Σαν σήμερα το 1933 γεννιέται στο Νεϊγί-σιρ-Σεν, βορειοδυτικά του Παρισιού, μέσα σε καλλιτεχνική οικογένεια -ο πατέρας του, Πολ Μπελμοντό, ήταν γλύπτης, με ιταλικές ρίζες, και η μητέρα του ζωγράφος-, ο Ζαν Πολ Μπελμοντό, μια εμβληματική προσωπικότητα του γαλλικού κινηματογράφου, ο μετέπειτα θρυλικός «άσχημος γόης» του παγκόσμιου κινηματογράφου ο οποίος έφυγε από τη ζωή μόλις πριν κάποιους μήνες (6 Σεμπτεμβρίου 2021) σε ηλικία 88 ετών.
Ο Ζαν-Πολ Μπελμοντό μετά την αποφοίτησή του και την ολοκλήρωση της στρατιωτικής του θητείας, αποφάσισε να γίνει ηθοποιός και γράφτηκε στην Εθνική Ακαδημία Δραματικών Τεχνών στο Παρίσι. Ξεχώρισε με το ταλέντο του, αλλά η ασέβεια που επιδείκνυε προς τους καθηγητές του δεν του επέτρεψε να πάρει την ανώτατη τιμητική διάκριση κατά την αποφοίτησή του το 1956. Ο πρώτος του πρωταγωνιστικός ρόλος ήρθε το 1958 με το «Les copains du Dimanche» ενώ ακολούθησαν διάφορες συνεργασίες, όπως με τον σκηνοθέτη Μαρκ Αλεγκρέ στο «Έγκλημα στην Place Pigalle» (Sois belle et tais-toi, 1958) και το «Τελευταίο Ραντεβού» (Un drôle de Dimanche, 1958), τον Μαρσέλ Καρνέ στους «Ζαβολιάρηδες» (Les tricheurs, 1958). Δεν ήξερε αγγλικά, και παρόλο που δεν έπαιξε ποτέ στο Χόλιγουντ κατάφερε να γίνει παγκοσμίως γνωστός.
«Οι Διαρρήκτες»: Όταν ο Μπελμοντό έκανε κόντρες στην Αθήνα του ’70
Οι Διαρρήκτες (γαλλικά: Le Casse) είναι μια αστυνομική ταινία Γαλλικής και ιταλικής συμπαραγωγής 1971 σε σκηνοθεσία και σενάριο του Ανρί Βερνέιγ, βασισμένο στην νουβέλα του Ντέιβιντ Γκοντίς “Οι διαρρήκτες” με την μουσική της ταινίας να υπογράφει ο Ένιο Μορικόνε. Εκτός από τον Ζαν Πολ Μπελμοντό, πρωταγωνιστούν Ομάρ Σαρίφ, Ρομπέρ Οσέν, Νικόλ Καλφάν, Ρενάτο Σαλβατόρι και η Νταϊάν Κάνον.
Το 1970 θα φθάσει στη Αθήνα μια ομάδα από επαγγελματίες διαρρήκτες με επικεφαλής τον Αζάντ με σκοπό να κλέψουν μια συλλογή από πανάκριβα σμαράγδια, που ανήκει σε έναν πάμπλουτο Έλληνα έμπορο, τον κύριο Τάσκο. Οι διαρρήκτες θα φθάσουν στην Βίλα του Έλληνα έμπορου την νύχτα και αφού αναισθητοποιήσουν τον φύλακα, θα μπούνε μέσα και με υπερσύγχρονα μηχανήματα θα ανοίξουν το χρηματοκιβώτιο και θα αφαιρέσουν την συλλογή σμαραγδιών. Κατά την διάρκεια της κλοπής, θα εμφανιστεί ένας περαστικός Έλληνας αστυνόμος, ο Άμπελ Ζαχαρίας ο οποίος Θα δει το αμάξι των διαρρηκτών παρκαρισμένο έξω από την βίλα του Τάσκο και θα το θεωρήσει ύποπτο. Ο Αζάντ θα αντιληφθεί τον Έλληνα αστυνόμο και θα πάει στο αυτοκίνητο προσποιούμενος ότι υπέστη μηχανική βλάβη και ότι είχε πάει να καλέσει για βοήθεια. Ο αστυνόμος Ζαχαρία θα προσποιηθεί ότι τον πίστεψε και θα τους αφήσει να ολοκληρώσουν την κλοπή των σμαραγδιών.
Τελικά ο αστυνόμος Ζαχαρίας θα αποδειχθεί ότι είναι διεφθαρμένος και ότι θέλει τα σμαράγδια για τον εαυτό του και δεν τον πολυενδιαφέρει να συλλάβει τους διαρρήκτες. Ένα κυνηγητό σαν την γάτα με το ποντίκι θα αρχίσει, και ο Αζάντ θα ξεγλιστράει συνεχώς από την πίεση που θα δέχεται από τον Ζαχαρία για να του παραδώσει τα κλεμμένα σμαράγδια.
Πρωταγωνιστές δύο κλασικά αυτοκίνητα της εποχής, το Fiat 124 και το Opel Rekord. Yπήρχαν στημένες κάμερες και μια η οποία ακολουθούσε για τα πλάνα, με τα αυτοκίνητα να περνούν μέσα από τις παλιές συνοικίες του Πειραιά και να φτάνουν μέχρι Φάληρο και Γλυφάδα. Μετά το πέρας της σκηνής, τα αυτοκίνητα είχαν διαλυθεί εντελώς – σε μία σκηνή μάλιστα περνούν από από μία υπόγεια διάβαση! H συγκεκριμένη σκηνή θεωρείται πλέον από τις κλασικές στην ιστορία του νεότερου σινεμά.
Δεν ήταν απλά τα αυτοκίνητα στη σκηνή αλλά ένα ανθρωποκυνηγητό με πολλούς κομπάρσους στο κέντρο της Αθήνας. Οι αστυνομικοί περικυκλώνουν το Hilton. Ο Βelmondo το σκάει από το παράθυρο ενός λεωφορείου στην Πανεπιστημίου και τη Βασιλίσσης Σοφίας με τα περιπολικά να τον κυνηγούν. Στο Μέγαρο Μουσικής κατεβαίνει, πηδάει στις οροφές των αυτοκινήτων και καταλήγει σε άλλο λεωφορείο αφήνοντας εκνευρισμένο τον Omar Sharif.
Η ταινία δείχνει την Αθήνα των ’70s, και δίνει την εικόνα του κινηματογράφου της εποχής. Τότε όλα ήταν πιο ρεαλιστικά και αληθινά, με τους σκηνοθέτες να μην επιλέγουν την ασφαλή οδό των ειδικών εφέ και του green screen. Ήταν η εποχή που οι ταινίες είχαν φουλ κομπάρσους, τα αυτοκίνητα αχρηστεύονταν,οι εκρήξεις γίνονταν επί παρουσία πυροτεχνουργών και που κάθε επικίνδυνη σκηνή ήταν πέρα για πέρα αληθινή.
Οι «διαρρήκτες» πέτυχαν σημαντική εμπορική επιτυχία, με συνολικά 4.410.120 εισιτήρια στη Γαλλία, συμπεριλαμβανομένων 1.202.011 εισιτηρίων στο Παρίσι, όπου παρέμεινε στην κορυφή του box office για τέσσερις εβδομάδες.
Οι έρωτες του Ζαν Πολ Μπελμοντό
Ο «αέρας» και το αρρενωπό στιλ του Μπελμοντό αποδείχθηκαν ακαταμάχητα για τις γυναίκες της εποχής του. Στην προσωπική του ζωή, είχε δύο γάμους στο ενεργητικό του: με την Ελοντί Κονσταντάν (1953-1965), με την οποία χώρισε όταν αποκαλύφθηκε ο παράνομος δεσμός του με την Ούρσουλα Άντρες.
Αργότερα συνδέθηκε με τη Ναταλί Ταρντιβέλ, την οποία γνώρισε το 1989 ως 24χρονη κοπέλα με την οποία παντρεύτηκε το 2002 και χώρισε το 2008. Έχει αποκτήσει τέσσερα παιδιά, αν και η μεγαλύτερή του κόρη έχασε τη ζωή της σε πυρκαγιά το 1994.
Σύντροφος του Ζαν Πολ Μπελμοντό υπήρξε επί οκτώ χρόνια (1972-1980) η ηθοποιός Λάουρα Αντονέλι.
Στο Φεστιβάλ των Καννών το 2011 εμφανίστηκε με τη νέα του σύντροφο, την κατά 45 χρόνια νεότερή του Βελγίδα και πρώην Playmate, Μπάρμπαρα Γκαντόλφι.
Η φιλία με τον Αλέν Ντελόν
Αν και συχνά τους παρουσίαζαν, λανθασμένα, ως ανταγωνιστές, οι δυο κολοσσοί του γαλλικού κινηματογράφου βίωσαν παράλληλες καριέρες και έγιναν πολλοί φίλοι, παρά τις διαφορές τους. Μάλιστα τη φιλία τους αυτή, ακολούθησαν πολλές και διάφορες φήμες…
Έπαιξαν μαζί στην ταινία «Μπορσαλίνο» του 1970: ενσάρκωναν δυο νεαρούς απατεώνες που συνδέθηκαν με βαθιά φιλία και κατέληξαν να γίνουν οι «βασιλιάδες» του υποκόσμου της Μασσαλίας.
Το 1998 ο Πατρίς Λεκόντ τους ένωσε και πάλι, στην ταινία «Ανάμεσα σε δυο μπαμπάδες» με τη Βανέσα Παραντί. «Είναι διαμετρικά αντίθετοι, με αποτέλεσμα να συμπληρώνει ο ένας τον άλλον και, ταυτόχρονα, να βρίσκονται πολύ κοντά ο ένας στον άλλο. Είναι παράξενο, δυο ηθοποιοί, σαν αυτούς, να έχουν ταυτόχρονα τα πάντα κοινά και τίποτα κοινό μεταξύ τους», είχε δηλώσει τότε ο σκηνοθέτης.
Όταν έγινε γνωστή η είδηση του θανάτου του Μπελμοντό ο Αλέν Ντελόν δήλωσε συντετριμμένος.
Μιλώντας τηλεφωνικά στο δίκτυο CNEWS, ο Αλέν Ντελόν δήλωσε πως «έπρεπε να φύγουμε μαζί και οι δύο». Ο Γάλλος ηθοποιός σημείωσε πως εκείνος και ο Ζαν Πολ Μπελμοντό ξεκίνησαν μαζί την καριέρα τους πριν από 60 χρόνια.
Alain Delon : «Je suis complètement anéanti» dans #Punchline pic.twitter.com/0nrHE18MkV
— CNEWS (@CNEWS) September 6, 2021
Δείτε επίσης