Αίσθηση είχε προκαλέσει πριν λίγους μήνες, ένα μακροσκελές άρθρο του Θάνου Τζήμερου, που προχωρούσε σε απίστευτες αποκαλύψεις σχετικά με την προοδευτική εφημερίδα της Γαλλίας, Libération και πώς αυτή προωθούσε και διαφήμιζε την παιδεραστία ανά τον κόσμο!
Το άρθρο είχε ανέβει στο thepresident.gr και τα όσα αποκαλύπτει ο Προέδρος του πολιτικού φορέα, “Δημιουργία Ξανά”, είναι σοκαριστικά. Δεν τα χωρά ο νους, δεν μπορείς καν να τα επεξεργαστείς, αφού σύμφωνα με τον γράφοντα, στην υπόθεση της παιδεραστίας εμπλέκονταν και μεγάλα ονόματα της γαλλικής διανόησης και πνεύματος, ενώ οι παιδεραστές φέρονται να είχαν κυριαρχία στο τότε κυβερνών κόμμα της χώρας.
Διαβάστε αναλυτικά το κείμενο του Θάνου Τζήμερου
Τον Ιούλιο του 1978, κατά τη διάρκεια έρευνας στο σπίτι ενός Αμερικανού παιδόφιλου, στο Λος Άντζελες, οι αστυνομικοί βρήκαν μια επιστολή ενός Γάλλου «συναδέλφου» του. Ο 43χρονος Ζακ Ντυγκέ (Jacques Dugué), περιέγραφε, με ανατριχιαστική ωμότητα, το τι έκανε σε παιδιά, ακόμα και σε νήπια, και διαφήμιζε τις προσπάθειές του να «διαφθείρει τα παιδιά, ώστε μια νέα γενιά διεστραμμένων να μας διαδεχθεί».
Οι Αμερικάνοι ειδοποίησαν τη Γαλλική Αστυνομία, η οποία στις 27 Σεπτεμβρίου 1978 έκανε έφοδο στο σπίτι του Ντυγκέ στο Saint-Ouen (Seine-Saint-Denis) πιάνοντάς τον “στα πράσα”, τη στιγμή που φωτογράφιζε γυμνά παιδιά. Ήταν προπονητής παιδικών ομάδων μπάσκετ, ιδιότητα που του επέτρεπε να ψαρεύει θύματα, κυρίως ανάμεσα σε ευάλωτα παιδιά, υποβαθμισμένων οικογενειών, τα οποία παρέσυρε και κακοποιούσε στο υπόγειο του σπιτιού του, συχνά έναντι αμοιβής.
Οι αστυνομικοί βρήκαν μεγάλο αριθμό πορνογραφικών φωτογραφιών και ταινιών, πολλές από τις οποίες ήταν τραβηγμένες από τον ίδιο, περιοδικά, και αλληλογραφία με άλλα μέλη του κυκλώματος. Αποδείχθηκε ότι εφοδίαζε, από το 1974, με υλικό παιδικής πορνογραφίας «εξειδικευμένα περιοδικά» στην Ολλανδία, τη Δανία, τη Μεγάλη Βρετανία και την Ελβετία, και είχε εκπορνεύσει δεκαεπτά παιδιά.
Οι αναφορές της αστυνομίας έκαναν λόγο για οπτικό υλικό ομαδικού ομοφυλοφιλικού σεξ και κοπρολαγνείας. Το μικρότερο θύμα ήταν ένα αγόρι 3 ετών, ενώ άλλα ήταν 7 ετών και 9 ετών.
Κι ενώ κάθε φυσιολογικός άνθρωπος αισθάνεται φρίκη και αηδία με την υπόθεση, ο Ντυγκέ βρίσκει ένθερμους υποστηρικτές! Ποιους; Το προπύργιο της γαλλικής αριστεράς, την εφημερίδα Libération, τους αριστερούς «διανοούμενους» και τον ΛΟΑΤΚΙ, όπως θα λέγαμε σήμερα, Tύπο!
Το gay περιοδικό Gai Pied, του οποίου στυλοβάτης ήταν ο Μισέλ Φουκώ (Michel Foucault), έγραψε ότι η υπόθεση Ντυγκέ αντιπροσωπεύει τον «συνασπισμό της συντηρητικής Γαλλίας και τους γραφειοκρατικούς μας λογοκριτές, ανώνυμους και γεμάτους μίσος για όσους έχουν διαφορετικά ερωτικά γούστα». Δημοσίευσε μάλιστα μια «μαγειρεμένη» συνέντευξη ενός ανήλικου θύματος, για να υποστηρίξει ότι ο Ντυγκέ έδειχνε «στοργή» για τα παιδιά!
Το περιοδικό τυπωνόταν από την Επαναστατική Κομμουνιστική Ένωση (Ligue communiste révolutionnaire – LCR). Ένα άλλο «ΛΟΑΤΚΙ» περιοδικό, το Homophonies, που εκδιδόταν από την «Επιτροπή Έκτακτης Ανάγκης κατά της Καταστολής των Ομοφυλοφίλων» (CUARH), προέβαλε την άποψη ότι δεν υπήρξε βία και εξαναγκασμός στα θύματα του Ντυγκέ.
Μάρτυρες υπεράσπισης του Ντυγκέ ήταν ο γνωστός για τις θέσεις του υπέρ της παιδοφιλίας, φιλόσοφος Ρενέ Σερέρ (René Scherer), και ο δεδηλωμένος παιδόφιλος συγγραφέας Γκαμπριέλ Ματζνέφ (Gabriel Matzneff), ο οποίος, στα βιβλία του, περιέγραφε με λεπτομέρειες τα συχνά ταξίδια του στην Ασία, για σεξουαλικό τουρισμό.
Όμως τη μεγαλύτερη αβάντα στον παιδεραστή προσέφερε η Libération, η οποία στις 21 Ιανουαρίου 1979 δημοσιεύει διακήρυξή του με την οποία ενθαρρύνει τις σεξουαλικές «σχέσεις» με παιδιά και νήπια, παρουσιάζοντάς τες ως… πράξεις αγάπης! Η εφημερίδα δεν παραλείπει να τον επαινέσει για «την ειλικρίνειά του όσον αφορά τον σοδομισμό»! «Γιατί ένας άντρας να μην έχει το δικαίωμα να αγαπά ένα παιδί»; ρωτά ο Ντυγκέ.
Και εξηγεί πώς εννοεί αυτή την «αγάπη»: «Ένα παιδί που αγαπά έναν ενήλικα ξέρει πολύ καλά ότι δεν μπορεί να δώσει ακόμα, επομένως καταλαβαίνει και αποδέχεται το να παίρνει. Είναι μια πράξη αγάπης. Είναι ένας από τους τρόπους του να τον αγαπά και να το αποδεικνύει. Αυτή τη συμπεριφορά είχαν μαζί μου τα λίγα αγόρια που σοδόμισα. Και μετά, ας πούμε τα πράγματα όπως γίνονται. Του αρέσει να νιώθει στο σώμα του, το αρρενωπό μέλος αυτού που αγαπά, να ενώνεται μαζί του, σαρκικά. Αυτό δίνει μεγάλη ικανοποίηση. Έχει επίσης την ικανοποίηση να είναι ευχάριστος σε αυτόν που τον σοδομίζει, που τον απολαμβάνει.»
Ήταν η πρώτη φορά που η ναυαρχίδα της Γαλλικής Αριστεράς έπαιρνε ανοιχτά θέση υπέρ της παιδοφιλίας; Όχι βέβαια!
Στο κλίμα που διαμόρφωσε ο «Μάης του ’68» (απαγορεύονται οι απαγορεύσεις) οι «προοδευτικοί» κύκλοι, στην προσπάθειά τους να παρουσιάσουν την ηθική ως αποτέλεσμα κοινωνικού καταναγκασμού, υιοθέτησαν κάθε σεξουαλική διαστροφή ως έκφραση απελευθερωμένης σκέψης, απέναντι στη «μικροαστική συμβατικότητα». Η παιδεραστία, η αιμομιξία, η κτηνοβασία βρήκαν τους θεωρητικούς τους: αριστερούς «διανοούμενους» και «καλλιτέχνες» οι οποίοι με όχημα τον αριστερό Τύπο προωθούσαν την σεξουαλική απελευθέρωση! Εκδότης της Libération, που κυκλοφόρησε το πρώτο της φύλλο τον Φεβρουάριο του 1973, ήταν ο εμβληματικός φιλόσοφος της αριστεράς Ζαν Πωλ Σαρτρ (Jean-Paul Sartre).
Στις αρχές του 1977, η Libération φιλοξένησε τις ζυμώσεις για τη δημιουργία του FLIP (Pedophile Liberation Front) του «Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παιδοφιλίας»! Το «Μέτωπο» όριζε τους στόχους του:
Καταπολέμηση της ποινικής αδικίας και καλλιέργεια προβληματισμού για την οικογένεια και το σχολείο, με βάση μια πολιτική ανάλυση της σεξουαλικότητας μεταξύ ανηλίκων και ενηλίκων.
Συμμετοχή στον αγώνα των παιδιών που θέλουν να αλλάξουν τον τρόπο ζωής τους και οποιασδήποτε πολιτικής ομάδας που στοχεύει στη δημιουργία μιας ριζικά νέας κοινωνίας, όπου η παιδεραστία θα υπάρχει ελεύθερα.
Ανάπτυξη νέας παιδαγωγικής κουλτούρας που εκφράζεται με έναν νέο τρόπο ζωής και με την ανάδυση μιας νέας τέχνης. Αλληλεγγύη σε φυλακισμένους παιδεραστές – θύματα της «επίσημης ψυχιατρικής». Αγώνας εναντίον της «αστικής τυραννίας» που παρουσιάζει τον παιδεραστή ως τέρας.
Από το 1977 μέχρι το 1979 η Libération δημοσίευε μικρές αγγελίες σεξουαλικού περιεχομένου για ανηλίκους, δώδεκα έως δεκαοκτώ ετών, συνοδεύοντάς τες με «καλλιτεχνικές προσεγγίσεις» όπως αυτή στο φύλλο της 5&6/11/1978 που βλέπετε παρακάτω με την απίστευτη προτροπή «Ας μάθουμε στα παιδιά μας την αγάπη»!
Λίγο νωρίτερα, το 1976 δημιουργείται στη νότια Γαλλία το Coral, μια κοινότητα για ψυχωσικά και αυτιστικά παιδιά. Ο Claude Sigal, εκπαιδευτικός, οπαδός του κινήματος κατά της ψυχιατρικής, εφάρμοζε εκεί «σεξουαλικές θεραπευτικές δραστηριότητες». Έναν χρόνο μετά, ένας ανήλικος τρόφιμος δολοφονεί ένα 11χρονο αγόρι, βουτώντας το κεφάλι του σε έναν κουβά με νερό. Οι ιατροδικαστές ανακάλυψαν ότι το θύμα είχε υποστεί σοδομισμό.
Το 1982, ο Jean-Claude Krief, παιδαγωγός για παιδιά με ειδικές ανάγκες που εργαζόταν στο Coral, αποκάλυψε ότι το Coral ήταν προορισμός διακοπών για τους παιδεραστές του Μάη του ’68. Εξάμηνη έρευνα της αστυνομίας, κατά την οποία βρέθηκε άφθονο πορνογραφικό υλικό με τρόφιμους του Coral κατέληξε με 342 εντάλματα σύλληψης. Ανάμεσά τους πολλά «επαναστατικά αστέρια» του ’68 και, φυσικά, οι Σερέρ και Ματζνέφ. Η υπόθεση «θάφτηκε» από το σοσιαλιστικό κόμμα, διότι θα τίναζε στον αέρα το «ηθικό του πλεονέκτημα».
Ο Σαρτρ, η Σιμόν ντε Μποβουάρ, ο Μισέλ Φουκώ, ο Ζακ Ντεριντά, ο Λουί Αραγκόν, ο Ρολάν Μπάρτ, ο Γκυ Οκενγκέμ, ο Ρενέ Σερέρ, ο Ζακ Λανγκ (Υπουργός Πολιτισμού του Μιτεράν και στενός φίλος της Μελίνας) ο Μπερνάρ Κουσνέρ (των Γιατρών χωρίς Σύνορα) ήταν ανάμεσα στις 69 «προοδευτικές» προσωπικότητες που συνυπέγραψαν μια ανοιχτή επιστολή την παραμονή της δίκης τριών Γάλλων (Bernard Dejager, Jean-Claude Gallien, Jean Burckardt) ηλικίας 39 έως 45 ετών, που έκαναν όργια με αγόρια και κορίτσια 12 και 13 ετών.
Στην επιστολή, που δημοσίευσε αρχικά η Le Monde και αναδημοσίευσε η Libération, οι υπογράφοντες ισχυριζόντουσαν ότι δεν έπρεπε να χαρακτηρισθούν οι πράξεις των τριών ως έγκλημα, διότι υπήρξε… συναίνεση. Το «επιχείρημα» τους ήταν πως αφού η πώληση αντισυλληπτικού χαπιού επιτρέπεται σε 13χρονες, τι το χρειάζονται, αν όχι για να κάνουν σεξ; Κι αφού θέλουν να κάνουν σεξ, τι σημασία έχει αν είναι με τον 15χρονο συμμαθητή ή με τον 45χρονο παιδόφιλο;
Η επιστολή είχε αποτέλεσμα: οι τρεις παιδόφιλοι καταδικάστηκαν σε ποινή πέντε ετών με αναστολή και αφέθηκαν ελεύθεροι.
Λίγο αργότερα, στις 23 Μαΐου, μια ανοιχτή επιστολή προς την επιτροπή αναθεώρησης του ποινικού κώδικα ζητούσε να καταργηθούν ή να τροποποιηθούν ριζικά τα άρθρα του νόμου που αφορούν την ασέλγεια με ανηλίκους. Οι υπογράφοντες, όλα τα βαριά ονόματα της αριστεράς, υποστήριζαν το «δικαίωμα» των παιδιών και των εφήβων να έχουν σχέσεις με οποιονδήποτε θέλουν. Τα πυρά τους δέχθηκε και η, διαφορετική μέχρι τότε, νομική αντιμετώπιση του ομόφυλου σεξ. Ζητούσαν η ηλικία νομιμοποίησης, από τα 18 χρόνια, να ορισθεί στα 15, όπως και στους ετερόφυλους.
Μια παρόμοια επιστολή υπογεγραμμένη από 63 άτομα δημοσίευσε η Libération το 1979, υποστηρίζοντας τον υπόδικο Gérard Roussel, που κακοποιούσε κοριτσάκια 6 έως 12 ετών, ισχυριζόμενη ότι… όλοι το απολάμβαναν.
Την ίδια εποχή η Libération παίρνει συνέντευξη από τον συγγραφέα Tony Duvert, προπαγανδιστή της παιδοφιλίας, στην οποία εκφράζει το μίσος του για τις μητέρες (που τον εμπόδιζαν να ικανοποιήσει τη διαστροφή του) και ζητούσε μια «δίκη Νυρεμβέργης» με κατηγορούμενες τις μητέρες!
Το 1974, ο Duvert εξέδωσε το Le Bon Sexe Illustré (Το καλό σεξ, εικονογραφημένο) έναν ερωτικό οδηγό 160 σελίδων, στον οποίο διακωμωδεί τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση της «αστικής» οικογένειας και προωθεί τη «φυσιολογικότητα» της παιδοφιλίας, παίρνοντας παράδειγμα από τον εαυτό του: άρχισε τη σεξουαλική του ζωή 8 ετών και όταν έγινε 12 εκδιώχθηκε από το σχολείο – τον λόγο τον φαντάζεστε. Σκοπός του Le Bon Sexe Illustré ήταν να «αναγνωρίσει στους ανήλικους, τα παιδιά και τους εφήβους το δικαίωμα να κάνουν έρωτα».
Αντιμέτωπη με τη φρίκη αυτών των διακηρύξεων, η γαλλική κοινωνία διαμαρτύρεται. Η εφημερίδα δέχεται μηνύσεις από πολίτες. Σε απάντηση, ο αρχισυντάκτης της, Serge July, μαχητικός ακροαριστερός, ξαναδημοσίευσε, τον Μάρτιο του 1979, προκλητικά, όλα τα επίμαχα άρθρα και τις παιδοφιλικές εικονογραφήσεις, χαρακτήρισε «αστικές» τις κατηγορίες εναντίον του και διαφήμισε την ιδέα που είχε για έναν «καινοτόμο» Τύπο, που «σέβεται το κίνημα, τις αντιφατικές και πολλαπλές εκδοχές της ζωής». Η παιδεραστία, για τους αριστερούς της Libération, ήταν απλώς μια εκδοχή της ζωής, μια ελευθερία που έπρεπε να βιώσουν, αγνοώντας το τίμημα στις ψυχές των κακοποιημένων παιδιών.
Εις επίρρωσιν του… ηθικού πλεονεκτήματός της, στις 20 Ιουνίου 1981, η Libération δημοσιεύει τη συνέντευξη ενός παιδόφιλου σε άρθρο με τίτλο «Παιδικές αγκαλιές». Ο δημοσιογράφος εντυπωσιασμένος από την προσωπικότητα του παιδόφιλου τον παρουσιάζει ως εξής: «O Μπενουά και o φίλoς του του έχουν τα ίδια γούστα. Αγαπούν πολύ τα μικρά παιδιά. Όταν ο Μπενουά μιλάει για αυτά, τα σκοτεινά βουκολικά «ελληνικά» μάτια του, φλέγονται από τρυφερότητα».
Και η «προοδευτική» εφημερίδα δημοσιεύει, άνετα, σαν να γράφει για τα διανυκτερεύοντα φαρμακεία, την περιγραφή της «τρυφερότητας»: «Έκανα γλειφο….ι σε μια φίλη. Η πεντάχρονη κόρη της φαινόταν να κοιμάται στο διπλανό κρεβάτι. Όταν τελείωσα, η μικρή γύρισε ανάσκελα, ανοίγοντας τους μηρούς της, και, πολύ σοβαρά, μου είπε: σειρά μου, τώρα. Ήταν αξιολάτρευτη. Η σχέση μας συνεχίστηκε για τρία χρόνια.»
Πόθεν αυτή η προκλητική άνεση; Λίγο πιο πριν, στις 21 Μαΐου 1981 οι σοσιαλιστές είχαν κερδίσει τις εκλογές, πρόεδρος της Γαλλίας είχε εκλεγεί ο Μιτεράν, όλη η παρέα των υποστηρικτών της παιδεραστίας βρισκόταν στην εξουσία και η Libération είχε γίνει η επίσημη κυβερνητική φωνή! Έτσι, οι μηνύσεις των πολιτών όχι μόνον δεν καταφέρνουν τίποτε, αλλά οι σοσιαλιστές φτάνουν να προτείνουν το Le Bon Sexe Illustré ως… εκπαιδευτικό εργαλείο σε ένα φυλλάδιο του Υπουργείου Νεολαίας και Αθλητισμού το 1982 με τίτλο «J’aime, je m’informe» (Αγαπώ – Ενημερώνομαι)!
Η φύση όμως έχει μαύρο, σαρδόνιο χιούμορ και απαντάει με τον τρόπο της, έστω κι αν αυτό πάρει χρόνο. Έπρεπε να μεγαλώσουν τα παιδιά της «συναίνεσης» για να μας πουν πώς ένιωθαν. Ο Μπερνάρ Κουσνέρ, μαθαίνει μετά από 30 χρόνια, ότι τον γιο του, όταν ήταν 13 χρονών, τον βίαζε ο πατριός του, ο διάσημος πολιτικός αναλυτής, συνταγματολόγος και πρώην ευρωβουλευτής του Σοσιαλιστικού Κόμματος, Ολιβιέ Ντιαμέλ (Olivier Duhamel), πρόεδρος του Εθνικού Ιδρύματος Πολιτικών Επιστημών. Την αποκάλυψη έκανε η Camille, κόρη του Μπερνάρ Κουσνέρ σε βιβλίο που κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 2021. Ο Ντιαμέλ παραδέχθηκε την κατηγορία, παραιτήθηκε από όλα τα δημόσια αξιώματά του, αλλά δεν οδηγήθηκε στη Δικαιοσύνη διότι η υπόθεση έχει παραγραφεί.
O Κουσνέρ κατάλαβε με τον πιο οδυνηρό τρόπο πως όταν ένας 13χρονος δεν αντιδράει, δεν είναι επειδή συναινεί, αλλά επειδή ντρέπεται και φοβάται τις συνέπειες της άρνησής του, ειδικά αν ο βιαστής ανήκει στο στενό του περιβάλλον και εξαρτάται από αυτόν.
Το είδος της σχέσης που μπορεί να αναπτύξει ένας 50χρονος με μία 14χρονη περιέγραψε αναλυτικά η διευθύντρια των Éditions Julliard, Βανέσα Σπρινγκορά, 49 ετών σήμερα, στο βιβλίο της, με τον εύγλωττο τίτλο «Le Consentement» (Η συναίνεση) που κυκλοφόρησε στις αρχές του 2020. Αφορά τη «σχέση» της με τον Γκαμπριέλ Ματζνέφ, όταν ήταν έφηβη, και το πώς η ιστορία αυτή σημάδεψε τη ζωή της, προκαλώντας της συχνά καταθλιπτικά επεισόδια: «Στα 14 σου χρόνια, δεν είναι αναμενόμενο να σε περιμένει ένας 50χρονος άνδρας στο σχόλασμα, δεν είναι αναμενόμενο να ζεις σε ξενοδοχείο μαζί του, ούτε να βρίσκεσαι στο κρεβάτι του, με το πέος του στο στόμα σου την ώρα του κολατσιού», διηγείται η Σπρινγκορά, αναγνωρίζοντας ότι βρισκόταν υπό την κυριαρχία του χειριστικού νάρκισσου Ματζνέφ κατά την διάρκεια αυτής της «σχέσης».
Ο Ματζνέφ, μέλος της παρέας των «διανοουμένων» του προέδρου Μιτεράν, έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από τον προοδευτικό, «πνευματικό» κόσμο της Γαλλίας, παρά το ότι βασικό υλικό των βιβλίων του ήταν η παιδεραστία. Στο ημερολόγιό του Un Galop d’Enfer, δημοσιευμένο το 1985, ο Ματζνέφ εκστασιάζεται με τον παράδεισο των παιδόφιλων, τη Μανίλα: «…θα έχω μέχρι και τέσσερα αγόρια, από 8 έως 14 ετών, στο κρεβάτι μου ταυτόχρονα, και θα κάνω τον πιο εξαίσιο έρωτα μαζί τους».
Για τους κοινωνικούς επαναστάτες των δεκαετιών ’70 και ’80, οι παιδόφιλοι ήταν μια καταπιεσμένη μειονότητα, της οποίας τα δικαιώματα έπρεπε όλοι να υπερασπίζονται. Όταν σε μια τηλεοπτική εκπομπή η Καναδή συγγραφέας Ντενίζ Μπομπαρντιέ (Denise Bombardier), «τόλμησε» να καταγγείλει την παιδεραστία, μιλώντας για τις αρνητικές συνέπειες που έχει στον ψυχισμό των εφήβων, δέχθηκε ορυμαγδό επιθέσεων. Αφηγείται: «Υπήρξε μια ολόκληρη εχθρική εκστρατεία εναντίον μου. (…) Δεν είχα ποτέ ξανά κριτικές για τα βιβλία μου σε ορισμένες εφημερίδες, όπως η Le Monde. Οι πολλοί υποστηρικτές του Matzneff με γελοιοποιούσαν ως ακροδεξιά, ξεπερασμένης ηθικής. Όμως, ταυτόχρονα, έλαβα σχεδόν χίλιες επιστολές από θεατές που με συνέχαιραν για την παρέμβασή μου».
Η φύση, επίσης, απάντησε στο ερώτημα αν σωφρονίζονται οι παιδόφιλοι. Ο Ντυγκέ, τον οποίο ο Ματζνέφ υπερασπίστηκε στο δικαστήριο, καταδικάστηκε σε 6 χρόνια φυλάκιση τον Νοέμβριο του 1981. Έναν χρόνο μετά, ήταν πάλι ελεύθερος, καθώς συνυπολογίσθηκε και η προφυλάκισή του. Και βέβαια, συνέχισε τα ίδια. Τέσσερα χρόνια αργότερα, ξαναδικάζεται στο Παρίσι, αλλά η ποινή είναι χάδι: δύο μήνες φυλάκιση και πρόστιμο 10.000 φράγκων για παιδοφιλικές φωτογραφίες. Μετακομίζει σε προάστιο του Μπορντό και ψαρεύει παιδιά σε οικογένειες μεταναστών, κάποια από τα οποία είναι μικρότερα από 10 ετών. Ξαναμπαίνει στη φυλακή το 1988 και βγαίνει το 1994. Συλλαμβάνεται ξανά το 2001, ως μέλος διεθνούς κυκλώματος, μετά από την ανακάλυψη από την Ολλανδική Αστυνομία ενός ηλεκτρονικού αρχείου με 8.500 παιδοφιλικά θέματα. Το 2002 καταδικάζεται σε φυλάκιση 30 ετών. Η Libération το ανακοινώνει με μια ειδησούλα τριών φράσεων, κάνοντας, στην τελευταία, στο πολύ ξώφαλτσο, μια έμμεση αυτοκριτική:
«Ένας 66χρονος παιδόφιλος, ο Ζακ Ντυγκέ, καταδικάστηκε την Τρίτη από το Κακουργιοδικείο της Σαβοΐας σε τριάντα χρόνια φυλάκιση για κακοποίηση ανήλικων αγοριών, κάτω των 15 ετών. Συλληφθείς στο πλαίσιο έρευνας για ένα CD-Rom που κατασχέθηκε στην Ολλανδία με χιλιάδες παιδοφιλικές φωτογραφίες, ο Ζακ Ντυγκέ ήταν διασημότητα το 1979. Η Libération τού είχε προσφέρει ελεύθερο δημόσιο βήμα στο οποίο υπερασπιζόταν τον σοδομισμό παιδιών.»