Είναι πολλά και τρομερά τα κουτσομπολιά που έχουν ειπωθεί για την Έμιλυ Μπροντέ, το τρομερό αυτό κορίτσι που άθελα του κατάφερε και πήρε μια περίοπτη θέση μέσα στο πάνθεον των εθνικών ηρώων της βρετανικής λογοτεχνίας.
Ένα από αυτά, ίσως το πιο «βρώμικο», αναφέρει πως κάποτε ο πατέρας της την ρώτησε τι έπρεπε να κάνει με τον απείθαρχο, ανυπόφορο και αλκοολικό αδερφό της, τον Μπράνγουελ. «Κουβέντιασε μαζί του και αν δεν ακούει τη φωνή της λογικής τότε μαστίγωσε τον», φέρεται να ήταν η απάντηση της εξάχρονης τότε Έμιλυ.
Αν η αθανασία είναι εντέλει μια αιώνια δίκη που χρειάζεται έναν αληθινό δικαστή και όχι μια δασκάλα του χωριού οπλισμένη με μαστίγιο τότε η Έμιλυ δεν στάθηκε προς στιγμήν τυχερή. Γιατί η υπηρέτρια του σπιτιού της, που ναι μεν δεν ήταν δασκάλα αλλά χρησιμοποίησε άπληστα το δικαστικό μαστίγιο, δήλωσε κάποτε, ομολογουμένως υπαινικτικά, πως η Έμιλυ πέθανε με την καρδιά ραγισμένη από την αγάπη για τον αδερφό της. Σε τούτο το τάχα μου σπάραγμα στάθηκαν πολύ αργότερα άλλοι οπλίτες μαστίγιων για να αποφανθούν πως η υπηρέτρια μιλούσε ξεκάθαρα για την αιμομικτική σχέση της Έμιλυ με τον μπεκρή αδερφό της. Οι καλοθελητές αναζήτησαν υποψίες των υπαινιγμών της υπηρέτριας στο ένα και μοναδικό έργο της Έμιλυ, τα «Ανεμοδαρμένα Ύψη». Και φυσικά τις βρήκαν στο διάσημο ειδύλλιο των ηρώων του έργου, της Κάθριν και του Χίθκλιφ.
Από τι στόφα μπορεί να είναι φτιαγμένο ένα πλάσμα που σχεδόν με το ζόρι κάθισε να γράψει αυτό που θα γίνει το διασημότερο ίσως γοτθικό μυθιστόρημα της παγκόσμιας λογοτεχνίας; Αν πιστέψουμε τις αδερφές της που την αποκαλούσαν «ταγματάρχη» και όσους φιλοτέχνησαν αργότερα τους μύθους γύρω από την τραγική ζωή της η Έμιλυ ήταν μάλλον κυνικό, σκληρό και δραστικό κορίτσι. Οι βιογράφοι της καταγράφουν δυο περίεργα περιστατικά από την ενήλικη ζωή της που μοιάζουν να επιβεβαιώνουν μερικούς από τους λαϊκούς δικαστές που συνυπέγραψαν την υστεροφημία της. Διηγούνται πως κάποτε είχε γρονθοκοπήσει το σκύλο της από φόβο μην της χυμήξει επειδή τον είχε τιμωρήσει. Κάποιαν άλλη φορά χώρισε τον ίδιο σκύλο και έναν άλλο αδέσποτο που είχαν αρπαχτεί σε καυγά ρίχνοντας τους πιπέρι στη μουσούδα.
Μέχρι να κλείσει τα πέντε της χρόνια έχει μετρήσει κιόλας τρία οικογενειακά φέρετρα από την οχταμελή της οικογένεια. Δυο των μικρών αδερφών της που πεθαίνουν πολύ μικρές από φυματίωση και ένα της μητέρας της. Την μόρφωση των τριών κοριτσιών και του αλλοπρόσαλλου αγοριού αναλαμβάνει ο Ιρλανδός πατέρας τους που είναι κληρικός άρα αυστηρός και ιδιαιτέρως απαιτητικός. Η οικιακή τάξη και η εμμονή του κυρίου Μπροντέ με τα γράμματα ίσως είναι αυτά που θα εμπνεύσουν στις νεαρές Μπροντέ το συγγραφικό τους οίστρο. Ο αληθινός κόσμος της εποχής δεν είναι ιδιαίτερα φιλόξενος για τα θηλυκά τάλαντα και έτσι οι αδερφές κατασκευάζουν μερικούς φανταστικούς κόσμους σε ποιητικές συλλογές αφημένους ανηλεώς σε ένα κλίμα αρρώστιας που τις υπογράφουν φυσικά με αντρικά ονόματα. Η από κοινού έκδοση των ποιημάτων τους πουλάει μόλις δυο αντίτυπα. Αλλά της Έμιλυ δεν την έδωσαν τζάμπα το παρατσούκλι «ταγματάρχης». Με πείσμα και μεθοδικότητα θα αφιερώσει τη ζωή της στην συγγραφή του ένα και μοναδικού μυθιστορήματος της.
Τα «Ανεμοδαρμένα ύψη» είναι το σπουδαιότερο βιβλίο που γράφτηκε ποτέ, γεμάτο πάθος και αγάπη και δεν μας νοιάζει καθόλου αν οι δασκάλες με το μαστίγιο το χαρακτήρισαν επίσης τρομακτικό και στριμμένο. Διαβάζοντας το και ως απόνερο της σύντομης και οδυνηρής ζωής της Έμιλυ, στερημένης από ρομαντισμό, μοιάζει αχτίδα ερωτικού φωτός και ας μην μοιράζει κοινότοπες ερωτικές υποσχέσεις και ελπιδοφόρα φινάλε. Η βικτωριανή κοινωνία, σοκαρισμένη, διάβαζε την μοιραία ιστορία της Κάθριν και του Χίθκλιφ που τους έπνιξε ο εγωϊσμός και το πείσμα. Εκείνος, χωρίς ταυτότητα και κοινωνικά περιθωριοποιημένος θέλει να της δώσει τα πάντα και εκείνη ενώ τον αγαπά, εγκλωβισμένη στους παράλογους κανόνες της εποχής της, θα το παραδεχτεί στον εαυτό της όταν θα είναι πολύ αργά.
Λίγο μετά την κυκλοφορία του βιβλίου η Έμιλυ αρρωσταίνει από φυματίωση και πεθαίνει σε ηλικία μόλις τριάντα χρονών. Ο πρόωρος θάνατος της συνετέλεσε εν μέρει στην κατάταξη της στο πάνθεον των συγγραφέων που πρέπει να έχει διαβάσει κάποιος πριν πεθάνει. Τι θα έλεγε τώρα αυτό το κορίτσι που προτιμούσε την ανωνυμία από την έκθεση; Τι θα έλεγε αυτή που έφτιαξε μια δεύτερη ηρωίδα, την υπηρέτρια Νέλλυ, για να παρακολουθεί όλους τους κεντρικούς ήρωες χωρίς να την αντιλαμβάνεται κανείς;
Να είναι «αόρατη», αυτή ήταν η αγαπημένη κατάσταση της Έμιλυ Μπροντέ. Να παρατηρεί αθόρυβα, να σημειώνει, να μην θέλει να δημοσιεύσει τίποτα απ’ όσα σημείωνε και τελικά να την πάρουν από το χέρι τα «Ανεμοδαρμένα Ύψη» και να την φέρουν, ανυποψίαστη, ενώπιον της ετυμηγορίας της αθανασίας της…
Γράφει ο Γιώργος Σιδέρης
Ο Γιώργος Σιδέρης είναι ο υπεύθυνος του βιβλιοπωλείου μας και τον ευχαριστούμε πολύ! Είναι 23 χρόνια βιβλιοπώλης και το μότο του: “Στον σουρεαλισμό δεν υπάρχουν αδιέξοδα”