To σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου ή σπαστική κολίτιδα, είναι μια από τις πιο συχνές καταστάσεις για την οποία οι άνθρωποι επισκέπτονται το γιατρό. Περίπου 1 στους 6 σήμερα, υποφέρει από αυτή τη διαταραχή στη λειτουργία του παχέος εντέρου.
Τα πιο κοινά συμπτώματα που βιώνουν οι ασθενείς είναι κοιλιακός πόνος, φούσκωμα, αέρια, εναλλαγές διάρροιας, δυσκοιλιότητα, βλέννη στα κόπρανα, κοιλιακή δυσφορία, διαταραχή της εντερικής κινητικότητας, αίσθημα κόπωσης και εναλλαγές της διάθεσης που συνδέονται με την εντερική λειτουργία.
Πρόκειται για μια χρόνια υποτροπιάζουσα πάθηση, που ενώ δεν είναι απειλητική για τη ζωή, ωστόσο επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα ζωής των ατόμων που την εμφανίζουν.
Απλές ενέργειες της καθημερινότητας, όπως το να δειπνήσει κάποιος έξω με φίλους, να φορέσει ένα πιο στενό παντελόνι ή να δοκιμάσει μια κατηγορία τροφής για πρώτη φορά δεν είναι εύκολες για τα άτομα με ευερέθιστο έντερο.
Οι βασικοί παράγοντες που συμμετέχουν στην ανάπτυξη των συμπτωμάτων του ευερέθιστου εντέρου είναι:
- Αλλαγή στη σύσταση του εντερικού μικροβιώματος.
- Κατανάλωση τροφών που προκαλούν ζυμώσεις και αυξημένη παραγωγή αερίων.
- Ανάπτυξη τοπικής φλεγμονής στο εντερικό τοίχωμα.
- Διαταραχή της φυσιολογικής κινητικότητα του εντέρου με εμφάνιση συσπάσεων, διάρροιας ή δυσκοιλιότητας, κοιλιακής διάτασης και πόνου.
Τα άτομα που εμφανίζουν τα παραπάνω συμπτώματα μπορεί να χρειαστεί να υποβληθούν σε διαγνωστικό έλεγχο, ώστε να αποκλειστούν άλλες παθολογικές καταστάσεις, στην πλειοψηφία όμως των περιπτώσεων δεν εντοπίζεται συγκεκριμένη νόσος. Το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, δεν προκαλεί αλλαγές στους εντερικούς ιστούς και δεν αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του παχέος εντέρου.
Στις περισσότερες περιπτώσεις ένα σημαντικό μέρος των συμπτωμάτων, μπορεί να ελεγχθεί με ιατρική παρέμβαση στη διαχείριση της διατροφής, του τρόπου ζωής και συγκεκριμένων ελλείψεων του οργανισμού. Ένα μικρό ποσοστό περιπτώσεων, που παρουσιάζει πιο έντονα συμπτώματα, μπορεί να χρειαστεί φαρμακευτική αγωγή για την ανακούφιση των συμπτωμάτων.
Διατροφή & Ευερέθιστο Έντερο
Ένας από τους τρόπους, που άτομα με ευερέθιστο έντερο προσπαθούν να διαχειριστούν τα συμπτώματα τους, είναι η διατροφή. Μέχρι πρόσφατα, μια συνηθισμένη θεραπευτική προσέγγιση, ήταν η αποφυγή των τροφών που τους προκαλούν συμπτώματα, καθώς και η αποφυγή της γλουτένης.
Γνωρίζουμε ότι ορισμένες τροφές μπορούν να προκαλέσουν γαστρεντερικά συμπτώματα, όπως αέρια, διάρροια, φούσκωμα στην κοιλιά και δυσφορία. Τέτοιες τροφές, περιλαμβάνουν το γάλα και άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα, τα όσπρια, κάποια λαχανικά όπως τα μπρόκολα, μερικά φρούτα και δημητριακά, ιδίως το σιτάρι και τη σίκαλη.
Πολλές από αυτές είναι γνωστές ως «τροφές που παράγουν αέρια» και συστήνεται να αποφεύγονται σε περιπτώσεις υπερβολικού μετεωρισμού και φουσκώματος. Μέχρι πρόσφατα, τέτοιες τροφές βρίσκονταν σε διάφορες διατροφικές λίστες, χωρίς κάποια σύνδεση με βάση την περιεκτικότητα τους σε κάποια κοινά συστατικά.
Ένα μέρος της αίσθησης του φουσκώματος και της κοιλιακής διάτασης, οφείλεται και στην αυξημένη παραγωγή αερίων κατά τη διάρκεια της πέψης. Φυσιολογικά, κατά την πέψη παράγονται αέρια, όπως υδρογόνο, διοξείδιο του άνθρακα και μεθάνιο. Αλλοιώσεις όμως στο εντερικό μικροβιώμα και αυξημένη κατανάλωση τροφών όπως η ζάχαρη, το αλκοόλ, τα επεξεργασμένα άλευρα, κάποια φρούτα και λαχανικά, προκαλούν αυξημένες ζυμώσεις και περίσσεια παραγωγής εντερικών αερίων, που επιδεινώνουν περαιτέρω τη διάταση και τα εντερικά συμπτώματα.
Ωστόσο, κατά τις τελευταίες δεκαετίες εντοπίστηκαν τα ακριβή συστατικά, που προκαλούν αυτές τις αντιδράσεις[11,12]. Πρόκειται για μια ομάδα σακχάρων που περιγράφονται με τα αρχικά FODMAP. H δίαιτα που αναπτύχθηκε με βάση την αποφυγή τους, ονομάστηκε «Δίαιτα με χαμηλά FODMAPs» και έχει πολύ καλά αποτελέσματα στη διαχείριση των συμπτωμάτων του ευερέθιστου εντέρου.
Δίαιτα με Xαμηλά FODMAPs
FODMAPs είναι τα αρχικά μιας ομάδας σακχάρων που βρίσκονται σε πολλά τρόφιμα όπως σιτάρι, γαλακτοκομικά, φρούτα, όσπρια, λαχανικά, ξηροί καρποί και γλυκαντικά προϊόντα.
Πρόκειται για σάκχαρα τα οποία δεν μπορεί να πέψει και να απορροφήσει πλήρως το λεπτό έντερο. Καθώς αυτά περνούν στο παχύ έντερο, αυξάνουν την ποσότητα υγρών που κατακρατούνται, όπως και την παραγωγή εντερικών αερίων. Αυτό συμβαίνει γιατί τα συγκεκριμένα σάκχαρα, υπόκεινται εύκολα σε ζύμωση από τα βακτήρια που βρίσκονται στο παχύ έντερο.
Οι αυξημένες ποσότητες υγρών και αερίων στο έντερο, οδηγούν σε φούσκωμα και αλλαγές στην ταχύτητα πέψης της τροφής. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα αέρια, πόνο και διάρροια. Η κατανάλωση λιγότερων από αυτούς τους τύπους υδατανθράκων, μπορεί να μειώσει αυτά τα συμπτώματα.
Μελέτες έχουν δείξει ότι μια διατροφή με χαμηλά FODMAPs, βελτιώνει τα συμπτώματα του ευερέθιστου εντέρου. Το 76% ασθενών με ευερέθιστο έντερο μετά από τη δίαιτα, ανέφεραν βελτίωση των συμπτωμάτων τους.
Η λογική πίσω από τη δίαιτα με χαμηλά FODMAPs, είναι να περιοριστούν μόνο τα προβληματικά τρόφιμα σε μια κατηγορία, όχι όλα.
Η δίαιτα FOODMAPs πρέπει να γίνεται με την παρακολούθηση διαιτολόγου. Αρχικά, εξαλείφονται τα FODMAPs από τη διατροφή. Στη συνέχεια, προσθέτονται ξανά σταδιακά, ένα-ένα τη φορά και παρακολουθούνται τα συμπτώματα. Ένα άτομο, μπορεί τελικά να ανέχεται μερικά τρόφιμα καλύτερα από κάποια άλλα. Εξάλλου, πολλά από αυτά είναι ωφέλιμα στην υγεία.
Είναι αξιοσημείωτο ότι τα ίδια τα σάκχαρα FODMAPs, έχουν συχνά πρε-βιοτική δράση, λειτουργούν δηλαδή ως υπόστρωμα για την ανάπτυξη φιλικών βακτηριδίων στο έντερο και ρυθμίζουν τη σύσταση της εντερικής χλωρίδας. Έτσι, η σταδιακή προσθήκη των FODMAPs σε μικρές ποσότητες, επιτρέπει την ανάπτυξη βακτηριδίων στο έντερο, που μπορούν να πέψουν αυτό το είδος σακχάρων και έτσι μπορεί κανείς τελικά να αυξήσει την ποσόστητα και τον αριθμό τροφών που μπορεί να ανέχεται.
Προβιοτικά
Η εντερική χλωρίδα συμμετέχει σε ζωτικές λειτουργίες που αφορούν στο έντερο, αλλά και στο σύνολο του οργανισμού, όπως:
- Θρέψη των επιθηλιακών κυττάρων του βλεννογόνου του εντέρου.
- Διατήρηση φυσιολογικού pH του εντέρου.
- Πέψη και απορρόφηση των τροφών.
- Ρύθμιση της φυσιολογικής κινητικότητας του εντέρου, μέσω της παραγωγής σεροτονίνης και άλλων ουσιών που δρουν στο νευρικό σύστημα του εντέρου, αλλά και στο κεντρικό νευρικό σύστημα.
- Ρύθμιση της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος.
Η αλλοίωση της σύστασης της εντερικής χλωρίδας, παίζει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη του συνδρόμου του ευερέθιστου εντέρου. Ασθενείς με ευερέθιστο έντερο, εμφανίζουν μειωμένη παρουσία φιλικών βακτηριδίων και υπερανάπτυξη παθογόνων,
Σημαντικός αριθμός μελετών, έχει αναδείξει την ευεργετική δράση της χορήγησης προβιοτικών. Η χορήγηση προβιοτικών, βελτιώνει σημαντικά την συμπτωματολογία όσον αφορά στο φούσκωμα, στη δυσκοιλιότητα, στη διάρροια και στην αίσθηση διάτασης της κοιλιάς.
Τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι η χορήγηση προβιοτικών, έχει σημαντικά καλύτερα αποτελέσματα όταν χρησιμοποιούνται σκευάσματα με μεγαλύτερο αριθμό διαφορετικών μικροβίων (μικροβιακά στελέχη), σε σχέση με προβιοτικά που περιέχουν ένα μεμονωμένο στέλεχος.
Ελλείψεις που Συνδέονται με το Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου – Βιταμίνη D, Ψευδάργυρος, Γλουταμίνη
Ψευδάργυρος
Άτομα με ευερέθιστο έντερο, χρειάζονται ιατρικές παρεμβάσεις συμπλήρωσης, είτε για να καλύψουν ελλείψεις που είναι κοινές σε αυτή την εντερική δυσλειτουργία, είτε γιατί η χρήση μικροθρεπτικών συστατικών σε θεραπευτικές δόσεις, μπορεί να βελτιώσει τη συμπτωματολογία.
Κοινή έλλειψη είναι αυτή του ψευδαργύρου. Ο ψευδάργυρος, είναι απαραίτητος στην ομαλή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, του νευρικού συστήματος και στη διατήρηση της ακεραιότητας του εντερικού βλεννογόνου. Συμμετέχει επίσης, στη σύνθεση και έκκριση ουσιών όπως η σεροτονίνη, η ντοπαμίνη και άλλες, που ρυθμίζουν τη λειτουργία του νευρικού συστήματος. Επομένως, η έλλειψη του ενδέχεται να συνδέεται με υπερένταση, δυσκολία στον ύπνο, στη συγκέντρωση και μεγαλύτερη ευαισθησία στον πόνο.
Η έλλειψη αυτού του μεταλλικού στοιχείου, είναι ιδιαίτερα σημαντική, γιατί διαιωνίζει τους παθολογικούς μηχανισμούς του συνδρόμου και γιατί επηρεάζει αρνητικά το ψυχογενές υπόβαθρο της νόσου.
Επιπρόσθετα, η έλλειψη ψευδαργύρου, προκαλεί διαταραχή στην κινητικότητα του εντέρου και επηρεάζει αρνητικά την εντερική χλωρίδα, την ικανότητα επούλωσης του βλεννογόνου και τη διαχείριση της φλεγμονής.
Βιταμίνη D
Η έλλειψη βιταμίνης D είναι κοινό εύρημα στα άτομα με ευερέθιστο έντερο.
Η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για την ομαλή λειτουργία των ισχυρών δεσμών και η χορήγηση της μειώνει την εντερική διαπερατότητα.
Όλο και περισσότερα στοιχεία υποδεικνύουν ότι η χορήγηση βιταμίνης D βελτιώνει σημαντικά τα συμπτώματα συμπεριλαμβανομένων του κοιλιακού πόνου, του φουσκώματος, της διάρροιας, της δυσκοιλιότητας και την ποιότητα ζωής, στο σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου.
Συστήνεται όλα τα άτομα με ευερέθιστο έντερο, να ελέγχονται για πιθανή έλλειψη βιταμίνης D. Σε μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Nature – European Journal of Clinical Nutrition, αναφέρεται ότι η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των περιστατικών, αναμένεται να βοηθηθεί από τη χορήγηση βιταμίνης D, με τη μορφή συμπλήρωσης.
Γλουταμίνη
H γλουταμίνη είναι ένα αμινοξύ. Τα αμινοξέα είναι θρεπτικά στοιχεία που συνθέτουν τις πρωτεϊνες στον οργανισμό. Η γλουταμίνη είναι απαραίτητη για την ομαλή λειτουργία του εντερικού βλεννογόνου και είναι το πιο σημαντικό καύσιμο για τα εντερικά κύτταρα, αλλά και για τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος.
Παρότι προσλαμβάνουμε γλουταμίνη μέσα από τη διατροφή, το ανθρώπινο σώμα μπορεί υπό κανονικές συνθήκες, να συνθέσει αρκετή ώστε να καλύψει τις περισσότερες από τις ανάγκες του. Ωστόσο, υπό συνθήκες στρες για τον οργανισμό, μπορεί να προκύψει έλλειψη γλουταμίνης, όπως σε:
- Λοιμώξεις
- Έντονη άσκηση
- Έντονο ψυχογενές στρες
- Ακτινοθεραπεία
- Χημειοθεραπεία
- Σοβαρό τραύμα
- Μετεγχειρητική αποκατάσταση
Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι η χορήγηση γλουταμίνης, μειώνει την εντερική φλεγμονή. Πρόσφατη κλινική μελέτη έδειξε ότι η χορήγηση της, μπορεί να βοηθήσει αποτελεσματικά και με ασφάλεια σε περιπτώσεις ευερέθιστου εντέρου, οι οποίες εμφανίστηκαν μετά από εντερική μικροβιακή λοίμωξη.
Τα θρεπτικά συστατικά πέρα από τη διασφάλιση της επιβίωσης και της ανάπτυξης του ανθρώπινου οργανισμού, διαδραματίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της ομαλής λειτουργίας του εντερικού βλεννογόνου.
Πολυάριθμες μελέτες έχουν δείξει ότι τα θρεπτικά συστατικά όπως βιταμίνες, προβιοτικά, αμινοξέα, μεταλλικά στοιχεία και λιπαρά οξέα:
- Παίζουν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της ακεραιότητας του εντερικού επιθηλίου.
- Ρυθμίζουν τη λειτουργία του εντερικού επιθηλιακού φραγμού.
- Ρυθμίζουν την υγιή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος στο έντερο.
Η χορήγηση τους μέσω συμπλήρωσης, βελτιώνει τις δυσλειτουργίες του βλεννογόνου, που υπάρχουν σε ασθενείς με διαταραχές του γαστρεντερικού.
Ειδικές Εξετάσεις Εντοπίζουν Ελλείψεις του Οργανισμού & Διαταραχές στην Εντερική Χλωρίδα
Εξετάσεις που μετράνε πολύ μικρά μόρια στον οργανισμό, εντοπίζουν:
- Ελλείψεις του οργανισμού όπως αυτές που αφορούν τον ψευδάργυρο, τη γλουταμίνη, αμινοξέα, βιταμίνες και ζωτικά μικροθρεπτικά συστατικά, απαραίτητα για την υγειή λειτουργία του εντερικού βλεννογόνου.
- Διαταραχές στην μικροβιακή χλωρίδα του εντέρου και ελλείψεις σε προβιοτικά.
- Μεταβολικές διαταραχές που πυροδοτούν τη χρόνια φλεγμονή και επιβαρύνουν την κλινική εικόνα του ευερέθιστου εντέρου.
Οι συγκεκριμένες εξετάσεις ονομάζονται μεταβολομικές αναλύσεις. Πρόκειται για μια ευαίσθητη μέθοδο μέτρησης, ικανή να αποτυπώσει μεταβολικές δυσλειτουργίες που προκύπτουν από μια νόσο, παρέχοντας ακριβή εικόνα για την κατάσταση της υγείας του κάθε ατόμου ξεχωριστά.
Παρέχουν στοιχεία σχετικά με τις ελλείψεις σε μικροθρεπτικά συστατικά, τις μεταβολικές διαταραχές και καθορίζουν τις στοχευμένες ιατρικές παρεμβάσεις στη φαρμακευτική αγωγή, στον τρόπο ζωής και στη διατροφή που επιφέρουν μακροχρόνια και σημαντική βελτίωση στην πλειοψηφία των περιπτώσεων.
Παρότι δεν υπάρχει κάποια μεμονωμένη θεραπεία που να παρέχει μόνιμα αποτελέσματα, η σύγχρονη ιατρική αντιμετώπιση έχει πλέον στη διάθεση της πολυάριθμα εργαλεία που επιτρέπουν τη μακροπρόθεσμη και σταθερή βελτίωση της σπαστικής κολίτιδας.
Με βάση την κλινική μας εμπειρία σε ασθενείς συμπτώματα του εντέρου, ιατρικές παρεμβάσεις σύμφωνα με τα αποτελέσματα των μεταβολομικών αναλύσεων επιφέρουν:
- Βελτίωση των συμπτωμάτων με μείωση της κοιλιακής δυσφορίας, των φουσκωμάτων και του κοιλιακού πόνου.
- Αποκατάσταση της φυσιολογικής εντερικής κινητικότητας με βελτίωση των συμπτωμάτων της δυσκοιλιότητας.
- Βελτίωση της λειτουργίας του εντερικού βλεννογόνου και της ικανότητας απορρόφησης θρεπτικών στοιχείων.
- Μείωση του αισθήματος κόπωσης και αύξηση των επιπέδων ενέργειας.
- Βελτίωση των εναλλαγών της διάθεσης που συνδέονται με την εντερική λειτουργία.
Στην περίπτωση της εντερικής λειτουργίας, μετά από 6-8 μήνες αναμένεται να έχει βελτιωθεί το μεγαλύτερο μέρος της συμπτωματολογίας του εντέρου. Αρχικά μπορεί να παρατηρηθεί ενίσχυση της συμπτωματολογίας, λόγω των αλλαγών που συμβαίνουν στην εντερική χλωρίδα, την απελευθέρωση τοξινών από τους παθογόνους μικροοργανισμούς και των αλλαγών που συνδέονται με την αποκατάσταση της φυσιολογικής εντερικής κινητικότητας.
Πέρα από την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων, σήμερα γνωρίζουμε ότι πρέπει να διαχειριστούν και οι ελλείψεις και οι μεταβολικές διαταραχές, που αρχικά πυροδοτούν τη νόσο και στη συνέχεια συντηρούν τη χρονιότητα της.
Η αξιολόγηση του μεταβολικού προφίλ του κάθε ασθενή με τη χρήση εξειδικευμένων εξετάσεων και η διαμόρφωση εξατομικευμένης αγωγής, για την επίλυση των μεταβολικών διαταραχών και των ελλείψεων του οργανισμού, βελτιώνουν την πορεία της νόσου και οδηγούν σε συνολικότερη βελτίωση της υγείας.
Συμπερασματικά
Το σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου είναι μια πολυ-παραγοντική νόσος, που καθιστά ουσιαστικά αδύνατη την επίλυση της μέσω της διαχείρισης ενός μεμονωμένου παράγοντα.
Είναι συχνό, τα άτομα με ευερέθιστο έντερο να προσπαθούν να αποφύγουν κάποια τροφή, αυτό όμως δεν επιδιορθώνει την αλλοίωση της εντερικής χλωρίδας ή δεν εξασφαλίζει ότι άλλες τροφές που θα καταναλώσουν δεν θα περιέχουν κάποιο συστατικό που επιδεινώνει τη συμπτωματολογία τους. Οι πιθανοί συνδυασμοί είναι ουσιαστικά άπειροι και καθιστούν ιδιαίτερα δύσκολη την επίτευξη οποιασδήποτε μακροπρόθεσμης βελτίωσης.
Σταδιακά το άτομο, εγκαταλείπει την προσπάθεια να βελτιώσει τη λειτουργία του εντέρου του και αποφασίζει ότι πρέπει να ζει με αυτό.
Σήμερα ωστόσο, το ευερέθιστο έντερο δεν θεωρείται πλέον μια άλυτη κατάσταση και μπορεί με στοχευμένες ιατρικές παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής, στη διατροφή και στις ελλείψεις του οργανισμού να επιτευχθεί μακροχρόνια και σημαντική βελτίωση στην πλειοψηφία των περιπτώσεων.
Επιμέλεια Κειμένου: Επιστημονική Ομάδα Metabolomic Medicine
Dr. Dimitris Tsoukalas, MD
Board Certified Family Physician
Scientific Director of the Metabolomic Medicine® Medical Group
President of European Institute of Nutritional Medicine.
Associate Member of the World Academy of Sciences
Photo cover:pixabay.com/Alicia Harper
Διαβάστε επίσης: