Με ανακοίνωση που εξέδωσε ο γνωστός ποινικολόγος Αλέξης Κούγιας για την υπόθεση της Πάτρας και της Ρούλας Πισπιρίγκου, εξαπέλυσε βολές κατά των ΜΜΕ και της αστυνομίας για ανθρωποφαγία και κατάργηση του τεκμηρίου αθωότητας.

Ο γνωστός δικηγόρος κατηγόρησε τα μέσα ενημέρωσης και δημοσιογράφους για τον τρόπο που χειρίζονται την υπόθεση θανάτου των τριών παιδιών στην Πάτρα.

Παράλληλα ζήτησε παρέμβαση από την Ένωση Δικαστών – Εισαγγελέων, την Ένωση Εισαγγελέων, την Ένωση Ελλήνων ποινικολόγων και την Ολομέλεια των δικηγορικών συλλόγων της Ελλάδος.

Όπως λέει «περιμένω, ειδικά τις δύο τελευταίες ημέρες, πότε η Ένωση Δικαστών – Εισαγγελέων, η Ένωση Εισαγγελέων, η Ένωση Ελλήνων ποινικολόγων, η Ολομέλεια των δικηγορικών συλλόγων της Ελλάδος να κάνουν έστω, για τα μάτια του κόσμου, μια παρέμβαση, έστω μια διαμαρτυρία για την ανθρωποφαγία των ΜΜΕ, την κατάργηση του τεκμηρίου αθωότητος, την κατάργηση κάθε συνθήκης δίκαιης δίκης στην υπόθεση της φερόμενης ως παιδοκτόνου, Ρούλας Πισπιρίγκου».

Ο Αλέξης Κούγιας στην ανακοίνωσή του αναφέρει ότι «παρατηρώ κάθε ημέρα, όλα τα ΜΜΕ και διερωτώμαι αν είμαι δικηγόρος σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεν είμαι σε κάποια χώρα – οπερέτα – δικτατορία της κεντρικής Αφρικής, της Νοτίου Αμερικής και της Άπω Ανατολής.

Διερωτώμαι εάν στην Ελλάδα λειτουργεί η αστυνομία, το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, η ανεξάρτητη Δικαιοσύνη για να κατοχυρώνουν τα ατομικά δικαιώματα όλων των πολιτών και τη δημοκρατία ή λειτουργούν ειδικά σε περιπτώσεις πτωχών, ανυπεράσπιστων κατηγορουμένων για εγκλήματα, μόνο και μόνο για να εξασφαλίζουν την επανεκλογή αγράμματων και ανεύθυνων πολιτικών. Με εκπλήσσει αυτός ο διαγωνισμός του ποιος θα προκαταδικάσει μια κατηγορουμένη που αρνείται την ενοχή της χωρίς να διαμαρτύρεται κανένας».

«”Δημοσιογράφοι”, παρουσιαστές πρωινών εκπομπών, ντετέκτιβ της κακιάς ώρας, πρώην αστυνομικοί, συνδικαλιστές αστυνομικοί, ιατροδικαστές, ψυχίατροι και αγράμματοι δικηγόροι που δεν έχουν πατήσει σε ποινικό δικαστήριο, ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ έχουν προκαταδικάσει στην Ελλάδα του 2022 μια συνάνθρωπό μας, την οποία δεν τολμούν να υπερασπιστούν και παραιτούνται ακόμη και οι δικηγόροι που ανέλαβαν την υπόθεση», αναφέρει.

«Αυτός ο κανιβαλισμός και η υποκρισία πρέπει να τελειώνουν σήμερα και η κυρία κατηγορουμένη θα πρέπει να έχει κάθε προστασία από την ανεξάρτητη Δικαιοσύνη και την καλύτερη υπεράσπιση, εάν θέλουμε να είμαστε πράγματι η Ελλάδα που δίδαξε στον κόσμο τον νομικό πολιτισμό», καταλήγει στην ανακοίνωσή του ο δικηγόρος.

Απάντηση στο ερώτημα εάν θα αναλάμβανε την υπεράσπιση της Ρούλας Πισπιρίγκου έδωσε ο Αλέξης Κούγιας, λέγοντας πως την παρούσα στιγμή δεν έχει τον χρόνο να αναλάβει μια τέτοια σοβαρή υπόθεση.

Φτάνοντας έξω από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο για τη δίκη του Δημήτρη Λιγνάδη, ο Αλέξης Κούγιας, σχολίασε αρχικά πως δεν θεωρεί σωστό και θεμιτό ένας δικηγόρος να αφήνει την εντολέα του και να αποχωρεί από την υπεράσπισή της – αναφερόμενος προφανώς στους Απόστολο Λύτρα και Νίκο Ιωάννου – και ακολούθως απάντησε στο ερώτημα εάν θα την αναλάμβανε.

«Φαίνεται ότι οποιαδήποτε υπόθεση στην Ελλάδα, η οποία είναι δύσκολη, νομίζουν όλοι ότι θα την διεκπεραιώσω εγώ. Είναι πολύ τιμητικό για μένα να το πιστεύουν αλλά δεν αποδέχομαι όλες τις προτάσεις να αναλάβω τις υποθέσεις. Εκείνο το οποίο με ενδιαφέρει στις υποθέσεις που αναλαμβάνω είναι να βοηθώ το δικαστήριο να εκδίδει μια δίκαιη απόφαση».

Σε ερώτηση εάν έχει δεχτεί τηλεφώνημα από την Ρούλα Πισπιρίγκου ή κάποιο άτομο της οικογένειάς της για να αναλάβει την υπόθεση, ο Αλέξης Κούγιας είπε: «Επιτρέψτε μου ξανά να πω. Το να χρησιμοποιείς μια πολύκροτη υπόθεση, ειδικά όταν είσαι δικηγόρος και να αφήνεις έστω και υπαινιγμούς ότι κάποιοι σε βολιδοσκόπησαν κι εσύ αρνήθηκες, ουσιαστικά είναι το χειρότερο που μπορεί να κάνει ένας δικηγόρος. Έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση αυτή τη στιγμή, θα με ενδιέφερε πολύ εάν είχα επιλεγεί πριν, αν είχα συναντηθεί με την κυρία αυτή, είχα συζητήσει με τον τρόπο που συζητώ εγώ με τους ανθρώπους που με εμπιστεύονται, γνώριζα το περιεχόμενο της δικογραφίας και μπορούσα να υπερασπιστώ τον άνθρωπο αυτόν. Δεν με επέλεξαν και δεν μπορώ, έστω και αυτή τη στιγμή εάν με επιλέξουν, να δεχτώ αυτή την υπεράσπιση».

Σχετικά άρθρα