«Η άκρως γοητευτική και ταλαντούχα ηθοποιός μας Μπέτυ Λιβανού έχει σήμερα γενέθλια και της ευχόμαστε ολόθερμες ευχές για Χρόνια Πολλά γεμάτα από υγεία και αγάπη!» σημείωσε η Φίνος Φιλμ στον λογαριασμό της στο Instagram.
«Είμαι πολύ συμφιλιωμένη με τον χρόνο. Δεν έχω το άγχος να γίνω πιο όμορφη ή να γίνω κάποια άλλη. Ξέρω ότι η ομορφιά φεύγει. Ο χρόνος όμως δεν σου δίνει μόνο τη φθορά, σου δίνει και άλλα δώρα. Σου δίνει εμπειρία ώστε να μπορείς να χειριστείς ευκολότερα τα πράγματα. Η ζωή έχει ατέλειωτα δώρα. Δεν νοσταλγώ. Είμαι σαν το ποτάμι, πάω συνέχεια μπροστά, δεν γυρίζω πίσω» έχει σημειώσει η Μπέτυ Λιβανού.
Μπέτυ Λιβανού, μια γυναίκα που διέπρεψε χωρίς να έχει φοιτήσει σε σχολή υποκριτικής
Κομψή και γοητευτική, η ηθοποιός Μπέτυ Λιβανού έγραψε δύο μεγάλα κινηματογραφικά κεφάλαια στην καριέρα της, αφενός στην εποχή του Ελληνικού εμπορικού κινηματογράφου ως η «τελευταία ανακάλυψη» του Φιλοποίμενα Φίνου και αφετέρου ως εμβληματική παρουσία σε μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες ταινίες του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου.
Γεννήθηκε στην Αθήνα, στην Ακαδημία Πλάτωνος, σε μια οικογένεια με ρίζες από τη Μικρά Ασία και την Αίγυπτο. Μεγάλωσε με τη μητέρα της, καθώς ο πατέρας της είχε από πολύ νωρίς φύγει εκτός Ελλάδος κι όπως χαρακτηριστικά θυμάται τον συνάντησε για πρώτη φορά όταν ήταν δώδεκα ετών. Η Δέσποινα Τράτα (όπως είναι το πραγματικό της όνομα) από μικρή ηλικία έδειξε ενδιαφέρον για το θέατρο και την υποκριτική, συμμετέχοντας σε παραστάσεις του τοπικού κέντρου νεότητας. Όμως δεν μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό της ηθοποιό, και μάλιστα μάθαινε γραφομηχανή ώστε μεγαλώνοντας να γίνει γραμματέας.
Πριν καλά καλά τελειώσει το σχολείο, η νεαρή Μπέτυ βρέθηκε να δουλεύει στη διαφήμιση, ποζάροντας για έντυπες καταχωρήσεις και παίζοντας σε σποτ για τον κινηματογράφο, ενώ όταν τελείωσε το σχολείο δούλεψε για ένα χρόνο κάνοντας μόντελινγκ. Παρότι, από νεαρή ηλικία, λάμβανε προτάσεις για να παίξει στον κινηματογράφο, εκείνη δεν έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Όταν όμως, σε ηλικία 20 ετών, την κάλεσε ο Φιλοποιμήν Φίνος και ο Γιάννης Δαλιανίδης, όλα άλλαξαν. Οι δύο «μετρ» του σινεμά, την είχαν προσέξει σε μια διαφήμιση τσιγάρων στην οποία έκανε παντομίμα και τους είχε μαγνητίσει το πρόσωπό της. Κι έτσι, χωρίς να έχει σπουδάσει υποκριτική, με εφόδιο το πηγαίο ταλέντο της, η Μπέτυ Τράτα έγινε (με «νονό» τον Γιάννη Δαλιανίδη) Μπέτυ Λιβανού και εντάχθηκε στο δυναμικό της Φίνος Φιλμ.
Ο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
Πριν την συνεργασία της με τη Φίνος Φιλμ, η Μπέτυ Λιβανού είχε μόλις μία ταινία στο ενεργητικό της, με ένα σύντομο ρόλο (ως Μπέτυ Τράτα) στο «Οι Άγγελοι της Αμαρτίας» (1966) του Ανδρέα Κατσιμητσούλια. Όμως η κινηματογραφική της καριέρα απογειώθηκε το 1971, όταν ο Γιάννης Δαλιανίδης την σκηνοθετεί στο «Οι Αμαρτωλοί», δίπλα στον Χρήστο Νομικό. Στη συνέχεια, και ως το 1973 πρωταγωνίστησε σε πέντε ακόμα ταινίες της Φίνος Φιλμ, δίπλα σε μεγάλα ονόματα όπως ο Νίκος Κούρκουλος (Κατάχρησις Εξουσίας, 1971), η Ρένα Βλαχοπούλου (Ζητείται Επειγόντως Γαμπρός, 1971), ο Κώστας Βουτσάς (Είκοσι Γυναίκες Κι Εγώ, 1973) και ο Κώστας Πρέκας (Ο Επαναστάτης Ποπολάρος, 1971). Ξεχωρίζει μέχρι και σήμερα η συμμετοχή της στο «Η Αμαρτία της Ομορφίας» (1972) και πάλι υπό τον Γιάννη Δαλιανίδη μαζί με τον Νίκο Γαλανό και την Τασσώ Καββαδία.
Με την πορεία του εμπορικού κινηματογράφου να φθίνει, η Μπέτυ Λιβανού έκανε στροφή στην τηλεόραση. Παρουσίασε παιδικές εκπομπές (Η μικρή μας οικογένεια) και τηλεπαιχνίδια (Το μυστικό της Colgate, Πήτε την αλήθεια) όμως η αναγνωρισιμότητά της εδραιώθηκε όταν παρουσίασε μαζί με τον Ντάνο Λυγίζο το «Κάντιντ Κάμερα» (1972). Αργότερα ανέλαβε και πρωταγωνιστικούς ρόλους σε δημοφιλείς τηλεοπτικές σειρές όπως «Η Συνωμοσία της Σιωπής», «Υποψίες» και «Γούγκερμαν».
Στο τέλος της δεκαετίας του ’70 επέστρεψε στον κινηματογράφο με ένα σερί εξαιρετικών επιλογών. Από το «Ένα Γελαστό απόγευμα» (1979) και το «Ο Ασυμβίβαστος» (1979), αμφότερα του Ανδρέα Θωμόπουλου, στο βραβευμένο «Ταξίδι του Μέλιτος» (1979) και το διαχρονικά συγκινητικό «Οι Απέναντι» (1981) του Γιώργου Πανουσόπουλου. Ακολούθησαν ρόλοι στο «Άρπα Colla» (1982) του Νίκου Περάκη, «Υπόγεια Διαδρομή (1983) του Απόστολου Δοξιάδη και «Ξαφνικός Έρωτας» (1984) του Γιώργου Τσεμπερόπουλου. Παρέμεινε φυσικά μούσα του συζύγου της, Γιώργου Πανουσόπουλου, με σταθερή παρουσία στις ταινίες του («Μανία» το 1985, «Μ’ Αγαπάς» το 1989).
Στο τέλος της δεκαετίας του ’80 κι ενώ είχε απομακρυνθεί από την υποκριτική ασχολήθηκε επιτυχώς με άλλες δραστηριότητες, όπως με την δημιουργία και εμπορία κοσμημάτων και αξεσουάρ. Ένα κάλεσμα το 1990 από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης να απονείμει ένα βραβείο, της έδωσε ένα νέο έναυσμα να επιστρέψει στη μεγάλη οθόνη και να εγκαταλείψει την ενασχόληση με τα κοσμήματα. Μάλιστα λίγα χρόνια αργότερα επέστρεψε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όχι όμως για να απονείμει αλλά για να παραλάβει βραβείο για την ερμηνεία της στην ταινία «Εποχή των Δολοφόνων» (1993).
Εκτός από τον κινηματογράφο επέστρεψε και στην τηλεοπτική οθόνη, δίνοντας με την παρουσία της ιδιαίτερη δυναμική σε ρόλους όπως στο «Άφρικα» (1992), «Το Μονοπάτι της Αγάπης» (1994) και «Βαμμένος Ήλιος» (1996). Παρέμεινε δραστήρια και στον κινηματογράφο με προσεκτικές επιλογές («Ο Τσαλαπετεινός του Wyoming» το 1996, «Μια Μέρα τη Νύχτα» το 2000, «Πίσω Πόρτα» το 2000 και «Να Μ’ Αγαπάς» το 2003). Η τελευταία της κινηματογραφική εμφάνιση ήταν το 2010 στην ταινία του Στράτου Μαρκίδη «Στο Ξέσπασμα Του Φεγγαριού».
ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ
Η Μπέτυ Λιβανού δεν ήταν εξαρχής θεατρική ηθοποιός και τα πρώτα είκοσι χρόνια της καριέρας της έκανε από επιλογή μόνο κινηματογράφο. Μπήκε στο θέατρο όταν αισθάνθηκε έτοιμη γι’ αυτόν το χώρο. Από τις παραστάσεις που ξεχώρισε ήταν ο «Αρχιμάστορας Σόλνες» του Ίψεν που ανέβηκε τη θεατρική περίοδο 2000-2001 σε σκηνοθεσία Γιάννη Ιορδανίδη και τον Νικήτα Τσακίρογλου στον κεντρικό ρόλο. Έκανε μια παύση στη θεατρική της παρουσία το 2007 και παρέμεινε «εκτός» για περίπου δέκα χρόνια.
Παρέμεινε όμως δραστήρια στον χώρο και το 2010 δημιούργησε την θεατρική ομάδα Παιανίας-Γλυκών Νερών, στην οποία παίζει και η ίδια και συχνά σκηνοθετεί («Αυλή των Θαυμάτων», «Κόκκινα Φανάρια»). Πολλές από τις παραστάσεις της ομάδας δίνονται για φιλανθρωπικούς σκοπούς και ιδιαίτερα για την υποστήριξη ευπαθών ομάδων. Η Μπέτυ Λιβανού επέστρεψε και στις μεγάλες σκηνές το 2016 με την «Διονυσιακή Νύχτα» ενώ ακολούθησαν ρόλοι σε παραστάσεις όπως: «Πυγμαλίων», «Τι Απέγινε η Μπέημπι Τζέην», «Ερωτευμένος Σέξπηρ» και «Ιστορία χωρίς Όνομα».
ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ
Το 1979 τιμήθηκε με το βραβείο Α’ Γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία της στην ταινία «Ταξίδι του Μέλιτος» του Γιώργου Πανουσόπουλου.
Το 1985 τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο ποιότητας του Υπ. Πολιτισμού (Α’ Γυναικείου ρόλου) για την ερμηνεία της στην ταινία «Ξαφνικός Έρωτας» του Γιώργου Τσεμπερόπουλου.
Το 1992 τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο ποιότητας του Υπ. Πολιτισμού (Β’ Γυναικείου ρόλου) για την ερμηνεία της στην ταινία «Πεθαμένο Λικέρ» του Γιώργου Καρυπίδη.
Το 1993 τιμήθηκε με το βραβείο Β’ Γυναικείου ρόλου στο Ελληνικό διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία της στην ταινία «Η Εποχή των Δολοφόνων» του Νίκου Γραμματικού.
ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΖΩΗ
Η Μπέτυ Λιβανού παντρεύτηκε τον σκηνοθέτη Γιώργο Πανουσόπουλο και έχουν συμπληρώσει μαζί πάνω από 40 χρόνια έγγαμου βίου. Το αίσθημα υπήρχε ήδη από όταν πρωτογνωρίστηκαν την εποχή που εκείνη ήταν μοντέλο κι εκείνος διευθυντής φωτογραφίας, όμως χρειάστηκε να περάσουν μερικά χρόνια για να συναντηθούν ξανά και να γίνουν ζευγάρι. Μαζί απέκτησαν δύο κόρες, τη Δέσποινα και την Μαργαρίτα, η οποία ακολούθησε τα βήματα της μητέρας της κι έγινε ηθοποιός. Το 2007 και το 2008 η Μπέτυ Λιβανού μοιράστηκε τη θεατρική σκηνή με την κόρη της στις παραστάσεις «Η Ζήλεια σε Τρία Φαξ» και «Διονυσιακή Νύχτα».
Ανέκαθεν απολάμβανε τη φύση και την αγροτική ζωή, κι έτσι το 1980 μετακόμισαν οικογενειακώς στην Αίγινα, όπου έμειναν για αρκετά χρόνια. Από το 1989, παράλληλα με τις καλλιτεχνικές της δραστηριότητες, ζει και ασχολείται με το κτήμα της στην Παιανία.