… Τα σπαράγµατα που µου αφηγήθηκε ο Κ για αυτά τα πρόσωπα µε είχαν εξωθήσει στο παράλογο: στο να προσπαθώ άδικα να μαντέψω τη μετέπειτα πορεία της ζωής τους.
Του Φ που έγινε μαοϊκός και έπειτα από χρόνια ζήτησε από τον Κ να μεσολαβήσει για να επιστρέψει στο Κόμμα από το οποίο εκείνος θα αποχωρούσε από τα αριστερά σε λίγες μέρες · του έµπειρου καθοδηγητή Τ, του ταξιτζή, που τον διαδέχτηκε· της Σ µε τα όµορφα χαρακτηριστικά και τα μαλλιά-πλεξούδα· της τσατσάς Μπέλας, της μόνης που θα ήταν τώρα μια άκλαυτη ανώνυµη νεκρή…
Πώς να ήταν σήµερα τα πρόσωπά τους;
Θα αναγνώριζαν αλλήλους, αν συναντιόνταν τυχαία;
Τι δρόµο πήραν στη ζωή τους;
Τι γνώµη έχουν σήµερα για τον νεότερο εαυτό τους;
Εξακολουθούν να αγαπούν τον παλαιότερο ή τον απαρνήθηκαν µε λόγια και με πράξεις;
Πώς τα πάνε µε τη συνείδησή τους;…
Το Έβαφε ο Στάλιν τα μαλλιά του; μας μεταφέρει στον Φεβρουάριο του 1973, στις μέρες των φοιτητικών κινητοποιήσεων κατά της Χούντας, αλλά και του μακελειού και της σύλληψης του Νίκου Κοεμτζή.
Ένα μυθιστόρημα για τα παιχνίδια που μας παίζουν οι συμπτώσεις, για τις αμφιβολίες και τα ανάμικτα συναισθήματα που μας προκαλούν οι αναμνήσεις, οι οποίες, όσο περνάει ο καιρός, τόσο μας ρίχνουν στην ασφαλή αγκάλη της μυθοπλασίας.
Ιερώνυμος Λύκαρης
Ο Ιερώνυμος Λύκαρης γεννήθηκε στην Αθήνα. Κατά καιρούς έκανε διάφορες σχετικές και άσχετες με το γράψιμο δουλειές. Πρωτοεμφανίστηκε στην αστυνομική λογοτεχνία στον δεύτερο τόμο των Ελληνικών εγκλημάτων (2008) με το διήγημα «Κανένα έλεος για τους καλύτερούς μας φίλους». Στον τρίτο τόμο (2009) δημοσιεύτηκε το «Πάσα θανάτου», στον τέταρτο (2011) το «Face Control» και στον πέμπτο (2019) το «Η φαντασιακή αντανάκλαση μιας αχρείαστης απόπειρας φόνου».
Το 2011 εκδόθηκε το πρώτο του μυθιστόρημα, Το ρομάντζο των καθαρμάτων, στο οποίο αναδεικνύονται ως φάρσες και τραγωδίες οι πολυδαίδαλες σχέσεις του οργανωμένου εγκλήματος με επιχειρηματίες, δημοσιογράφους και πολιτικούς. Η κριτική το χαρακτήρισε «άρτιο από κάθε άποψη», «αφηγηματικά απολαυστικό» και «επίκαιρο όσο δεν παίρνει».
Ακολούθησε το πολιτικό νουάρ μυθιστόρημα Μαύρα κουφέτα (2013), ένα ρέκβιεμ για τη χαμένη ουτοπία του 20ού αιώνα, το οποίο επίσης χαρακτηρίστηκε «άρτιο υπόδειγμα αστυνομικού μυθιστορήματος», όπου «το σασπένς βγαίνει από τις κοινωνικές μεταλλάξεις».
Η ζήλια είναι μαχαιριά (2014) ήταν η πρώτη από μια σειρά μαύρων κωμωδιών, στην οποία κινητήρια δύναμη και καταλύτης των ανθρώπινων πράξεων είναι κάθε φορά ένα από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα. Το Άπληστε κόσμε, κάλπικε (2015) ήταν το δεύτερο βιβλίο της σειράς αυτής.
Το 2017 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά του Άκου, πτώμα, να μαθαίνεις, το οποίο χαρακτηρίστηκε ως «εξαιρετική ψευδοντοκουμενταρισμένη αναπαράσταση της νεοελληνικής κωμικοτραγικής πραγματικότητας, μια μαύρη κωμωδία, γεμάτη ψευδώνυμους ήρωες, επίσης, για την απόλυτη κυριαρχία της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος στα ανώτερα κλιμάκια της αστυνομίας και της δικαιοσύνης».
Το διήγημά του «Αχ, τι μέρα κι αυτή!» περιλαμβάνεται στην τουρκική συλλογή Yunankarası-Yunanistan’dan 11 Çağdaş Polisiye Öykü (επιμέλεια: Βασίλης Δανέλλης – Damla Demirözü, μετάφραση: Asli Damar, Εκδόσεις İSTOS, 2018) και στη γερμανική ανθολογία Hellas Noir, Griechische Kriminalliteratur, με τίτλο «Η κατάρα της Άνγκελα» (επιμέλεια: Κώστας Θ. Καλφόπουλος, μετάφραση: Ulf-Dieter Klemm, Εκδόσεις Edition Romiosini/CeMoG, 2019).
Το 2019 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα Η εκδίκηση του «Ναζωραίου», μια κατασκοπευτική παρωδία, με αφορμή την οποία γράφτηκε ότι «η πολυεπίπεδη ανάπτυξη των βιβλίων του Λύκαρη ενίοτε υπερβαίνει τα συνήθη μοτίβα του αστυνομικού και φλερτάρει με τις πολυπλόκαμες μυθιστορηματικές συνθέσεις συγγραφέων όπως ο Τόμας Πίντσον».
Photo cover:pixabay.com/
Διαβάστε επίσης: