Με τη βεβαιότητα ότι κι εμείς,
αργά ή γρήγορα, θα γίνουμε αξιοπρεπέστατη σκόνη,
βαδίζουμε αργά και χαμηλώνουμε τη φωνή
περπατώντας ανάμεσα σε οικογενειακούς τάφους,
όπου η ρητορική της σκιάς και του μαρμάρου
υπόσχεται ή προεικονίζει τη μεγαλοπρέπεια
που θα επιθυμούσαμε ως πεθαμένοι.
Ωραία είναι τα μνήματα με τα απέριττα λατινικά
και τις ημερομηνίες που συνέδεσε η μοίρα,
με τη συνύπαρξη λουλουδιών και μαρμάρων,
με τα δροσερά παρτέρια να θυμίζουν αίθρια
και το χαώδες παρελθόν της Ιστορίας
που τώρα, εδώ, έχει μαρμαρώσει εντελώς.
Ξεγελιόμαστε ότι ο θάνατος είναι αυτή η γαλήνη
και πιστεύουμε πως λαχταρούμε το τέλος μας
ενώ η μόνη μας λαχτάρα είναι η απάθεια και ο ύπνος.
Μονάχα η ζωή υπάρχει,
κοιμισμένη κάτω από τους κισσούς,
σφύζοντας ανάμεσα στα ξίφη και τα πάθη.
Ο χώρος και ο χρόνος είναι μορφές της,
είναι εργαλεία μαγικά της ψυχής,
που όταν εξανεμίζεται,
χώρος, χρόνος και θάνατος εξανεμίζονται μαζί της·
έτσι όπως πέφτει το φως
παρασέρνει ταυτόχρονα και τα είδωλα στους καθρέφτες
που γίνονται μέσα στο απόβραδο αχνός.
Σκιά απαλή των δέντρων, άνεμος
με πουλιά που κυματίζει πάνω στα κλαδιά,
ψυχή που χάνεται σ’ άλλες ψυχές ανάμεσα,
μοιάζει σαν θαύμα ότι κάποτε έπαψαν να υπάρχουν,
θαύμα ακατανόητο,
μόλο που όσο στριφογυρνάει στο μυαλό
μαυρίζει από τον τρόμο η ζωή μας.
Αυτά σκεφτόμουνα στη Ρεκολέτα
εκεί που κάποτε θ’ αναπαυθεί κι εμένα η τέφρα μου.
Πυρετός του Μπουένος Άιρες και άλλα νεανικά ποιήματα (1923-1929). εκδόσεις Πατάκη
Photo cover:pixabay.com/eluela31/art
Διαβάστε επίσης: