Σαν σήμερα στις 31 Αυγούστου του 1997 έγινε στο Παρίσι το τροχαίο δυστύχημα που συγκλόνισε τον πλανήτη περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο αφού εξαιτίας αυτού μετά από λίγες ώρες άφησε την τελευταία της πνοή και και σε ηλικία μόλις 36 ετών η Πριγκίπισσα Νταϊάνα. Μαζί της, τραγικό τέλος ακαριαία βρήκαν ο Ντόντι αλ Φαγιέντ, γιο του δισεκατομμυριούχου Μοχάμεντ αλ Φαγιέντ με τον οποίο έβγαινε το τελευταίο διάστημα η Πριγκίπισσα και ο οδηγός του μοιραίου αυτοκινήτου Ανρί Πολ. Αντίθετα ο συνοδηγός Τρέβορ Ρις Τζόουνς, μέλος της προσωπικής ασφάλειας της οικογένειας Φαγιέτ, τραυματίστηκε ελαφρά.

Η Πριγκίπισσα Νταϊάνα που καθόταν στην πίσω δεξιά πλευρά του αυτοκινήτου τραυματίστηκε αλλά δεν πέθανε ακαριαία. Μέχρι να απεγκλωβιστεί από το αυτοκίνητο στο σημείο είχαν σπεύσει παπαράτσι στους οποίους η πριγκίπισσα ψέλισσε: “Αφήστε με ήσυχη”.

Στο νοσοκομείο που τη μετέφεραν οι γιατροί προσπάθησαν να τη σώσουν αλλά πάθαινε απανωτά καρδιακά επεισόδια και αργότερα διαπιστώθηκε ότι εξαιτίας της σύγκρουσης η καρδιά της είχε μετατοπιστεί προς τη δεξιά πλευρά του θώρακα.

Τελικά οι προσπάθειες των γιατρών δεν είχαν αποτέλεσμα και η ίδια άφησε την τελευταία της πνοή στις 4 τα ξημερώματα σε ηλικία μόλις 36 ετών.

Φέτος συμπληρώθηκαν 25 χρόνια από το θανατηφόρο τροχαίο στη γαλλική πρωτεύουσα, όπου η μητέρα του πρίγκιπα Γουίλιαμ και του πρίγκιπα Χάρι, η αείμνηστη «πριγκίπισσα του λαού», όπως έχει μείνει χαραγμένη στις καρδιές πολλών ανθρώπων, σκοτώθηκε σε ηλικία 36 ετών.

Η Νταϊάνα παρέμεινε στο προσκήνιο των παγκοσμίων μέσων ενημέρωσης σε όλη τη διάρκεια του γάμου της αλλά και μετά το τέλος του, ο οποίος τερματίστηκε με διαζύγιο στις 28 Αυγούστου 1996. Η προσοχή των μέσων ενημέρωσης και του πλήθους κορυφώθηκε μετά τον θάνατό της σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στη σήραγγα Ponte del’ Alma στο Παρίσι στις 31 Αυγούστου 1997. Η απώλεια της ζωής της προκάλεσε κύμα συγκίνησης σε όλο τον πλανήτη ενώ την κηδεία της παρακολούθησαν μέσω του BBC 32,10 εκατομμύρια άνθρωποι μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο θάνατος της πριγκίπισσας Νταϊάνα προκάλεσε τεράστια θλίψη σε όλο τον κόσμο. Μάλιστα, ο δεύτερος γιος της Πριγκίπισσας Νταϊάνας, Χάρι, δήλωσε μετά από χρόνια από τον θάνατο της: «Ο θάνατος της μητέρας μου, άφησε ένα τεράστιο συναισθηματικό κενό μέσα μου»

Το χρονικό του δυστυχήματος

Τα ξημερώματα της 30ης προς 31η Αυγούστου η «πριγκίπισσα του λαού» και ο αγαπημένος της Ντόντι Αλ Φαγιέντ διανυκτέρευσαν στο Παρίσι στο ξενοδοχείο «Κάρλτον Ριτς», με σκοπό την επόμενη ημέρα να πάρουν το αεροπλάνο της επιστροφής για το Λονδίνο. Είχαν φτάσει στο Παρίσι το απόγευμα του Σαββάτου και συνοδευόντουσαν από τον σωματοφύλακά τους Τρέβορ Ρις Τζόουνς.

Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, η Νταϊάνα με τον Ντόντι Αλ Φαγιέντ αναχώρησαν από το ξενοδοχείο Ritz για να επιστρέψουν στο διαμέρισμά τους στο Παρίσι.

Γνώριζαν ότι έξω από το ξενοδοχείο καραδοκούσαν δεκάδες παπαράτσι και ήθελαν να τους αποφύγουν. Γι αυτό έστειλαν ένα πολυτελές όχημα στην κύρια είσοδο του ξενοδοχείου ώστε να νομίζουν ότι πρόκειται να επιβιβαστούν σε αυτό. Η αλήθεια είναι ότι πολλοί παπαράτσι νόμιζαν ότι η πριγκίπισσα και ο Ντόντι Αλ Φαγιέτ ήταν μέσα στο αυτοκίνητο και το ακολούθησαν.

Οι δυο τους μαζί με τον οδηγό Ανρί Πολ και τον Τρέβορ Ρις Τζόουνς, μέλος της προσωπικής της φρουράς, μπήκαν ωστόσο σε μια μαύρη Mercedes-Benz S280, από την πίσω πόρτα του ξενοδοχείου.

Φεύγοντας από το πίσω μέρος του ξενοδοχείου, από την έξοδο Rue Cambon, κατευθύνθηκαν από προς τη σήραγγα Pont de l’Alma, όπου γράφτηκε και το τέλος. Κάποια στιγμή αυτό έγινε αντιληπτό από τους παπαράτσι και άρχισε το κυνηγητό…

Ο οδηγός του αυτοκινήτου, που είχε αγγίξει τα 105 χλμ./ώρα, έχασε τον έλεγχο λίγα λεπτά μετά την είσοδο στην σήραγγα και προσέκρουσε σε μια τσιμεντένια κολόνα.

Ο οδηγός Ανρί Πολ και ο Αλ Φαγιέντ, που ήταν συνοδηγός, πέθαναν ακαριαία. Ο σωματοφύλακας Ρις Τζόουνς είχε χάσει τις αισθήσεις, ύστερα από χτύπημα στο κεφάλι.
Η πριγκίπισσα Νταιάνα, ωστόσο, είχε ακόμα τις αισθήσεις της την ώρα που οι παπαράτσι έφθαναν στο σημείο για να τραβήξουν φωτογραφίες του συμβάντος. Αρκετή ώρα μετά την απεγκλώβισαν και τη μετέφεραν στο νοσοκομείο.

Η πριγκίπισσα μετά από πολλές καρδιακές προσβολές και παρά τη συνεχή προσπάθεια των ιατρών να την επαναφέρουν, άφησε την τελευταία της πνοή στις 04:53 το πρωί της Κυριακής,

Δημοσιογράφος που έφτασε πρώτος στο σημείο του τροχαίου αποκαλύπτει

Ένας πρώην δημοσιογράφος που έκανε ρεπορτάζ στο Παρίσι τη νύχτα που πέθανε η πριγκίπισσα Νταϊάνα, ισχυρίστηκε ότι έπρεπε να «αποκωδικοποιήσει» τα νέα που έδιναν οι γαλλικές Αρχές για την κατάσταση της.

Σύμφωνα με τον πρώην ανταποκριτή του Παρισιού Κέβιν Κόνολι, ο οποίος ήταν ένας από τους πρώτους δημοσιογράφους στο σημείο, η πραγματική αίσθηση ότι η Νταϊάνα είχε πεθάνει ήρθε «αρκετά αργά».

«Ακούγαμε πολύ προσεκτικά τις γαλλικές Αρχές και προσπαθούσαμε να αποκωδικοποιήσουμε αυτό που μας έλεγαν», είπε, μιλώντας στην εφημερίδα The Express. «Η αστυνομία ήταν πολύ προσεκτική για τις ιστορίες που κυκλοφορούσαν».

«Οι αρχικές λέξεις από αστυνομικές και νοσοκομειακές πηγές ήταν “ναι, είναι η πριγκίπισσα της Ουαλίας, ναι, έχει τραυματιστεί “, αλλά δεν υπήρχε αίσθηση τις πρώτες πρωινές ώρες ότι ίσως είχε τραυματιστεί θανάσιμα».

Σκεπτόμενος ξανά την κατάσταση, ο δημοσιογράφος πιστεύει ότι οι γαλλικές αρχές «τρομοκρατήθηκαν» όταν βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια τόσο μεγάλη τραγωδία.

«Είχαν επίγνωση για το ποια θα είναι η αντίδραση σε παγκόσμιο επίπεδο. Γνώριζαν την παγκόσμια ένταση και το ενδιαφέρον που θα προκαλούσε», πρόσθεσε.

Μόλις επτά χρόνια μετά το τροχαίο, ο Σερ Τζον Στίβενς, ο διοικητής της μητροπολιτικής αστυνομίας, κλήθηκε να ερευνήσει αρκετά ερωτήματα.

Μερικά από αυτά, είναι τα εξής: Ήταν η πριγκίπισσα Νταϊάνα έγκυος τη στιγμή του θανάτου της; Το δείγμα αίματος που αποδίδεται στον Ανρί Πολ (οδηγού της μοιραίας Μερσεντές), προήλθε πραγματικά από αυτόν; Και υπήρχε κάποια έγκυρη αιτιολόγηση για την εξάλειψη ενός λευκού αυτοκινήτου Fiat Uno από τη συμμετοχή στη σύγκρουση;

Ο Κόνολι ισχυρίστηκε πώς η είδηση για τον τραγικό θάνατο της πριγκίπισσας Νταϊάνα, μεταφέρθηκε στο Παρίσι μέσω δημοσιογράφων στην πτήση του υπουργού Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου, Ρόμπιν Κουκ στις Φιλιππίνες.

Περιγράφοντάς το ως μια «αρκετά ανήσυχη» και «επιφυλακτική» βραδιά, ο Κόνολι θυμάται και περιγράφει: «Η νύχτα είναι θολή μέχρι εκείνη τη στιγμή που οι γίνεσαι το άτομο που πρέπει να πει ότι η πριγκίπισσα της Ουαλίας πέθανε. Αυτή η μοναδική στιγμή είναι πιθανότατα εκείνη που θυμάμαι εντονότερα από όλη τη μακρά ζωή μου στη μετάδοση ειδήσεων».

Τα σενάρια συνωμοσίας

Από την πρώτη κιόλας στιγμή που έγινε γνωστό το τροχαίο τα σενάρια για το τι ακριβώς συνέβη οργιάσαν. Οι υποθέσεις και οι εικασίες έδιναν και έπαιρναν. Ο πρόωρος θάνατος άλλωστε μιας από τις πιο αγαπημένες και διάσημες γυναίκες στον κόσμο προκάλεσε μια παγκόσμια έκρηξη θλίψης και πένθους και πυροδότησε μια σειρά θεωριών συνωμοσίας σχετικά με τις συνθήκες γύρω από εκείνη τη μοιραία νύχτα σε μια υπόγεια διάβαση του Παρισιού.

Μετά τον θάνατο της πριγκίπισσας Νταϊάνα και του Ντόντι Αλ Φαγιέτ, οι γαλλικές αρχές ξεκίνησαν έρευνα για τις συνθήκες του δυστυχήματος, οι οποίες ολοκληρώθηκαν το 1999. Η έκθεση 832 σελίδων, γνωστή ως Operation Paget, the Paget Inquiry ή απλά Paget, χρειάστηκε σχεδόν τρία χρόνια και 12,5 εκατομμύρια λίρες (17,2 εκατομμύρια δολάρια) για να ολοκληρωθεί.

Το πόρισμα έλεγε ότι υπαίτιος για τη σύγκρουση ήταν ο οδηγός Ανρί Πολ, ο οποίος οδηγούσε μεθυσμένος, ανέπτυξε ιλιγγιώδη ταχύτητα και έχασε τον έλεγχο του οχήματος. Εκτός από αλκοόλ, η νεκροψία- νεκροτομή και οι εξετάσεις, έδειξαν ότι ο οδηγός ήταν υπό την επήρεια αντιψυχωτικών φαρμάκων. Το αποτέλεσμα της έρευνας δεν ικανοποίησε τον πατέρα του Ντόντι, Μοχάμεντ, ο οποίος υποστήριζε ότι ο γιος του έπεσε θύμα δολοφονίας. Σύμφωνα με τον Μοχάμεντ Αλ Φαγιέτ, το τροχαίο είχε οργανώσει η ΜΙ6, που συνεργαζόταν με τη βρετανική βασιλική οικογένεια. Οι ισχυρισμοί του δεν αποδείχτηκαν ποτέ, ωστόσο ο Μοχάμεντ δεν ήταν ο μοναδικός που υποστήριξε διαφορετικό σενάριο για το δυστύχημα.

Σύμφωνα με τον πρώην επίτροπο της Μητροπολιτικής Αστυνομίας Τζον Στίβενς, περίπου το 65 ή το 70 τοις εκατό της χώρας πίστευε ότι υπήρξε μια συνωμοσία και ότι ο θάνατος της Νταϊάνα… δεν μπορεί να εξηγηθεί.
Τα χρόνια που ακολούθησαν αναπτύχθηκε φημολογία ότι η Νταϊάνα ήταν έγκυος στο παιδί του Ντόντι και ότι το ζευγάρι είχε σκοπό να αρραβωνιαστεί σύντομα. Κάποιοι υποστήριξαν ότι η βασιλική οικογένεια δεν ήθελε η μητέρα ενός διάδοχου του θρόνου να παντρευτεί έναν μουσουλμάνο, ωστόσο οι αιματολογικές εξετάσεις κατέρριψαν τον μύθο της εγκυμοσύνης.

Τα σενάρια έφτασαν σε σημείο που ξεπερνούσαν τη φαντασία. Ειπώθηκε ακόμη, ότι η ίδια η Νταϊάνα είχε οργανώσει το τροχαίο με έναν υποτιθέμενο θάνατο δικό της και του Φαγιέτ ώστε να μπορέσει μετά από αυτό να ζήσει ήσυχη.

Καμία κατηγορία δεν αποδόθηκε στους παπαράτσι που κυνηγούσαν το αυτοκίνητο της πριγκίπισσας, ενώ η συμπεριφορά του Τύπου τέθηκε υπό στενή παρακολούθηση και ο κώδικας που διέπει τα βρετανικά ΜΜΕ έγινε πιο αυστηρός τον Δεκέμβριο του 1997.

Περίπου ένα εκατομμύριο άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους για να δουν την κηδεία της πριγκίπισσας καθώς έφτασε στο Αβαείο του Γουέστμινστερ στις 6 Σεπτεμβρίου του 1997.

Δείτε επίσης