ΕΙΣΤΕ ΚΟΥΡΑΣΜΕΝΟΙ; ρωτούσε μια μπλε ταμπέλα.

ΕΧΟΥΜΕ ΔΩΡΕΑΝ ΚΑΦΕ.

Και μια πιο πρόσφατη, σφραγισμένη με τον αετό της Υπηρεσίας Εσωτερικής Ασφάλειας της περιόδου Μπους: ΕΙΔΕΣ ΚΑΤΙ; ΠΕΣ ΚΑΤΙ.

Μια τελευταία ταμπέλα, στην άκρη της ράμπας εξόδου, είχε σχήμα Τ.

Κατηύθυνε τα φορτηγά και τα τροχόσπιτα προς τα αριστερά και τα μικρότερα οχήματα στα δεξιά.Η Ντάρμπι παραλίγο να πέσει πάνω της.Το παρμπρίζ της ήταν τώρα θαμπό από το πυκνό χιόνιοδεξής υαλοκαθαριστήρας είχε αρχίσει να τα παίζει κι αυτός–έτσι κατέβασε το παράθυρό της και καθάρισε με την παλάμη της έναν κύκλο στο τζάμι. Ήταν λες και οδηγούσε βλέποντας μέσα από περισκόπιο.

Δεν μπήκε καν στον κόπο να βρει θέση για πάρκινγκ –οι διαγραμμίσεις και τα κράσπεδα δεν θα ήταν ορατά μέχρι τον Μάρτιο– και στρίμωξε τον Μπλου δίπλα σε ένα γκρίζο βαν δίχως πλαϊνά παράθυρα.Έσβησε τη μηχανή. Έκλεισε τα φώτα.Σιωπή.Τα χέρια της έτρεμαν ακόμα. Ήταν τα υπολείμματα της αδρεναλίνης από εκείνο το πρώτο ντεραπάρισμα. Τα έσφιξε σε γροθιές, πρώτα το δεξί, έπειτα το αριστερό (πάρε ανάσα, μέτρα μέχρι το πέντε, άφησέ τη) και είδε το παρμπρίζ της να μαζεύει νιφάδες χιονιού.

Σε δέκα δευτερόλεπτα, ο κύκλος που είχε καθαρίσει με το χέρι της είχε εξαφανιστεί. Σε τριάντα, ήταν παγιδευμένη κάτω από ένα τείχος πάγου που όλο σκοτείνιαζε, και συνειδητοποιούσε ότι δεν θα κατάφερνε να βρίσκεται στο Πρόβο της Γιούτα πριν από το μεσημέρι της επομένης. Αυτή η ισιόδοξη πρόβλεψη βασιζόταν στην υπόθεση ότι θα είχε προ- λάβει τη χιονοθύελλα πάνω από το Μπάκμποουν Πας πριν από τα μεσάνυχτα και θα ήταν έγκαιρα στο Βέρναλ για έναν ντομο ύπνο στις τρεις τα ξημερώματα.

Η ώρα ήταν ήδη 8 μ.μ.Ακόμα κι αν δεν χρειαζόταν να σταματήσει για ύπνο ή για κα-ούρημα, δεν θα μπορούσε να μιλήσει στη μαμά της πριν από ν πρώτη εγχείρηση. Αυτό το παράθυρο του χρόνου ήταν ΚΛΕΙΣΤΟ ΕΠ’ ΑΟΡΙΣΤΟΝ, σαν άλλη μια ορεινή διάβαση στην εφαρμογή ειδήσεων στο κινητό της.Μετά την εγχείρηση, λοιπόν.Να πότε.Τώρα, μέσα στο Honda της ήταν πίσσα σκοτάδι.

Το χιόνι μαζευόταν πάνω στο τζάμι σε όλες τις πλευρές του, κάνοντάς το να μοιάζει με αρκτικό σπήλαιο. Τσέκαρε το iPhone της, μισοκλείνοντας τα μάτια της από την ηλεκτρική του λάμψη–καμία υπηρεσία, και μπαταρία εννέα τοις εκατό. Το τελευταίο γραπτό μήνυμα που είχε λάβει ήταν ακόμη ανοιχτό.

Το είχε πρωτοδιαβάσει στον αυτοκινητόδρομο κοντά στο Τζίπσαμ, καθώς διέσχιζε κάποια ανισόπεδη διάβαση που γλιστρούσε από τον πάγο με το κοντέρ στα εκατόν τριάντα και τη μικρή οθόνη να τρέμει στην παλάμη της:Προς το παρόν εί-ναι οκέι.Προς το παρόν. Αυτός ο προσδιορισμός τη φόβιζε. Και δεν ήταν το πιο τρομακτικό απ’ όλα.

No Exit – Χωρίς διέξοδο, Taylor Adams, εκδόσεις Κλειδάριθμος

Photo cover:pixabay.com/Counselling-child

Διαβάστε επίσης: