Πώς εκδηλώνεται η νόσος της κατάθλιψης στον άνθρωπο και ποια τα αίτιά της; Σε ποιες περιπτώσεις βοηθά η ψυχοθεραπεία και σε ποιες χρειάζεται φαρμακευτική αγωγή; Πώς μπορεί να βοηθήσει το στενό περιβάλλον του ατόμου; Απαντήσεις για μια ιδιαίτερη νόσο.
«Δεν έχω όρεξη να βγω σήμερα, έχω τις μαύρες μου, μάλλον έχω κατάθλιψη». Μπορεί η… επίκληση της κατάθλιψης στην καθημερινότητα να γίνεται με αρκετή ευκολία από τον οποιονδήποτε (ακόμα και για πλάκα πολλές φορές), όμως η πραγματική κατάθλιψη, αυτή που οδηγεί κόσμο μέχρι και την αυτοκτονία, κάθε άλλο παρά εύκολη υπόθεση είναι. Τόσο το άτομο που νοσεί, όσο και οι γύρω του βασανίζονται ψυχικά και σωματικά για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν ακολουθείται η απαραίτητη διαδικασία ο Γολγοθάς είναι ακόμα μεγαλύτερος.
Μία ιδιαίτερη νόσος
Η κατάθλιψη είναι μία από τις πιο διαδεδομένες ψυχικές παθήσεις της εποχής. Μάλιστα σύμφωνα με πρόσφατα στατιστικά στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας τα ποσοστά της είναι τόσο υψηλά που κυμαίνονται από 15 έως 20%. Ο όρος της κατάθλιψης συνδέεται στενά με αυτόν της μελαγχολίας. Όχι άδικα, αφού οι δύο αυτοί όροι είναι κατά κάποιον τρόπο συγγενικοί. Η διαφορά είναι ότι η μελαγχολία αποτελεί μια απολύτως φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού. Όλα τα συναισθήματα, τόσο τα ευχάριστα, όσο και τα δυσάρεστα είναι μέρος της ζωής μας, για αυτό και είναι αναπόφευκτο να αισθανόμαστε κατά περιόδους απογοητευμένοι ή στενοχωρημένοι. Σε τέτοιες περιπτώσεις μιλάμε για τη φυσιολογική θλίψη, κάτι το οποίο διαφέρει από αυτό που ονομάζουμε κατάθλιψη.
Η παθολογική μελαγχολία πάντως, αυτή η οποία δεν είναι «της στιγμής» αποτελεί σε κάθε περίπτωση έναν τύπο κατάθλιψης και μάλιστα σοβαρό. «Σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει μια έντονη ψυχοκινητική επιβράδυνση και ένα βαθύ καταθλιπτικό συναίσθημα. Η μελαγχολία είναι ένας τύπος κατάθλιψης και μάλιστα έχει ιδιαίτερη βαρύτητα η κατάθλιψη με μελαγχολικό χαρακτήρα», επισημαίνει ο κ. Στράτος Λαμπούσης, Ψυχίατρος.
Τα συμπτώματά της
Πώς λοιπόν εκδηλώνεται η κατάθλιψη; Οπωσδήποτε θα πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι πρόκειται για μια εξαιρετικά περίπλοκη ασθένεια, για αυτό και τα συμπτώματά της μπορεί να εκδηλώνονται διαφορετικά στο κάθε άτομο. Οι διαταραχές του ύπνου είναι ένα από τα πιο συχνά συμπτώματα της. Σε κάποιες περιπτώσεις αυτές μπορούν να εκδηλωθούν με αϋπνία, ενώ σε άλλες με υπερυπνία. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και με τις διατροφικές διαταραχές, οι οποίες είναι επίσης ένα από τα συμπτώματα της κατάθλιψης. Για αυτό σε κάποιους ασθενείς παρατηρείται σημαντική αύξηση του βάρους τους, ενώ σε άλλους μείωση.
Όπως αναφέρει η κ. Γεωργία Καραγιάννη, συστημική Ψυχοθεραπεύτρια «μερικά ακόμη συμπτώματα της ασθένειας σύμφωνα με την ταξινόμηση της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας είναι η διαταραχή της διάθεσης (δυσθυμία), η ανηδονία, δηλαδή η έντονη ελάττωση του ενδιαφέροντος ή της ευχαρίστησης σε όλες ή σχεδόν σε όλες τις δραστηριότητες, η αίσθηση ανικανότητας και απελπισίας και η κόπωση ή η απώλεια ενεργητικότητας. Επίσης, το άτομο συχνά κάνει γενικότερα αρνητικές σκέψεις για τη ζωή στις οποίες μπορεί να περιλαμβάνονται υποτροπιάζουσες σκέψεις θανάτου ή ακόμη και αυτοκτονικός ιδεασμός».
Ωστόσο, είναι πολύ σημαντικό να εξακριβώσει κανείς, ότι τα συμπτώματα αυτά δεν οφείλονται σε κάποιον εξωτερικό παράγοντα. Όπως μας είπε και η κ. Καραγιάννη, «υπάρχουν ασθένειες, όπως ο υποθυροειδισμός ή διάφορα φάρμακα που μπορούν να προκαλέσουν τα παραπάνω συμπτώματα, για αυτό θα πρέπει να εξεταστούν όλοι οι πιθανοί παράγοντες των συμπτωμάτων»
Κατάθλιψη, κληρονομικότητα, ηλικία και φύλο
Η κατάθλιψη σχετίζεται άμεσα με την κληρονομικότητα. Σύμφωνα με τον κ. Λαμπούση, άτομα τα οποία έχουν στενούς συγγενείς με κατάθλιψη έχουν τριπλάσια πιθανότητα να νοσήσουν. Όσον αφορά την ηλικία και το φύλο πάντως, η κατάθλιψη είναι μια ασθένεια που δεν κάνει διακρίσεις.
Οι ασθενείς μπορεί να είναι άνδρες και γυναίκες όλων των ηλικιών, ακόμη και μικρά παιδιά. Στις περιπτώσεις των παιδιών θα πρέπει βέβαια να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί, ώστε να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα όσο το δυνατόν πιο αναίμακτα και να συνεχίσουν φυσιολογικά τη ζωή τους. «Συχνά τα παιδιά με κατάθλιψη λένε πως δεν ενδιαφέρονται ή πως δε νοιάζονται για τίποτα. Η θλίψη όμως είναι εμφανής στο πρόσωπό τους. Σε περιπτώσεις εφήβων με κατάθλιψη, αυτή συχνά εκδηλώνεται μέσα από έντονα παραβατική συμπεριφορά», αναφέρει η κ. Καραγιάννη.
Όσον αφορά πάντως την συχνότητα εμφάνισης της νόσου σε κάθε φύλο ο κ. Λαμπούση σχολιάζει: «Είναι σημαντικό ότι οι γυναίκες σε σχέση με τους άντρες έχουν διπλάσια συχνότητα εμφάνισης κατάθλιψης. Μάλιστα, από μια ηλικία και μετά με την εκφύλιση του γυναικείου οργανισμού και την αλλαγή του ορμονικού περιβάλλοντος μπορεί να είναι πιο ευαίσθητες στο να νοσήσουν». Αρκετά συχνή επίσης σύμφωνα με τον κ. Λαμπούση είναι η η εμφάνιση της νόσου ως πρώτο σύμπτωμα σε ασθενείς με άνοια. «Πριν αρχίσει κάποιος εμφανώς να ξεχνάει πράγματα, εμφανίζει πρώτα μια εικόνα απόσυρσης η οποία μοιάζει αρκετά με την κατάθλιψη», αναφέρει σχετικά.
Κατάθλιψη και οικονομική κατάσταση
Αν και η κατάθλιψη είναι σαφέστατα μια πάθηση βιολογικού χαρακτήρα επηρεάζεται αρκετά και από καταστάσεις οι οποίες αφορούν ψυχοκοινωνικούς παράγοντες, όπως η φτώχια και η ανεργία. “Σε αρκετές έρευνες, έχει παρατηρηθεί ότι όταν η κοινωνικο-οικονομική κατάσταση είναι κακή, αυξάνεται παράλληλα και η συχνότητα εμφάνισης κατάθλιψης”, παρατηρεί ο κ. Λαμπούσης. Παρ’ όλα αυτά στην Ελλάδα, η επιστημονική κοινότητα δεν έχει καταλήξει στο κατά πόσο η οικονομική κρίση έχει επηρεάσει άμεσα τα ποσοστά εμφάνισης κατάθλιψης και αυτοκτονικών τάσεων. «Αποτελεί ένα φαινόμενο σε εξέλιξη, δεν έχουμε δει ακόμα πλήρως που θα φτάσει», αναφέρει σχετικά ο κ. Λαμπούσης.
Η θεραπεία της νόσου
Για την αντιμετώπιση του προβλήματος είναι σίγουρα πολύ σημαντική η συμβουλή κάποιου ειδικού. «Οι θεραπείες είναι φαρμακολογικές, ψυχοθεραπευτικές, συνδυασμός ψυχοθεραπευτικών και φαρμακολογικών, ενώ σε ανθεκτικές περιπτώσεις μπορεί κατ’ επιλογή να χρησιμοποιηθεί μέχρι και ηλεκτροσπασμοθεραπεία, η οποία αν και δεν χρησιμοποιείται συχνά είναι η πιο αποτελεσματική», αναφέρει ο κ. Λαμπούσης, «έχει περίπου ενενήντα τις εκατό επιτυχία στις περιπτώσεις, ενώ τα αντικαταθληπτικά απαντούν σε ένα ποσοστό της τάξης του εξήντα με εβδομήντα. Βέβαια δεν είναι για να χρησιμοποιείται συχνά, γιατί υπάρχουν αρκετοί κίνδυνοι».
Σε ποιες περιπτώσεις κρίνεται απαραίτητη η χορήγηση φαρμάκων; «Χορηγούμε φάρμακα όταν ο ασθενής έχει συγκεκριμένη βαρύτητα πάθησης και συγκεκριμένα συμπτώματα, δηλαδή υπάρχει διάγνωση της κατάθλιψης. Αν είναι ήπια ή πολύ μέτριας έντασης μπορεί να αντιμετωπιστεί και με ψυχοθεραπεία. Αν κάποιος έχει ήπια συμπτώματα, τα οποία δεν του προκαλούν μεγάλη δυσλειτουργία στην καθημερινότητά του, μπορεί να αντιμετωπιστεί και μόνο ψυχοθεραπευτικά», λέει σχετικά.
Για την ψυχοθεραπεία μέσω της μεθόδου της συστημικής θεώρησης, η κ. Καραγιάννη επισημαίνει: «Η συστημική θεώρηση αξιοποιεί τη δυναμική του θυμού για να κατανοήσει την κατάθλιψη που ακινητοποιεί έναν υπεύθυνο άνθρωπο. Έναν άνθρωπο που βιώνει ματαίωση και που εμφανίζοντας το σύμπτωμα της κατάθλιψης αναζητά έναν νέο τρόπο να υπάρξει ευχαριστιακά στη ζωή του» και προσθέτει: « Αυτή η θεώρηση αντιμετωπίζει το σύμπτωμα της κατάθλιψης ως αφετηρία για αλλαγή, για αυτό και αξιοποιεί όχι την ψυχοπαθολογία αλλά τις υγιείς δυνάμεις που υπάρχουν σε κάθε άνθρωπο και στο περιβάλλον του».
Όσον αφορά την πρόοδο της επιστήμης στην αντιμετώπιση της νόσου ο κ. Λαμπούσης αναφέρει πως τόσο τα παλαιότερα αντικαταθλιπτικά, όσο και τα σημερινά δεν έχουν διαφορετική επίδραση, απλά τα πιο σύγχρονα προκαλούν λιγότερες παρενέργειες. «Ουσιαστικά ανέκαθεν τα αντικαταθλιπτικά είχαν ως στόχο τους νευροδιαβιβαστές του εγκεφάλου και την επάρκεια ή ανεπάρκειά τους. Οι θεραπείες δεν έχουν αλλάξει, αυτό που έχει αλλάξει είναι οι παρενέργειες, οι οποίες στα νεώτερα είναι πολύ πιο ήπιες», επισημαίνει.
Μιλώντας για παρενέργειες ο κ. Λαμπούσης τονίζει πως όσοι πάσχουν από κατάθλιψη και ακολουθούν θεραπεία θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί, καθώς όλα τα φάρμακα έχουν μεταξύ τους συνεργίες. «Σε άτομα που παίρνουν παράλληλα αντιπηκτικά, πιθανώς τα αντικαταθλιπτικά να αυξήσουν την αιμορραγική διάθεση. Με άλλα φάρμακα τα οποία μεταβολίζονται στο συκώτι, τα αντικαταθλιπτικά μπορούν να αλλάξουν την βιοδιαθεσιμότητα των φαρμάκων αυτών, με αποτέλεσμα να υπάρξουν τοξικότητες», τονίζει ο ίδιος.
Τέλος, ο χρόνος θεραπείας δεν διαφέρει από την διάρκεια ενός μέσου καταθλιπτικού επεισοδίου, δηλαδή έξι με οκτώ μήνες. Όμως, σύμφωνα με τον κ. Λαμπούση, όταν έχουμε να κάνουμε με μια υποτροπιάζουσα κατάθλιψη, η οποία επιπλέκεται με ψυχωτικά συμπτώματα ή αυτοκτονικότητα, τότε σαφώς και παρατείνεται η διάρκεια της θεραπείας. «Υπάρχουν άνθρωποι που μπορεί να λαμβάνουν θεραπεία εφ΄ όρου ζωής, θεραπεία συντήρησης δηλαδή για να μην υπάρξει υποτροπή. Η διακοπή της θεραπείας είναι ρίσκο, μιας και οι υποτροπές μπορεί να είναι πολύ έντονες», λέει.
Πώς να βοηθήσω κάποιον που πάσχει από κατάθλιψη;
Όταν κάποιος έχει κατάθλιψη δείχνει πως θέλει να απομονωθεί από το κοινωνικό του περιβάλλον. Ωστόσο, τη συγκεκριμένη περίοδο έχει ανάγκη τη βοήθεια των γύρω του περισσότερο από ποτέ. Εξαιρετικά σημαντικός είναι ο ρόλος της οικογένειας, ενώ η στάση που θα κρατήσει το οικογενειακό του περιβάλλον απέναντι στο πρόβλημα είναι καθοριστική. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, αν αναλογιστεί κανείς ότι σε αρκετές περιπτώσεις ένα ψυχικό νόσημα στην οικογένεια αντιμετωπίζεται με ντροπή και οι οικογένειες αποφεύγουν να απευθυνθούν σε ειδικό με τον φόβο του «τι θα πει ο κόσμος».
Η κ. Καραγιάννη αναφέρει πως, «όταν ένας άνθρωπος παρουσιάζει συμπτώματα καταθλιπτικής διάθεσης, χρειάζεται να μην αντιμετωπιστεί ως ασθενής από το περιβάλλον του, καθώς αυτό θα τον κάνει να αισθανθεί ένοχος. Καλό θα ήταν, ο ίδιος και η οικογένειά του-εφόσον αυτό είναι εφικτό –να επισκεφτούν έναν οικογενειακό ψυχοθεραπευτή, ώστε να μπορέσουν να καταλάβουν τι σημαίνει το σύμπτωμα, αλλά και ποιες προσωπικές και οικογενειακές εμπλοκές καταδεικνύει».
«Ο κοινωνικός και οικογενειακός περίγυρος θα πρέπει να βοηθήσει τους ανθρώπους που πάσχουν και να μην τους κριτικάρει αρνητικά», τονίζει ο κ. Λαμπούσης, «Η κατάθλιψη είναι νόσος, δεν είναι χαρακτηρολογικό ελλάτωμα. Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια ολοένα και περισσότερος κόσμος κατανοεί την σοβαρότητα τις κατάθλιψης και αναζητά βοήθεια».
των Μάριελ Μπόμπα, Νικόλα Γεωργιακώδη
Πηγή:in2life.gr
Photo cover:pixabay.com/Gordon Johnson