Η Τζόις εξεπλάγη κάπως, μα το έκρυψε γρήγορα.
«Με μεγάλη μου χαρά, μις Μαρπλ», είπε. «Νόμιζα ότι δε θα θέλετε να παίξετε».
«Εμένα μου φαίνεται πολύ ενδιαφέρον», είπε η μις Μαρπλ, «ειδικά μιας και είναι παρόντες τόσοι έξυπνοι κύριοι. Εγώ, δυστυχώς,
δεν είμαι έξυπνη, μα όταν έχει ζήσει κανείς τόσα χρόνια στο Σεντ
Μέρι Μιντ αποκτά βαθιά γνώση της ανθρώπινης φύσης».
«Είμαι βέβαιος ότι η συμβολή σας θα είναι ιδιαίτερα πολύτιμη»,
είπε με αβροφροσύνη ο σερ Χένρι.
«Ποιος θα ξεκινήσει;» είπε η Τζόις.
«Μου φαίνεται ότι γι’ αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία», είπε ο δρ Πέντερ, «από τη στιγμή που έχουμε τη μεγάλη καλοτυχία να βρίσκεται
μαζί μας ένας άνθρωπος τόσο διακεκριμένος όσο ο σερ Χένρι…»
Άφησε την πρόταση ατελείωτη κι έκανε μια ευγενική υπόκλιση προς τον σερ Χένρι.
Ο τελευταίος έμεινε σιωπηλός για ένα-δυο λεπτά.
Στο τέλος αναστέναξε, σταύρωσε ξανά τα πόδια και ξεκίνησε:
«Δυσκολεύομαι λίγο να διαλέξω αυτό ακριβώς που θέλετε, αλλά νομίζω, τελικά, ότι γνωρίζω ένα παράδειγμα που ταιριάζει ορθότατα σε αυτές τις προϋποθέσεις. Μπορεί να είδατε κάποια αναφορά στην εν λόγω υπόθεση στις εφημερίδες πριν από έναν χρόνο. Εκείνη την εποχή μπήκε στην άκρη ως άλυτο μυστήριο, μα τελικά η λύση έφτασε στα χέρια μου πριν από μερικές ημέρες.
»Τα γεγονότα είναι πολύ απλά. Τρεις άνθρωποι κάθισαν να δειπνήσουν και, μεταξύ άλλων, έφαγαν αστακό από κονσέρβα. Αργότερα μέσα στη νύχτα και οι τρεις ένιωσαν άσχημα. Εκλήθη εσπευσμένα ένας γιατρός. Τα δύο άτομα συνήλθαν, το τρίτο πέθανε».
«Μάλιστα!» είπε ο Ρέιμοντ επιδοκιμαστικά.
«Όπως είπα, τα ίδια τα γεγονότα ήταν απλούστατα. Θεωρήθηκε ότι ο θάνατος επήλθε λόγω δηλητηρίασης από πτωμαΐνη, εκδόθηκε πιστοποιητικό θανάτου και το θύμα ετάφη κανονικά. Τα
πράγματα, όμως, δεν έμειναν εκεί».
Η μις Μαρπλ κούνησε το κεφάλι.
«Φαντάζομαι πως ο κόσμος άρχισε να μιλά», είπε. «Συνήθως έτσι γίνεται».
«Και τώρα πρέπει να περιγράψω τους πρωταγωνιστές του μικρού αυτού δράματος. Το ζευγάρι θα το αποκαλέσω κύριο και κυρία Τζόουνς, και τη βοηθό της συζύγου, δεσποινίδα Κλαρκ. Ο κύριος Τζόουνς ταξίδευε για μια φαρμακευτική εταιρεία. Ήταν ευπαρουσίαστος άνδρας με τρόπο κάπως τραχύ, παραφορτωμένο, γύρω στα πενήντα. Η σύζυγός του ήταν μια γυναίκα κάπως κοινότοπη, γύρω στα σαράντα πέντε. Η βοηθός, η δεσποινίς Κλαρκ, ήταν μια εύρωστη και χαρωπή εξηντάρα με κατακόκκινο πρόσωπο που
έλαμπε. Θα μπορούσαμε να πούμε πως κανείς τους δεν ήταν πολύ ενδιαφέρων.
»Το πρόβλημα, τώρα, ξεκίνησε πολύ περίεργα. Ο κύριος Τζόουνς είχε περάσει την προηγούμενη νύχτα σε ένα μικρό εμπορικό ξενοδοχείο στο Μπέρμιγχαμ. Εκείνη τη μέρα έτυχε να έχουν μόλις αλλάξει το στυπόχαρτο στο μπλοκ και η καμαριέρα, μιας και καθώς φαίνεται δεν είχε κάτι καλύτερο να κάνει, βάλθηκε να κοιτά προσεκτικά το στυπόχαρτο στον καθρέφτη λίγο αφού ο κύριος Τζόουνς είχε γράψει ένα γράμμα. Λίγες μέρες αργότερα εμφανίστηκε μια αναφορά στις εφημερίδες γύρω από τον θάνατο της κυρίας Τζόουνς ως αποτέλεσμα κατανάλωσης αστακού από κονσέρβα, και τότε η καμαριέρα μετέφερε στο υπόλοιπο υπηρετικό προσωπικό τις λέξεις που είχε διακρίνει στο στυπόχαρτο. Ήταν οι εξής:
Εξαρτώμαι απόλυτα από τη σύζυγό μου… όταν πεθάνει θα… εκατοντάδες χιλιάδες…
»Ίσως θυμάστε ότι πρόσφατα δημοσιεύτηκε η υπόθεση δηλητηρίασης μιας γυναίκας από τον σύζυγό της. Δε χρειάστηκε πολύ,
λοιπόν, για να πάρει φωτιά η φαντασία κάθε καμαριέρας. Ο κύριος
Τζόουνς είχε σχεδιάσει να βγάλει από τη μέση τη γυναίκα του και
να κληρονομήσει εκατοντάδες χιλιάδες λίρες! Μία από τις καμαριέρες έτυχε να έχει συγγενείς που ζούσαν στην κωμόπολη στην οποία κατοικούσε το ζεύγος Τζόουνς. Τους έγραψε κι εκείνοι με
τη σειρά τους της απάντησαν. Όλα έδειχναν πως ο κύριος Τζόουνς είχε στρέψει την προσοχή του στην κόρη του γιατρού της περιοχής, μια χαριτωμένη τριαντατριάχρονη νεαρή. Άρχισε να ψιθυρίζεται το σκάνδαλο. Ζητήθηκε η παρουσία του Υπουργού Εσωτερικών, ενώ η Σκότλαντ Γιαρντ κατακλύστηκε από ανώνυμα γράμματα που κατηγορούσαν τον κύριο Τζόουνς για τη δολοφονία της
συζύγου του. Εγώ μπορώ να σας πω ότι δε θεωρήσαμε ούτε για
μια στιγμή ότι υπήρχε κάποια αλήθεια σε όλα αυτά, ήταν μόνο κουβέντες και κουτσομπολιά των άεργων του χωριού. Ωστόσο, για να κατευναστεί η κοινή γνώμη, δόθηκε εντολή εκταφής. Ήταν μια υπόθεση κοινής προκατάληψης, η οποία δεν είχε την παραμικρή σταθερή βάση, και η οποία αποδείχθηκε απροσδόκητα δικαιολογημένη. Μετά τη νεκροτομή βρέθηκε τόσο αρσενικό ώστε να καταστεί απόλυτα σαφές ότι η γυναίκα είχε δηλητηριαστεί. Έτσι, ανατέθηκε στη Σκότλαντ Γιαρντ να συνεργαστεί με τις τοπικές αρχές
για να αποδείξει πώς είχε χορηγηθεί το αρσενικό και από ποιον».
«Τέλεια!» είπε η Τζόις. «Μου αρέσει αυτό. Μια πραγματική υπόθεση!»
«Όπως ήταν φυσικό, οι υποψίες έπεσαν στον σύζυγο. Είχε ωφεληθεί από τον θάνατο της γυναίκας του. Όχι στον βαθμό των εκατοντάδων χιλιάδων που τόσο ρομαντικά είχε φανταστεί η καμαριέρα του ξενοδοχείου, αλλά με το ιδιαίτερα στιβαρό ποσό των οκτώ χιλιάδων λιρών. Δεν είχε δικά του χρήματα, με εξαίρεση αυτά που
κέρδιζε, και ήταν άνθρωπος με κάπως εκκεντρικές συνήθειες και αδυναμία στη γυναικεία συντροφιά. Ερευνήσαμε όσο πιο διακριτικά γινόταν τη φήμη της σχέσης με την κόρη του γιατρού· μα παρ’ ότι έδειχνε ξεκάθαρο ότι κάποτε είχε υπάρξει ανάμεσά τους στενή φιλία, πριν από δύο μήνες είχε σημειωθεί μια ιδιαίτερα απότομη ρήξη και φαίνεται ότι δεν είχαν ξανασυναντηθεί έκτοτε.
“Τα δεκατρία προβλήματα”, εκδόσεις Ψυχογιός, απόσπασμα
Photo cover:pixabay.com/PIRO4D