Search
Close this search box.

Μια άγνωστη ιστορία από τις τελευταίες μέρες της Αλίκης Βουγιουκλάκη

Ιανουάριος 1996.

Μια αληθινή ιστορία με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, κάπου στο Κολωνάκι.

– Δεν το πιστεύω ότι πραγματικά θα μπορούσες να κρατηθείς μακριά από τη σκηνή για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα που λες…

– Αλήθεια σου λέω, περνάω πάρα πολλές ώρες τον τελευταίο καιρό στην κρεβατοκάμαρα μου (γέλιο) και το απολαμβάνω! Θέλω λίγο να χαζέψω έξω στο δρόμο, να φλερτάρω, να δω φίλους, να ταξιδέψω, να ασχοληθώ λίγο με την πάρτη μου…

– Κι ο κόσμος σου τι θα κάνει;

– Να του λείψω λιγάκι…να με επιθυμήσει…καλό θα του κάνει

– Ελπίζω όχι για πολύ…αλήθεια θέλεις να μετακομίσεις από τη Στησιχόρου μετά από τέτοια ανακαίνιση;

– Ξέρεις πόσο το αγαπώ αυτό το σπίτι…τον τελευταίο καιρό πραγματικά όμως κάτι δεν μου κάθεται καλά…εκτός από την κρεβατοκάμαρα (γέλιο)…θέλω όμως κοντά μου τη Νότα και τη Νίτσα και καταλαβαίνεις πως ένα τέτοιο σπίτι θέλει πολύ ψάξιμο…ίσως τώρα που θα έχω χρόνο να το πάρω απόφαση…τον τελευταίο καιρό έχω μια τάση προς τη θάλασσα…Βάρκιζα, Γλυφάδα…κατεβαίνω με τον Κωστάκη συχνά…(Παύση καθώς μεγεθύνει το περίγραμμα των ματιών.)

– Έχει ενδιαφέρον πολύ αυτό με τον καθρέφτη που κάνεις με τους ανθρώπους…

– Ποιό;

– Να, δηλαδή όταν κάθεσαι εδώ σου αρέσει να τους μιλάς μέσα από τον καθρέφτη…σπάνια τους κοιτάς μέσα στα μάτια…σαν να έχεις ανάγκη να ελέγχεις απόλυτα το είδωλό σου μέσα από τον καθρέφτη εκείνη την ώρα…

– Δεν το έχω σκεφτεί αυτό…τώρα που το λες…(διορθώνει το μολύβι στα χείλη της) μπορεί να έχεις δίκιο…

– Στην κρεβατοκάμαρα για παράδειγμα…

– Κόλαση…πραγματικά… μου αρέσει πολύ όταν ξυπνάω να μπορώ εύκολα να έχω πρόσβαση σε αυτό που λέμε εικόνα…

– Που κρύβεις καλά φυλαγμένη εκεί μέσα…θυμάμαι πάντα αυτή την «εικόνα» σου μεσημέρι με φαρδιά διάφανη πουκαμίσα στην κουζίνα… χωρίς μακιγιάζ…δεν θυμάμαι να έχεις αφήσει άνθρωπο να δει αυτό το «είδωλο του καθρέφτη» να ανοίγει τα πρωινά βλέφαρά του στο φως της μέρας- κοίτα… αυτό το κρατάς πάντα δώρο για εκείνον μόνο που σε παίρνει αγκαλιά και σε αποκοιμίζει γλυκά με ένα τραγούδι…τα βράδυα

– Ποιο τραγούδι;- τα ήσυχα βράδυα…βέβαια (σφυρίζει)- ερωτευμένη;

– (Γέλια) δεν έχω απαντήσει ποτέ στον εαυτό μου αν υπήρξα ερωτευμένη…πέρασα και περνάω καλά…για την ακρίβεια ερωτευμένη έχω υπάρξει πραγματικά μόνο με τη σκηνή, την πρόβα, τα φώτα… πολλές φορές (γέλιο)…Φέτος στη «Μελωδία» πραγματικά εκπλήσσομαι με τον κόσμο που έρχεται στο θέατρο και μετά το τέλος της παράστασης έρχεται στο καμαρίνι…όλοι βλέπουνε την παλιά Αλίκη του Φίνου και του Δημήτρη Παπαμιχαήλ…ρίχνω λοιπόν κλεφτά ματιές…ξέρεις στον καθρέφτη έξω από το καμαρίνι…και λέω μπα Αλίκη μην τους πιστεύεις…η Αλίκη αυτή έχει μεγαλώσει παιδιά… και της αρέσει που έχει μεγαλώσει…αφήστε την να μεγαλώσει και πείτε της πως τώρα που μεγάλωσε σας αρέσει πιο πολύ…

– λες ψέματα…

– αλήθεια λέω…νομίζω καμιά φορά πως έχω κάνει ένα πολύ μεγάλο λάθος στη ζωή μου…

– ποιό;

– το κοριτσάκι με τα σπίρτα δεν μεγάλωσε…δεν το άφησα να μεγαλώσει…

– μα το κοριτσάκι με τα σπίρτα…

– πέθανε…(χτυπάει ξύλο) δεν θα το πιστέψεις αυτό που θα σου πω…κι εύχομαι να μην είναι αλήθεια (γέλιο)…όταν φεύγω από τη σκηνή φέτος και κατεβαίνω κάτω στον κόσμο κατά τη διάρκεια της παράστασης…που η Μαρία δηλαδή φεύγει από το σπίτι… δύο πράγματα με ενοχλούν…τα αδιάκριτα εξεταστικά εκείνα βλέμματα που ρωτούν την ηλικία μου… που καταμετρούν τις ρυτίδες μου και μια αλλόκοτη καμιά φορά αίσθηση…

– τι αίσθηση;

– δεν ξέρω…ότι θα φύγω…φεύγω…άστο

(Τηλεφωνάει στην Αλέκα στο ταμείο…Είναι εκνευρισμένη γιατί καθυστερούν να της δώσουν πρώτο κουδούνι…περιμένουν ένα πούλμαν με θεατές από τη Θήβα.

Η πλατεία γεμάτη…

Μου ζητάει τσιγάρο) δεν τον κατεβάζω…(τραβάει την επιδερμίδα στις άκρες των αυτιών)…έχω χαλαρώσει εδώ λιγάκι…ε; δεν φαίνεται;- δεν φαίνεται…

– πώς δεν φαίνεται;

– κάτω στην πλατεία δεν φαίνεται…

(Κλείνει τα μάτια λίγο. Παίρνει μαντηλάκια και ξεβάφει πρόσωπο, μάτια, χείλη. Μπαίνει η Νότα. Νεύρα. Της δίνει μολύβι.

Η Αλίκη έχει μετατραπεί τώρα σε ένα δύστροπο μικρό κοριτσάκι.

Λέει στην Άντα να δώσουν πρώτο κουδούνι.

Δεν της αρέσει να περιμένει ο κόσμος στην πλατεία τόση ώρα. Έρχονται να της δώσουν ένα φιλί δυο μικροί της παράστασης.

« Γειά σας κυρία Αλίκη..»)

– Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια…μη φύγεις …μείνε να επιστρέψουμε μαζί μετά στο σπίτι..

(Βγαίνει στη σκηνή. Τα χειροκροτήματα φτάνουν μέσα. πάω και την χαζεύω από μια γωνία του σκηνικού του Πάτσα .

Φώτα.

Η κυρία Αλίκη του Φίνου και του Δημήτρη Παπαμιχαήλ επί σκηνής.

Μπαινοβγαίνει στο καμαρίνι.

Αλλάζει.

Στο διάδρομο διορθώνει κάτι στο κοστούμι του Γαλανού.

Χαϊδεύει το κεφάλι της Άριελ Κωνσταντινίδη.

Η παράσταση τελειώνει.

Έξω από το καμαρίνι μαμάδες και παιδιά.

Πολλά παιδιά.

Αγόρια και κορίτσια.

Η Άντα υπομονετικά πίσω από το «Αλικάκι τους» μοιράζει τα τυπωμένα αυτόγραφα πάνω στις φωτογραφίες του Κλεισθένη.

Περνάει η Ελευθερία η Ντεκώ.

Για ένα γεια.

Διώχνει τη Νότα σπίτι.

Ανηφορίζουμε προς Πλατεία Κολωνακίου.

Περασμένα μεσάνυχτα…

Στην πλατεία συναντάμε τη Μαλβίνα Κάραλη.

«Θα σε πάρω τηλέφωνο φιλενάδα αύριο.

Έρχεται ο Διονύσης από το βουνό.

Βιάζομαι τώρα…».

«Φοβάται το καϋμένο …τη ζηλεύει».

Το κινητό στην τσάντα χτυπάει. Κώστας. Δεν απαντάει.)

– Στους άντρες δεν πρέπει να δίνεις πολύ αέρα… κακομαθαίνουν… διαθέσιμη όσο κι όποτε θέλω εγώ αγοράκι μου…

(Τα βλέμματα θαμώνων της πλατείας επάνω της. Βγάζει από την τσέπη το μικρό κομπολογάκι.

Μου δείχνει με χαρά μικρού παιδιού στη βιτρίνα τις γόβες που έκλεισε σήμερα το απόγευμα.)

– Έχεις πάντως ένα φετίχ με τα παπούτσια…

– Είναι κακό γιατρέ μου;Λευτέρη…

Λευτέρη (Φωνάζει στο Λευτέρη Βογιατζή που ανεβασμένος πάνω στο παπί του χαζεύει τις βιτρίνες της Πατριάρχου Ιωακείμ…)

Λ.Β.: Α…Αλίκη…Δεν σε γνώρισα…Καλέ άρχισα να έχω μυωπία…

– Να πας να κοιταχτείς… (Γέλιο) Χρυσό μου…(Του πιάνει τρυφερά το μάγουλο) Εσένα σε αγαπάω πολύ…Το ξέρεις ε;

Λ.Β.: Κι εγώ σε αγαπάω Αλίκη- Και ξέρεις ότι σε περιμένω…

Λ.Β: Μη με τσακίζεις τώρα…

– Εγώ αλήθεια σου λέω…

Λ.Β.: Θα ‘ρθω…θα ‘ρθω…Πάω τώρα γιατί με περιμένουν κι έχω αργήσει…

– Να προσέχεις χρυσό μου…

( Ο Λ. Β. φεύγει. Γλυστράει με το μηχανάκι δίπλα σε ένα σταθμευμένο αυτοκίνητο. Του παίρνει τον καθρέφτη. Κάπου κάποιος φωνάζει δυνατά « Πρόσεχε μαλάκα». Η Αλίκη βάζει τα γέλια.).

Αυτός ο άνθρωπος είναι τεράστιο ταλέντο… αλλά μην το πεις πουθενά… αυτός ο αληθινά τρελός….

(Χτυπάει το τηλέφωνο πάλι. Το απενεργοποιεί.)

– Είπα αύριο… το αύριο είναι αύριο… δεν αλλάζει

( Την πλησιάζει ένα αγοράκι με χαρτομάντηλα. Του δίνει ένα πεντακοσάρικο.)

– Να πας να φας λουκουμάδες… εντάξει;

( Ο μικρός της βγάζει τη γλώσσα και χάνεται τρέχοντας στην Καψάλη.

Από τη βεράντα της Λούλας

Αναγνωστάκη και του Γιώργου Χειμωνά ακούγεται Nina Simone “ Wild is the wind”. )

– Ξέρεις τι θα ήθελα τώρα;

– Τί;- Να ήξερα πραγματικά πόσο διαρκεί ένα αύριο…

– Μόνο εσύ μπορείς να απαντήσεις Αλίκη Βουγιουκλάκη

( Στέκεται μπροστά σε μια βιτρίνα. Κοιτάει πάλι το είδωλο αντικατοπτριζόμενο.)

– Πρώτη φορά στη ζωή μου δεν έχω αποφασίσει ακόμα τι ρόλο θα παίξω του χρόνου…

– Καλά εσύ δεν έλεγες…

– Θα ξεκουραστώ…Ναι αλλά..

– Να πας το ταξίδι…

– Ναι…( Χαμογελάει).

Να έρθω απόψε να κοιμηθώ σπίτι σου;

– Στο υπόγειο;

– Στο υπόγειο…


Manos Lambrakis.
Κάλι Παπαχρήστου

Διαβάστε επίσης:

Share:

The New You

Στοιχεία Επικοινωνίας

Βρείτε μας στα Social Media:

Αφήστε μας ένα μήνυμα