Ήταν 17 Δεκεμβρίου το 1900, όταν είδε το πρώτο φως της ζωής η Αικατερίνη Κωνσταντοπούλου, κόρη του αλευροβιομήχανου Βασίλη Κωνσταντόπουλου. Το κορίτσι από τον Πειραιά που μεγάλωσε, έγινε η Κατίνα Παξινού κι έμελλε με το ταλέντο της να “λούσει” με φως τον κόσμο.

Η σπουδαία ηθοποιός γεννήθηκε στα πούπουλα, αλλά ο “αντάρτικος” χαρακτήρας της δεν συμβάδιζε με εκείνον των κοριτσιών της “καλής κοινωνίας”. Αρχικά, φοίτησε στη Σχολή Χιλλ κι έπειτα ακολούθησε η Σχολή Καλογραιών της Τήνου. Όμως, λόγω του χαρακτήρα της η οικογένειά της την έστειλε εσώκλειστη σε σχολείο της Ελβετίας. Εκεί, σπούδασε μουσική και τραγούδι στο Ωδείο της Γενεύης καθώς και σε άλλες αντίστοιχες σχολές στη Βιέννη και στο Βερολίνο.

Αλλά η Κατίνα Παξινού ήταν ένα πνεύμα ανήσυχο. Παντρεύτηκε τον βιομήχανο Παξινό, και απέκτησε μαζί του δύο κόρες. Όμως, η αγάπη της για την υποκριτική την οδήγησε πολύ νωρίς στα καλλιτεχνικά μονοπάτια, όπου σύντομα διακρίθηκε για το αληθινό ταλέντο της και την αγάπη στην τέχνη της. Ο πρώτος της σημαντικός ρόλος ήταν της Βεατρίκης, στην ομώνυμη όπερα Αδελφή Βεατρίκη, που την έγραψε ειδικά γι’ αυτήν ο Δημήτρης Μητρόπουλος και η οποία ανέβηκε το 1920 στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιώς. Ο πρώτος θεατρικός ρόλος της στην πρόζα ήταν το 1929, στο θέατρο Κοτοπούλη, στο Γυμνή Γυναίκα (La femme nue) του Μπατάιγ, που την καθιέρωσε και ως πρωταγωνίστρια δραματικών ρόλων.

Εκεί γνωρίζει τον Αλέξη Μινωτή, τον ερωτεύεται και τον παντρεύεται, έχοντας χωρίσει με τον Παξινό, του οποίου θα κρατήσει το επίθετο για το υπόλοιπο της καλλιτεχνικής της πορείας. Την περίοδο του πολέμου εγκαθίσταται στις ΗΠΑ, όπου εμφανίζεται στο Μπρόντγουεϊ και ερμηνεύει σπουδαίους ρόλους στον κινηματογράφο, με τους οποίους κερδίζει τη διεθνή αναγνώριση. Για να γίνει η πρώτη Ελληνίδα που κατέκτησε το Όσκαρ β’ γυναικείου ρόλου το 1943, στη μεταφορά στον κινηματογράφο του βιβλίου του Έρνεστ Χέμινγουέι «Για ποιόν χτυπά η καμπάνα». Στην ταινία έπαιξε την Πιλάρ, μια μεσόκοπη, ατίθαση, μαυριδερή και αχτένιστη αντάρτισσα, που πολεμούσε με την πλευρά των Δημοκρατικών στον Ισπανικό εμφύλιο.

Για τη σπουδαία ηθοποιό – ειδικά ως προς το καλλιτεχνικό κομμάτι – γνωρίζουμε πολλά. Όμως, είναι και κάποιες ιστορίες που δεν είναι και τόσο γνωστές στον πολύ κόσμο. Άγνωστες πτυχές της… άλλης πλευράς της Κατίνας Παξινού που είναι εξίσου συναρπαστικές με την ηθοποιό Παξινού και ολοκληρώνουν το παζλ μιας σπουδαίας προσωπικότητας.

Κατέκτησε το Χόλιγουντ χωρίς δοκιμαστικό

Όταν την κάλεσαν από την Paramount και της πρότειναν τον ρόλο για την ταινία, «Για ποιόν χτυπά η καμπάνα», η Παξινού νόμιζε ότι κάποιος της έκανε πλάκα. Σύντομα κατάλαβε πως δεν είναι πλάκα, αλλά ία πρόταση που της άνοιγε τον δρόμο για το μεγάλο όνειρο του Χόλιγουντ. Κι ενώ άλλες στη θέση της με… στρατιωτική ευλάβεια θα ακολουθούσαν όσα της έλεγαν ο παραγωγοί, εκείνη από την αρχή επέβαλε τους δικούς της κανόνες. Είχε εμπιστοσύνη στις υποκριτικές της ικανότητες, αλλά για να τις ξεδιπλώσει αυτό θα γινόταν με τους δικούς της όρους.

Αφού μελέτησε το σενάριο, επικοινώνησε με τους ανθρώπους της Paramount και τους ενημέρωσε πως αποδέχεται τον ρόλο, μιας και βρήκε πολλά κοινά με την Πιλάρ. «Είμαι ίδια. Κατάγομαι από γενιές ανταρτών. Την ξέρω την Πιλάρ, την ξέρω καλά. Δέχομαι τον ρόλο, αλλά δοκιμαστικό δεν κάνω.»

Αυτός ήταν και ο πρώτος όρος της Παξινού που άφησε άφωνους τους Αμερικανούς παραγωγούς, μιας και ήταν πρωτοφανές να μην κάνει κάποιος έστω ένα δοκιμαστικό. Αλλά δέχτηκαν τον όρο της, καθώς ήταν σίγουροι ότι θα τα κατάφερνε. Και η ηθοποιός, όμως, ήταν σίγουρη για τον ρόλο αυτό, τόσο που ζήτησε να έχει λόγο στο πώς θα είναι τα ρούχα της Πιλάρ. Και αυτή την απαίτησή της, την αποδέχτηκαν.

Όπως δέχτηκαν και την άλλη… παραξενιά της τα δικά της γυρίσματα να μη γίνουν σε μέρη, αλλά μία κι έξω. Όπως είχε εξηγήσει, ως θεατρική ηθοποιός που ήταν, τα ανεξάρτητα πλάνα και οι διακοπές θα την αποσυντόνιζαν. Έτσι κι έγινε. Γύρισε την ταινία σαν να έπαιζε στο θέατρο, χωρίς διαλείμματα, Μάλιστα, λέγεται πως όταν γύρισαν την πρώτη σκηνή, ηθοποιοί και τεχνικοί ξέσπασαν σε χειροκροτήματα. Και το Όσκαρ ήρθε να δικαιώσει την “παράξενη” Ελληνίδα.

Απεχθανόταν το μακιγιάζ

Άλλο ένα στοιχείο του ξεχωριστού ¨αντάρτικού” χαρακτήρα της ήταν ότι πήγαινε κόντρα σε όλα. Ενδεικτικό εδώ είναι η επίμονη άρνησή της να την μακιγιάρουν στις ταινίες. Βρε και τι δεν έκαναν εκεί στο Χόλυγουντ, όμως η Παξινού αρνιόταν πεισματικά να την μακιγιάρουν. Θεωρούσε ότι το μακιγιάζ κατασκευάζει μια πλαστή και ομοιόμορφη για όλες τις γυναίκες ομορφιά. Κάτι που η ίδια απεχθανόταν. Βέβαια, η ίδια αναγνώριζε και ένιωθε ευγνωμοσύνη που δέχονταν τα “καπρίτσια” της, τονίζοντας σε συνεντεύξεις της πως ποτέ δεν της επέβαλλαν κάτι που η ίδια δεν ήθελε.

Η κατάκτηση του Όσκαρ

Το 1943 ήρθε η μεγάλη αναγνώριση, όταν κατέκτησε το Όσκαρ β’ γυναικείου ρόλου, κι ένα ρεκόρ, αφού ήταν το πρώτο της Ελλάδας και το πρώτο που θα δινόταν σε μη Αμερικανό ηθοποιό. Για τον ίδιο ρόλο η Κατίνα Παξινού τιμήθηκε και με Χρυσή Σφαίρα. Στην τελετή φορούσε μια κομψή, σκούρα grecian τουαλέτα του Jean Desses. Και στον ευχαριστήριο λόγο της δήλωσε: «Το δέχομαι, για λογαριασμό όλων των συναδέλφων μου του Εθνικού Θεάτρου, ζωντανών ή νεκρών….»

Ο Φίνος δεν την ήθελε για τη “Θεία από το Σικάγο”!

Η κορυφαία Ελληνίδα τραγωδός που έγραψε λαμπρή ιστορία στο θέατρο και έφτασε να κατακτήσει ακόμα και το Χόλιγουντ, στον ελληνικό κινηματογράφο έπαιξε σε μία μόνο ταινία στο «Νησί της Αφροδίτης» του Γιώργου Σκαλενάκη, το 1969. Και αυτό αποτελεί ένα δυστύχημα για τις νεότερες γενιές που δεν κατάφεραν “χορτάσουν” το ανυπέρβλητο ταλέντο της σε περισσότερες παραγωγές.

Θα μπορούσαμε, όμως, να την είχαμε δει στην ταινία “Η θεία από το Σικάγο, μιας και μετά την επιστροφή της στην Ελλάδα, ο Αλέκος Σακελλάριος ήθελε πολύ να παίξει η Παξινού τον ρόλο της θείας Καλλιόπης. Αλλά ο Φίνος ήταν αντίθετος, καθώς πίστευε ότι η ταινία δεν θα έχει επιτυχία, επειδή ο κόσμος την είχε συνδέσει με τις τραγωδίες στην Επίδαυρο και όχι σε ελαφρές κωμωδίες στο σινεμά. Κι έτσι, τον ρόλο πήρε η Γεωργία Βασιλειάδου που το απογείωσε κια την απογείωσε στον κινηματογράφο.

Η τραγωδία με τον θάνατο της κόρης της

Η Κατίνα Παξινού ήταν μόλις 17 ετών, όταν παντρεύτηκε τον πρώτο σύζυγό της, τον βιομήχανο Γιάννη Παξινό με τον οποίο απέκτησε 2 κόρες. Ο γάμος τους κράτησε 6 χρόνια. Λίγα χρόνια μετά, η ηθοποιός ήρθε αντιμέτωπη με τη μεγαλύτερη τραγωδία που μπορεί να βιώσει ένας γονιός: πέθανε η μεγάλη της κόρη, η Εθέλ. Την απώλεια αυτή η μάνα Κατίνα δεν κατάφερε ποτέ να την ξεπεράσει. Και πώς να την ξεπεράσει, άλλωστε. Σε συνεντεύξεις της δήλωνε για την τραγική απώλεια: «Είμαι ένας άνθρωπος όπως όλοι. Έζησα. Έκανα παιδιά. Έθαψα παιδιά. Και πόνεσα θάβοντας αυτά τα παιδιά».

Η γιαγιά Κατίνα Παξινού

Η σπουδαία ηθοποιός ήταν γιαγιά του επίσης ηθοποιού Αλέξανδρου Αντωνόπουλου, τον οποίοι είχε βαφτίσει ο Αλέξης Μινωτής και σε συνεντεύξεις του έχει παραδεχτεί πως δεν είχαν καλές σχέσεις και πως τον είχε μηνύσει δύο φορές. Ειδικά, μετά τον θάνατο της γιαγιάς του, οι σχέσεις του με τον Μινωτή θύμιζαν… εμπόλεμη ζώνη.

Έχει μιλήσει, όμως, και για την Παξινού και πώς ήταν ως γιαγιά. «Την Παξινού περισσότερο την ένοιαζε αν σου αρέσει το παστίτσιο της πάρα οι ερμηνείες της. Ήταν σπουδαία μαγείρισσα. Ήταν αθυρόστομη και είχε έναν συνδυασμό μεγάλης αρχοντιάς και μεγάλης λαϊκότητας», έχει πει.

Σε άλλη συνέντευξη, ο Αλέξανδρος Αντωνόπουλος είχε δηλώσει: «Ήταν γιαγιά, κανονική γιαγιά, γιαγιαδένια. Με τάιζε, μου μαγείρευε, μου έπλεκε πουλόβερ, με προστάτευε από τιμωρίες. Ήταν μια καταπληκτική γιαγιά και ταυτόχρονα η Κατίνα Παξινού»

Η μάχη με τον καρκίνο και ο θάνατος

Το 1969 διαγνώστηκε με καρκίνο. Η ισχυρή της προσωπικότητα δεν της επέτρεψε να το βάλει κάτω. Μάλιστα, την ίδια θέλοντας να «μετρήσει» τις δυνάμεις της και με το πείσμα που την διέκρινε, πήρε μέρος στην τελευταία της ταινία, «Το νησί της Αφροδίτης». Υπέφερε από τρομερούς πόνους, όμως, ολοκλήρωσε τα γυρίσματα χωρίς να δημιουργήσει κανένα πρόβλημα στον σκηνοθέτη και τους συνεργάτες της. Δεν ανέφερε σε κανένα τίποτα για τους καθημερινούς και αδιάλειπτους πόνους.

Κατά τη χειμερινή περίοδο 1971- 1972, η Παξινού πρωταγωνιστούσε στο έργο του Μπρέχτ «Μάνα κουράγιο», σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή. Ο ρόλος της ήταν απαιτητικός. Με το που άνοιγε η αυλαία, εμφανιζόταν πάνω στη σκηνή κουβαλώντας ένα κάρο, μέσα στο οποίο ήταν κάποιοι από τους ηθοποιούς του θιάσου. Τους έσερνε, όχι με την ελάχιστη μυϊκή δύναμη που της είχε απομείνει, αλλά με την τεράστια ψυχική αντοχή, που της έδινε η αγάπη της για το θέατρο και η άρνησή της να παραιτηθεί. Η ασθένεια την είχε καταβάλει, αλλά κανείς από τους θεατές δεν καταλάβαινε ότι υπέφερε. Πάνω στη σκηνή ήταν μια λαμπερή πρωταγωνίστρια. Στα παρασκήνια όμως ήταν μια άρρωστη ηλικιωμένη γυναίκα, που για να τα βγάλει πέρα χρειαζόταν βοήθεια και φροντίδα από δύο νοσοκόμες.

Το 1972 αποσύρθηκε οριστικά από την ενεργό δράση. Ήξερε πια πως η ασθένεια ήταν κάτι πάνω από τις δυνάμεις της. έτσι, το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, θέλησε να επισκεφτεί την αγαπημένη της Επίδαυρο, αυτή τη φορά ως απλή θεατής. Αλλά ο κόσμος που βρισκόταν στο αρχαίο θέατρο, αντιλήφθηκε την παρουσία της και σαν να είχαν όλοι συνεννοηθεί μεταξύ τους, ξέσπασαν σε ένα αυθόρμητο χειροκρότημα. Σείστηκε το αργολικό θέατρο από τα χειροκροτήματα για την “ιέρεια” της τραγωδίας, χαρίζοντάς της το καλύτερο “αντίο”. Την αναγνώριση της αξίας της που ήταν πάνω από βραβεία.

Η αυλαία της ζωής της έπεσε στις 22 Φεβρουαρίου το 1973. Η Κατίνα Παξινού έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 72 ετών, περνώντας στην αιωνιότητα!

Διαβάστε επίσης