτε με θαυμασμό: «Αν είχε ασχοληθεί με την πολιτική, θα ήταν πρωθυπουργός- αν είχε ασχοληθεί με το έγκλημα, θα ήταν ο Τζακ ο Αντεροβγάλτης».
Η Τζάκσον ήταν παθιασμένη με την πολιτική. Ονειρευόταν να αλλάξει τον κόσμο, να διορθώσει τις κοινωνικές αδικίες, να σταθεί δίπλα στις ευπαθείς ομάδες, να δώσει μεγαλύτερη φωνή στις γυναίκες. Η ίδια, άλλωστε υπήρξε μια ζωή φεμινίστρια.
Στον πρωθυπουργικό θώκο δεν ανήλθε ποτέ. Υπήρξε, όμως, υφυπουργός Μεταφορών από το 1997 έως το 1999, αλλά παραιτήθηκε από τη θέση αυτή και, παρόλο που κάποτε περιέγραψε τον εαυτό της ως «αριστερή του μεσαίου δρόμου», άσκησε σφοδρή κριτική στον Τόνι Μπλερ για τον πόλεμο στο Ιράκ και απείλησε ακόμη και να τον αντιμετωπίσει ως υποψήφια για την ηγεσία.
«Χαρακτηριστικό του μίσους της για την υποκρισία ήταν επίσης το γεγονός ότι ήταν από τους λίγους βουλευτές που, με τον θάνατο της Μάργκαρετ Θάτσερ, επιτέθηκε στην πρώην πρωθυπουργό για τη συμβολή της στην ανεργία και τους άστεγους» γράφει ο γράφει ο Rich Pelley στην Guardian.
Ιστορική έμεινε, άλλωστε, η δήλωσή της για τη Θάτσερ: “Ήταν η πρώτη πρωθυπουργός γυναικείου φύλου στη χώρα μας. Οκ. Αλλά γυναίκα; Όχι, σύμφωνα με τα δικά μου στάνταρ”
Η επιστροφή στην υποκριτική
Όταν παραιτήθηκε από βουλευτής με την αιτιολογία ότι ήταν σχεδόν 80 ετών, η Γκλέντα Τζάκσον εξέπληξε τους πάντες επιστρέφοντας στην υποκριτική.
«Παίρνοντάς της συνέντευξη λίγο πριν παίξει τον Βασιλιά Ληρ, εντυπωσιάστηκα από την αμείωτη πνευματική της ευρωστία, αλλά αναρωτήθηκα πώς αυτή η φαινομενικά εύθραυστη φιγούρα, η οποία κάποια στιγμή εγκατέλειψε την εξέδρα με κρίση βήχα, θα μπορούσε ποτέ να αντέξει οκτώ παραστάσεις την εβδομάδα. Δεν χρειαζόταν να ανησυχώ» γράφει ο Rich Pelley στην Guardian.
Και συνεχίζει: «Η Τζάκσον ήταν μια υπέροχη Ληρ που έφερε το δικό της μοναδικό όραμα στο ρόλο: Αφού έκανε την πρώτη της είσοδο χέρι-χέρι με την αγαπημένη της Κορντέλια, συνέχισε να πετάει τη μικρότερη κόρη της στο έδαφος με ασυγκράτητη οργή. Περιέχοντας τρέλα και λογική, θυμό και τρυφερότητα, φωνητική δύναμη και σωματική ευπάθεια, ήταν ένας σπουδαίος Ληρ, ένας Ληρ που η Τζάκσον επανέλαβε στο Μπρόντγουεϊ, αν και σε διαφορετική παραγωγή. Επιστρέφοντας στην τηλεόραση το 2019, έδωσε μια βαθιά συγκινητική ερμηνεία ως γιαγιά που παλεύει με την άνοια στο Elizabeth Is Missing».
«Η Τζάκσον δεν είχε τίποτα το άνετο ή παρηγορητικό, γι’ αυτό και δεν απέκτησε ποτέ την αμφίβολη ιδιότητα του εθνικού θησαυρού. Όμως, κάτω από το ελαφρώς τρομακτικό εξωτερικό, υπήρχε πολλή ζεστασιά και χιούμορ και, ως ηθοποιός, είχε μια δίψα για πρόκληση που συνδυαζόταν με μια διαπεραστική ευφυΐα που εξασφαλίζει ότι θα τη θυμόμαστε για πολύ καιρό» γράφει ο Rich Pelley στην Guardian.