Έχετε διαβάσει ποτέ ένα κείμενο στο ίντερνετ για πάνω από 20 λεπτά; Κατά πάσα πιθανότητα όχι. Αυτό που ακολουθεί, πιστεύουμε αξίζει τον χρόνο σας. 

Από τη στιγμή που γεννιόμαστε, εμείς οι άνθρωποι αισθανόμαστε μια ακόρεστη ανάγκη για προσοχή. Είμαστε κοινωνικά ζώα μέχρι το μεδούλι μας. Η επιβίωση και η ευτυχία μας εξαρτώνται από τους δεσμούς που δημιουργούμε με τους άλλους. Αν οι άνθρωποι δεν μας δίνουν προσοχή, δεν μπορούμε να συνδεθούμε μαζί τους σε κανένα επίπεδο. Μερικά από αυτά τα επίπεδα είναι καθαρά σωματικά – πρέπει να έχουμε ανθρώπους να μας κοιτάζουν για να νιώθουμε ζωντανοί. Όπως μπορούν να βεβαιώσουν όσοι έχουν περάσει μεγάλες περιόδους απομόνωσης, χωρίς βλεμματική επαφή αρχίζουμε να αμφισβητούμε την ύπαρξή μας και να πέφτουμε σε βαθιά κατάθλιψη.

Αλλά αυτή η ανάγκη είναι επίσης βαθιά ψυχολογική: μέσω της ποιότητας της προσοχής που λαμβάνουμε από τους άλλους, αισθανόμαστε ότι μας αναγνωρίζουν και μας εκτιμούν γι’ αυτό που είμαστε, πράγμα από το οποίο εξαρτάται το αίσθημα της αυτοεκτίμησης. Επειδή είναι τόσο σημαντικό για το ανθρώπινο ζώο, οι άνθρωποι θα κάνουν σχεδόν τα πάντα για να τραβήξουν την προσοχή, ακόμα και να διαπράξουν έγκλημα ή απόπειρα αυτοκτονίας. Κοιτάξτε πίσω από σχεδόν οποιαδήποτε ενέργεια και θα δείτε αυτή την ανάγκη ως πρωταρχικό κίνητρο.

Ωστόσο, προσπαθώντας να ικανοποιήσουμε τη δίψα μας για προσοχή, αντιμετωπίζουμε ένα αναπόφευκτο πρόβλημα: η προσοχή που υπάρχει γύρω μας είναι πεπερασμένη. Στην οικογένεια πρέπει να ανταγωνιστούμε με τα αδέλφια μας, στο σχολείο με συμμαθητές, στη δουλειά με συναδέλφους. Οι στιγμές που αισθανόμαστε ότι μας αναγνωρίζουν και μας εκτιμούν είναι φευγαλέες. Οι άνθρωποι σε μεγάλο βαθμό αδιαφορούν για τη μοίρα μας, καθώς έχουν να αντιμετωπίσουν τα δικά τους προβλήματα. Υπάρχουν ακόμα και κάποιοι που είναι εντελώς εχθρικοί και δεν μας σέβονται. Πώς αντιμετωπίζουμε εκείνες τις στιγμές που αισθανόμαστε ψυχολογικά μόνοι μας, ή ακόμα και εγκαταλελειμμένοι; Μπορούμε να διπλασιάσουμε τις προσπάθειές μας να τραβήξουμε την προσοχή και να μας προσέξουν, αλλά κάτι τέτοιο ίσως εξαντλήσει την ενέργειά μας και συχνά έχει το αντίθετο αποτέλεσμα – οι άνθρωποι που προσπαθούν υπερβολικά φαίνονται απελπισμένοι και απωθούν την προσοχή που επιθυμούν. Δεν γίνεται να βασιζόμαστε διαρκώς στους άλλους για να αισθανόμαστε επιβεβαίωση, κι όμως ακριβώς αυτό λαχταρούμε.

Αντιμετωπίζοντας αυτό το δίλημμα από την πρώιμη παιδική ηλικία, οι περισσότεροι από εμάς καταλήγουμε σε μια λύση που λειτουργεί αρκετά καλά: δημιουργούμε έναν εαυτό, μια εικόνα του εαυτού μας που μας παρηγορεί και μας κάνει να νιώθουμε αναγνώριση εκ των έσω. Αυτός ο εαυτός αποτελείται από τα γούστα μας, τις απόψεις μας, τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τον κόσμο, τις αξίες μας. Όταν κατασκευάζουμε αυτή την αυτοεικόνα, τείνουμε να τονίζουμε τις θετικές μας ιδιότητες και να δικαιολογούμε τα ελαττώματά μας. Αν το παρατραβήξουμε θα υπάρξει πρόβλημα, γιατί αν η εικόνα μας έρχεται σε αντίθεση με την πραγματικότητα, οι άλλοι θα μας επισημάνουν τη διαφορά και τότε θα αμφισβητήσουμε τον εαυτό μας.

Αλλά αν γίνει σωστά, στο τέλος θα έχουμε έναν εαυτό που μπορούμε να αγαπάμε και να τιμούμε. Η ενέργειά μας στρέφεται προς τα μέσα. Εμείς γινόμαστε το κέντρο της προσοχής μας. Όταν βιώνουμε τις αναπόφευκτες στιγμές της μοναξιάς και της έλλειψης εκτίμησης, μπορούμε να αποτραβηχτούμε σε αυτόν τον εαυτό και να παρηγορηθούμε. Αν έχουμε στιγμές αμφιβολίας και κατάθλιψης, η αγάπη προς τον εαυτό μας μας βοηθάει να σηκωθούμε, μας κάνει να νιώθουμε άξιοι, ακόμα και ανώτεροι από τους άλλους. Αυτή η αυτοεικόνα λειτουργεί σαν θερμοστάτης, βοηθώντας μας να ρυθμίσουμε τις αμφιβολίες και τις ανασφάλειές μας. Δεν είμαστε πλέον εντελώς εξαρτημένοι από την προσοχή και την αναγνώριση των άλλων. Έχουμε αυτοεκτίμηση.

Αυτή η ιδέα μπορεί να φαίνεται περίεργη. Γενικά θεωρούμε την αυτοεικόνα εντελώς δεδομένη, όπως τον αέρα που αναπνέουμε. Λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό ασυνείδητα. Δεν αισθανόμαστε, ούτε βλέπουμε τον θερμοστάτη την ώρα που λειτουργεί. Ο καλύτερος τρόπος για να δείτε κυριολεκτικά αυτή τη δυναμική είναι να κοιτάξετε εκείνους που δεν έχουν συνεκτική αίσθηση του εαυτού τους – ανθρώπους που θα ονομάσουμε βαθιά ναρκισσιστές.

Κατά την οικοδόμηση ενός εαυτού που μπορούμε να εμπιστευτούμε και να αγαπήσουμε, η κρίσιμη ηλικία ανάπτυξης είναι ανάμεσα στα δύο και τα πέντε έτη. Καθώς σταδιακά αποχωριζόμαστε από τη μητέρα μας, ερχόμαστε αντιμέτωποι με έναν κόσμο από τον οποίο δεν μπορούμε να αντλήσουμε άμεση ικανοποίηση. Έχουμε επίσης συνειδητοποιήσει ότι είμαστε μόνοι, κι όμως εξαρτιόμαστε από τους γονείς μας για να επιβιώσουμε. Η απάντησή μας σε αυτή την πραγματικότητα είναι να ταυτιστούμε με τις καλύτερες ιδιότητες των γονιών μας –τη δύναμή τους, την ικανότητά τους να μας παρηγορούν– και να ενσωματώσουμε αυτές τις ιδιότητες στον εαυτό μας. Εάν οι γονείς μας μας ενθαρρύνουν στις πρώτες προσπάθειές μας για ανεξαρτησία, εάν επιβεβαιώσουν την ανάγκη μας να αισθανθούμε ισχυροί και αναγνωρίσουν τις μοναδικές μας ιδιότητες, τότε η εικόνα μας ριζώνει και σιγά σιγά μπορούμε να την αξιοποιήσουμε. Οι βαθιά ναρκισσιστές έχουν βιώσει μια απότομη ρήξη σε αυτή τη διαδικασία της πρώιμης ανάπτυξης, κι έτσι δεν καταφέρνουν ποτέ να οικοδομήσουν μια συνεπή και ρεαλιστική αίσθηση του εαυτού.

Η μητέρα τους ή ο πατέρας τους ίσως ήταν οι ίδιοι βαθιά ναρκισσιστές, πολύ εγωκεντρικοί για να αναγνωρίσουν την ύπαρξη του παιδιού, να ενθαρρύνουν τις πρώτες προσπάθειές του για ανεξαρτησία. Ή, αντίθετα, ήταν παρεμβατικοί: εμπλέκονταν υπερβολικά στη ζωή του παιδιού, το έπνιγαν με την προσοχή τους, το απομόνωναν από τους άλλους και ζούσαν μέσα από τις δικές του προόδους, βλέποντάς τες ως μέσο επιβεβαίωσης της δικής τους αξίας. Αυτοί οι γονείς δεν δίνουν στο παιδί χώρο για να εδραιώσει τον εαυτό του. Στο παρελθόν όλων των ναρκισσιστών αυτού του είδους βρίσκουμε είτε εγκατάλειψη είτε υπερεμπλοκή. Το αποτέλεσμα είναι ότι δεν έχουν εαυτό για να καταφύγουν, δεν έχουν βάση για αυτοεκτίμηση και εξαρτώνται απόλυτα από την προσοχή που καταφέρνουν να αποσπάσουν από άλλους για να νιώσουν ζωντανοί και άξιοι.

Στη διάρκεια της παιδικής ηλικίας, αν αυτοί οι ναρκισσιστές είναι εξωστρεφείς, μπορούν να λειτουργήσουν αρκετά καλά, ακόμα και να διακριθούν. Γίνονται μάστορες στο να προσελκύουν το ενδιαφέρον και να μονοπωλούν την προσοχή των άλλων. Φαίνονται συναρπαστικοί, γεμάτοι ζωντάνια. Σε ένα παιδί, τέτοιες ιδιότητες μπορεί να θεωρηθούν ένδειξη μελλοντικής κοινωνικής επιτυχίας. Αλλά κάτω από την επιφάνεια, αυτά τα παιδιά εθίζονται επικίνδυνα στο να προσελκύουν την προσοχή των άλλων για να αισθάνονται ολοκληρωμένα και άξια. Αν είναι εσωστρεφείς, θα αποτραβηχτούν σε μια φανταστική ζωή, πλάθοντας έναν εαυτό πολύ ανώτερο από τους άλλους. Δεδομένου ότι δεν θα έχουν επιβεβαίωση αυτής της αυτοεικόνας από τους άλλους επειδή δεν είναι ρεαλιστική, θα βιώνουν στιγμές μεγάλης αμφιβολίας, ακόμα και μίσους προς τον εαυτό τους. Κατ’ αυτούς είναι είτε θεοί είτε σκουλήκια. Και επειδή δεν διαθέτουν συνεκτικό πυρήνα, μπορούν να φανταστούν ότι είναι οποιοσδήποτε, κι έτσι οι φαντασιώσεις τους θα συνεχίσουν να αλλάζουν καθώς κάθε φορά θα προσπαθούν να εδραιώσουν μια νέα προσωπικότητα.

Για τους βαθιά ναρκισσιστές, ο εφιάλτης γενικά έρχεται στα είκοσι και στα τριάντα τους. Δεν κατάφεραν να αναπτύξουν αυτόν τον εσωτερικό θερμοστάτη, μια συνεκτική αίσθηση ενός εαυτού που να μπορούν να τον αγαπούν και να βασίζονται σ’ αυτόν. Οι εξωστρεφείς νιώθουν την ανάγκη να προσελκύουν συνεχώς την προσοχή για να αισθάνονται ζωντανοί και άξιοι. Γίνονται πιο δραματικοί, πιο επιδεικτικοί και μεγαλομανείς, με συνέπεια να καταντούν κουραστικοί, ακόμα και αξιολύπητοι. Νιώθουν την ανάγκη να αλλάζουν διαρκώς φίλους και περιβάλλον, ώστε να έχουν κάθε φορά ένα νέο κοινό. Οι εσωστρεφείς βυθίζονται όλο και βαθύτερα σε έναν φανταστικό εαυτό. Όντας κοινωνικά αδέξιοι αλλά εκπέμποντας ανωτερότητα, τείνουν να αποξενώνουν τους ανθρώπους, αυξάνοντας την επικίνδυνη απομόνωσή τους. Και στις δύο περιπτώσεις, τα ναρκωτικά ή το αλκοόλ ή κάποια άλλη μορφή εθισμού γίνονται συχνά ένα απαραίτητο δεκανίκι που τους βοηθάει να καταπραΰνουν τις αναπόφευκτες στιγμές αμφιβολίας και κατάθλιψης.

Μπορείτε να αναγνωρίσετε τους βαθιά ναρκισσιστές από τα ακόλουθα μοτίβα συμπεριφοράς: Αν τους προσβάλουν ή τους αμφισβητήσουν, δεν έχουν καμία άμυνα, τίποτα εσωτερικό για να τους παρηγορήσει ή να επικυρώσει την αξία τους. Αντιδρούν γενικά με μεγάλη οργή και δίψα για εκδίκηση και παρουσιάζονται ως τιμητές των πάντων, γιατί αυτός είναι ο μόνος τρόπος που γνωρίζουν για να ανακουφίσουν τις ανασφάλειές τους. Σε τέτοιες μάχες, παίρνουν πάντα τη θέση του πληγωμένου θύματος, δημιουργώντας σύγχυση στους άλλους και καταφέρνοντας ακόμα και να προκαλέσουν συμπόνια. Είναι μυγιάγγιχτοι και υπερευαίσθητοι. Παίρνουν προσωπικά σχεδόν τα πάντα. Μπορεί να γίνουν παρανοϊκοί και να φαντάζονται ότι όλοι είναι εχθροί τους. Κάθε φορά που μιλάτε για κάτι που δεν τους αφορά άμεσα με κάποιον τρόπο, βλέπετε το πρόσωπό τους να παίρνει μια έκφραση αδιαφορίας ή εκνευρισμού. Γυρίζουν αμέσως τη συζήτηση στον εαυτό τους με κάποια ιστορία ή ανέκδοτο για να αποσπάσουν την προσοχή του άλλου από την ανασφάλεια που κρύβουν. Μπορεί να είναι επιρρεπείς σε εκδηλώσεις φθόνου αν δουν ότι άλλοι κλέβουν από τους ίδιους την προσοχή που πιστεύουν ότι τους αξίζει. Εμφανίζουν συχνά ακραία αυτοπεποίθηση. Αυτή τους βοηθάει πάντα να κερδίσουν την προσοχή και καλύπτει το εσωτερικό κενό και την κατακερματισμένη αίσθηση του εαυτού τους. Ουαί κι αλίμονο, όμως, αν αυτή η αυτοπεποίθηση δοκιμαστεί πραγματικά.

Όσον αφορά τους άλλους ανθρώπους της ζωής τους, οι βαθιά ναρκισσιστές έχουν μια ασυνήθιστη σχέση που είναι δύσκολο να κατανοήσουμε. Τείνουν να βλέπουν τους άλλους ως προέκταση του εαυτού τους, αυτό που είναι γνωστό ως self-object. Οι άνθρωποι υπάρχουν ως όργανα προσοχής και επιβεβαίωσης. Η επιθυμία των ναρκισσιστών είναι να τους ελέγχουν όπως ελέγχουν το χέρι ή το πόδι τους. Σε μια σχέση, σιγά σιγά θα αναγκάσουν τον/ τη σύντροφό τους να διακόψει την επαφή με τους φίλους, επειδή δεν θέλουν να υπάρχει ανταγωνισμός για την προσοχή τους.

Κάποιοι εξαιρετικά ταλαντούχοι βαθιά ναρκισσιστές καταφέρνουν να βρουν λύτρωση μέσω της δουλειάς τους, διοχετεύοντας την ενεργητικότητά τους και τραβώντας την προσοχή που επιθυμούν μέσω των επιτευγμάτων τους, αν και κατά κανόνα παραμένουν απρόβλεπτοι και ασταθείς. Ωστόσο, οι περισσότεροι βαθιά ναρκισσιστές συχνά δυσκολεύονται να επικεντρωθούν στη δουλειά τους. Εξαιτίας της έλλειψης του θερμοστάτη αυτοεκτίμησης, ανησυχούν συνεχώς για το τι σκέφτονται οι άλλοι γι’ αυτούς. Αυτό τους δυσκολεύει να εστιάσουν την προσοχή προς τα έξω για μεγάλα χρονικά διαστήματα και να αντιμετωπίσουν την ανυπομονησία και το άγχος που συνοδεύουν τη δουλειά. Αυτοί οι τύποι τείνουν να αλλάζουν αρκετά συχνά θέσεις εργασίας και σταδιοδρομία, πράγμα που αποτελεί τη χαριστική βολή: μην μπορώντας να εξασφαλίσουν γνήσια αναγνώριση μέσω των επιτευγμάτων τους, εγκλωβίζονται οριστικά στην ανάγκη τεχνητής τόνωσης μέσω της προσοχής των άλλων.

Οι βαθιά ναρκισσιστές γίνονται συχνά ενοχλητικοί και η συμπεριφορά τους μπορεί να δημιουργήσει απογοήτευση και εκνευρισμό. Μπορούν επίσης να γίνουν επιβλαβείς αν τους πλησιάσουμε πολύ. Μας εμπλέκουν στα ατελείωτα δράματά τους και μας κάνουν να νιώθουμε ένοχοι αν δεν τους προσέχουμε συνεχώς. Οι σχέσεις μας με αυτούς μας αφήνουν ανικανοποίητους, ενώ ως σύντροφοι ή σύζυγοι είναι μοιραίοι. Στο τέλος, τα πάντα πρέπει να περιστρέφονται γύρω τους. Η καλύτερη λύση σε τέτοιες περιπτώσεις είναι να αποδεσμευτούμε αμέσως μόλις αντιληφθούμε ότι είναι βαθιά ναρκισσιστές.

Υπάρχει ωστόσο μια εκδοχή αυτού του τύπου που είναι πιο επικίνδυνη και τοξική, λόγω των επιπέδων δύναμης που μπορεί να επιτύχει – ο τύπος του ναρκισσιστή ηγέτη. (Αυτός ο τύπος υφίσταται από πολύ παλιά. Στη Βίβλο, ο Αβεσσαλώμ ήταν ίσως το πρώτο καταγεγραμμένο παράδειγμα, αλλά στην αρχαία γραμματολογία βρίσκουμε συχνές αναφορές σε άλλους: Αλκιβιάδης, Κικέρων και αυτοκράτορας Νέρων, για να αναφέρουμε μόνο μερικούς.) Σχεδόν όλοι οι δικτάτορες και τυραννικοί διευθύνοντες σύμβουλοι εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία. Έχουν γενικά περισσότερες φιλοδοξίες από τον μέσο βαθιά ναρκισσιστή και για λίγο μπορούν να διοχετεύσουν αυτή την ενέργεια στη δουλειά. Γεμάτοι ναρκισσιστική αυτοπεποίθηση, προσελκύουν προσοχή και οπαδούς. Λένε και κάνουν πράγματα που άλλοι δεν τολμούν να πουν ή να κάνουν, κάτι που φαίνεται αξιοθαύμαστο και πρωτότυπο. Μπορεί να έχουν όραμα για κάποιο καινοτόμο προϊόν και επειδή εκπέμπουν τέτοια σιγουριά για τον εαυτό τους βρίσκουν ανθρώπους που τους βοηθούν να πραγματοποιήσουν το όραμά τους. Είναι εξπέρ στο να χειρίζονται τους άλλους.

Αν σημειώσουν επιτυχία, δημιουργείται μια τρομερή δυναμική – τότε ακόμα περισσότεροι άνθρωποι έλκονται από την ηγετική τους ικανότητα, πράγμα που με τη σειρά του διογκώνει τις τάσεις μεγαλομανίας τους. Όταν κάποιος τολμήσει να τους αμφισβητήσει, είναι πιο επιρρεπείς στο να ξεσπάσουν σε βαθιά ναρκισσιστική οργή. Είναι υπερευαίσθητοι. Τους αρέσει επίσης να προκαλούν διαρκώς δράματα –ως ένα μέσο για να δικαιολογήσουν τη δύναμή τους– και είναι οι μόνοι που μπορούν να λύσουν τα προβλήματα που δημιουργούν. Αυτό τους δίνει περισσότερες ευκαιρίες να βρεθούν στο επίκεντρο της προσοχής. Το κλίμα στον χώρο εργασίας δεν είναι ποτέ ήρεμο υπό τη διεύθυνσή τους.

Αρκετά συχνά γίνονται επιχειρηματίες – το χάρισμα και η ικανότητά τους να προσελκύουν οπαδούς τούς βοηθούν να ιδρύουν εταιρείες. Επίσης, πολλές φορές έχουν δημιουργικά ταλέντα. Αλλά στο τέλος η εσωτερική αστάθεια και το εσωτερικό χάος θα αντικατοπτριστούν στην εταιρεία που διευθύνουν ή στην ομάδα της οποίας ηγούνται. Δεν μπορούν να σφυρηλατήσουν μια συνεκτική δομή ή οργάνωση. Όλα πρέπει να περνούν από μέσα τους. Πρέπει να ελέγχουν τους πάντες και τα πάντα, τα self-object τους. Και αυτό το παρουσιάζουν ως αρετή –ως αυθεντικότητα και αυθορμητισμό–, όταν στην πραγματικότητα δεν είναι ικανοί να επικεντρωθούν κάπου και να δημιουργήσουν κάτι σταθερό. Τείνουν να καίνε και να καταστρέφουν ό,τι δημιουργούν.

Ας φανταστούμε τον ναρκισσισμό ως τρόπο μέτρησης των επιπέδων εγωκεντρισμού μας, σαν να μπορούσε να μετρηθεί σε μια κλίμακα από το υψηλό προς το χαμηλό. Σε κάποιο συγκεκριμένο βάθος, ας πούμε κάτω από το μέσον της κλίμακας, οι άνθρωποι μπαίνουν στο βασίλειο του βαθέος ναρκισσισμού. Άπαξ και φτάσουν σε αυτό το βάθος, είναι πολύ δύσκολο να επιστρέψουν, επειδή δεν διαθέτουν τον μηχανισμό αυτοαξιολόγησης. Οι βαθιά ναρκισσιστές γίνονται απόλυτα εγωκεντρικοί, παραμένοντας σχεδόν πάντα κάτω από αυτό το σημείο. Αν για μια στιγμή καταφέρουν να αλληλεπιδράσουν, κάποιο σχόλιο ή πράξη των άλλων θα πυροδοτήσει τις ανασφάλειές τους και θα κατακρημνιστούν πάλι. Αλλά συνήθως με την πάροδο του χρόνου τείνουν να βυθίζονται όλο και περισσότερο στον εαυτό τους. Οι άλλοι άνθρωποι είναι όργανα. Η πραγματικότητα είναι απλώς μια αντανάκλαση των αναγκών τους. Η συνεχής προσοχή είναι ο μόνος τρόπος επιβίωσης.

Πάνω από το μέσον της κλίμακας βρίσκονται αυτοί που θα ονομάσουμε λειτουργικούς ναρκισσιστές και είναι το σημείο όπου κατοικούμε οι περισσότεροι από εμάς. Κι εμείς είμαστε εγωκεντρικοί, αλλά αυτό που μας εμποδίζει να βουλιάξουμε στα βάθη του εαυτού μας είναι μια συνεκτική αίσθηση του εαυτού στον οποίο μπορούμε να βασιστούμε και να τον αγαπήσουμε. (Είναι ειρωνικό ότι η λέξη ναρκισσισμός έχει καταλήξει να σημαίνει την αυτοαγάπη, όταν στην πραγματικότητα οι χειρότεροι ναρκισσιστές δεν έχουν συνεκτικό εαυτό για να αγαπήσουν, πράγμα που είναι η πηγή του προβλήματός τους.) Αυτό δημιουργεί μια εσωτερική ανθεκτικότητα. Μπορεί να έχουμε κάποιες στιγμές βαθύτερου ναρκισσισμού, όταν πέφτουμε κάτω από το σημείο του μέσου όρου, ειδικά όταν έχουμε κατάθλιψη ή αντιμετωπίζουμε προβλήματα στη ζωή μας, αλλά κάποια στιγμή αναπόφευκτα θα ανεβούμε πάλι. Οι λειτουργικοί ναρκισσιστές, χωρίς να αισθάνονται συνεχώς ανασφαλείς ή πληγωμένοι, δίχως να χρειάζεται να ψάχνουν μονίμως για προσοχή, μπορούν να στρέψουν την προσοχή τους προς τα έξω, στη δουλειά τους και στη δημιουργία σχέσεων με τον κόσμο.

Το έργο μας ως μελετητών της ανθρώπινης φύσης είναι τριπλό:

Πρώτον, πρέπει να κατανοήσουμε πλήρως το φαινόμενο του βαθιά ναρκισσιστή. Αν και μειοψηφία, κάποια τέτοια άτομα μπορούν να προκαλέσουν ανυπολόγιστη ζημιά στον κόσμο. Πρέπει να είμαστε σε θέση να διακρίνουμε τους τοξικούς τύπους που προκαλούν δράμα και προσπαθούν να μας μετατρέψουν σε αντικείμενα χρήσιμα για τους σκοπούς τους. Μπορεί να μας έλκουν με την ασυνήθιστη ενεργητικότητά τους, αλλά αν καταφέρουν να μας μπλέξουν στα δίχτυα τους θα είναι σκέτος εφιάλτης να απελευθερωθούμε. Είναι άσοι στο να αντιστρέφουν τους όρους και να κάνουν τους άλλους να αισθάνονται ένοχοι. Οι ναρκισσιστικοί ηγέτες είναι οι πιο επικίνδυνοι απ’ όλους και πρέπει να αντιστεκόμαστε στην έλξη τους και να βλέπουμε κάτω από τη βιτρίνα της φαινομενικής δημιουργικότητάς τους. Το να μάθουμε πώς να αντιμετωπίζουμε τους βαθιά ναρκισσιστές είναι μια τέχνη σημαντική για όλους μας.

Δεύτερον, πρέπει να είμαστε ειλικρινείς για τη φύση μας και να μην την αρνούμαστε. Όλοι είμαστε ναρκισσιστές. Σε μια συζήτηση όλοι λαχταρούμε να μιλήσουμε, να διηγηθούμε την ιστορία μας, να πούμε τη γνώμη μας. Μας αρέσουν οι άνθρωποι που μοιράζονται τις ιδέες μας, γιατί είναι ένας καθρέφτης του καλού μας γούστου. Αν τυχαίνει να είμαστε δυναμικοί, βλέπουμε τη δυναμικότητα ως θετικό χαρακτηριστικό επειδή είναι δική μας, ενώ άλλοι, πιο συνεσταλμένοι, θα τη βρουν ενοχλητική, καθώς προτιμούν τα πιο εσωστρεφή χαρακτηριστικά. Είμαστε όλοι επιρρεπείς στην κολακεία λόγω της αγάπης προς τον εαυτό μας. Οι ηθικολόγοι που προσπαθούν να διαχωρίζουν τη θέση τους και να καταγγέλλουν τους ναρκισσιστές στον κόσμο σήμερα είναι συχνά οι μεγαλύτεροι ναρκισσιστές απ’ όλους – ερωτευμένοι με τον ήχο της φωνής τους ενώ κάνουν κήρυγμα κουνώντας το δάχτυλο. Είμαστε όλοι στο φάσμα του εγωκεντρισμού. Η δημιουργία ενός εαυτού που μπορούμε να αγαπάμε είναι δείγμα υγιούς ανάπτυξης και δεν πρέπει να στιγματίζεται. Χωρίς αυτοεκτίμηση που χτίζεται από μέσα, θα περιπέσουμε σε βαθύ ναρκισσισμό. Αλλά για να προχωρήσουμε πέρα από τον λειτουργικό ναρκισσισμό, όπως πρέπει να είναι ο στόχος μας, οφείλουμε πρώτα να είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας. Το να προσπαθούμε να αρνηθούμε την εγωκεντρική φύση μας, να προσποιούμαστε ότι είμαστε πιο αλτρουιστές από τους άλλους, δεν μας επιτρέπει να αλλάξουμε.

Τρίτον και πιο σημαντικό: πρέπει να αρχίσουμε να μετατρεπόμαστε σε υγιείς ναρκισσιστές. Οι υγιείς ναρκισσιστές έχουν μια ισχυρότερη, πιο στιβαρή αίσθηση του εαυτού. Τείνουν να παραμένουν πιο κοντά στην κορυφή της κλίμακας. Συνέρχονται πιο γρήγορα από πλήγματα ή προσβολές. Δεν χρειάζονται τόσο μεγάλη επιβεβαίωση από τους άλλους. Σε κάποιο σημείο της ζωής συνειδητοποιούν ότι έχουν όρια και ελαττώματα. Μπορούν να γελούν με αυτά τα μειονεκτήματα και να μην παίρνουν τις εκφράσεις αγένειας πολύ προσωπικά. Από πολλές απόψεις, με το να αποδέχονται την όλη εικόνα του εαυτού τους, η αγάπη για τον εαυτό τους γίνεται πιο πραγματική και ολοκληρωμένη. Από αυτή την ισχυρότερη εσωτερική θέση, μπορούν να στρέφουν την προσοχή τους προς τα έξω πιο συχνά και πιο εύκολα. Αυτή η προσοχή στρέφεται άλλοτε προς τη μια, άλλοτε προς την άλλη και μερικές φορές και προς τις δύο κατευθύνσεις. Πρώτον, είναι σε θέση να στρέφουν την προσοχή τους και την αγάπη τους στο έργο τους, γίνονται σπουδαίοι καλλιτέχνες, δημιουργοί και εφευρέτες. Επειδή η εξωτερική τους εστίαση στο έργο τους είναι πιο έντονη, τείνουν να επιτυγχάνουν στις προσπάθειές τους, γεγονός που τους δίνει την απαραίτητη προσοχή και επιβεβαίωση. Μπορεί να έχουν στιγμές αμφιβολίας και ανασφάλειας, και οι καλλιτέχνες συχνά είναι άκρως εύθραυστοι, αλλά η δουλειά γι’ αυτούς λειτουργεί εκτονωτικά και τους απελευθερώνει από τον υπερβολικό εγωκεντρισμό.

Η άλλη κατεύθυνση που ακολουθούν οι υγιείς ναρκισσιστές είναι προς τους άλλους ανθρώπους, αναπτύσσοντας ενσυναισθητικές δυνάμεις. Φανταστείτε την ενσυναίσθηση ως το βασίλειο που βρίσκεται στην κορυφή της κλίμακας και πέρα από αυτό – είναι η πλήρης απορρόφηση από τους άλλους. Από τη φύση μας, εμείς οι άνθρωποι έχουμε τεράστιες ικανότητες να κατανοήσουμε τους άλλους ανθρώπους από μέσα προς τα έξω. Στα πρώτα μας χρόνια, αισθανόμασταν απόλυτα συνδεδεμένοι με τη μητέρα μας, μπορούσαμε να νιώσουμε κάθε αλλαγή στη διάθεσή της και να την ερμηνεύσουμε με έναν προλεκτικό τρόπο. Σε αντίθεση με κάθε άλλο ζώο ή πρωτεύον θηλαστικό, είχαμε επίσης τη δυνατότητα να το επεκτείνουμε πέρα από τη μητέρα, σε άλλους φροντιστές και ανθρώπους του περιβάλλοντός μας.

Αυτή είναι η φυσική μορφή ενσυναίσθησης που αισθανόμαστε ακόμα και σήμερα με τους στενότερους φίλους μας, τον/τη σύζυγο ή τους συνεργάτες μας. Έχουμε επίσης μια φυσική ικανότητα να βλέπουμε τα πράγματα από την οπτική γωνία των άλλων, να καταλαβαίνουμε τι έχουν στο μυαλό τους. Αυτές οι δυνάμεις παραμένουν σε μεγάλο βαθμό αδρανείς λόγω της αυτο-απορρόφησής μας. Αλλά από τα είκοσι και μετά, που αισθανόμαστε πιο σίγουροι για τον εαυτό μας, μπορούμε να αρχίσουμε να εστιάζουμε προς τα έξω, στους ανθρώπους, και να ανακαλύπτουμε ξανά αυτές τις δυνάμεις. Εκείνοι που ασκούν αυτή την ενσυναίσθηση συχνά γίνονται άριστοι κοινωνικοί παρατηρητές και διαπρέπουν στις τέχνες ή στις επιστήμες, γίνονται θεραπευτές και ηγέτες του ανώτατου επιπέδου.

Η ανάγκη να αναπτυχθεί αυτή η ενσυναίσθηση είναι μεγαλύτερη από ποτέ. Διάφορες μελέτες έχουν δείξει μια σταδιακή αύξηση των επιπέδων αυτοαπορρόφησης και ναρκισσισμού στους νέους από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, με πολύ υψηλότερη αύξηση από το 2000 κι έπειτα. Ως έναν βαθμό, αυτά τα φαινόμενα μπορούν να αποδοθούν στην τεχνολογία και στο διαδίκτυο. Οι άνθρωποι απλά αφιερώνουν λιγότερο χρόνο σε κοινωνικές αλληλεπιδράσεις και περισσότερο χρόνο στο διαδίκτυο, γεγονός που καθιστά όλο και πιο δύσκολο το να αναπτύξει κανείς ενσυναίσθηση και να οξύνει τις κοινωνικές δεξιότητες. Όπως κάθε δεξιότητα, η ενσυναίσθηση έρχεται μέσω της ποιότητας της προσοχής. Αν η προσοχή σας διακόπτεται συνεχώς από την ανάγκη να ρίξετε μια ματιά στο smartphone σας, ποτέ δεν θα καταφέρετε να αντιληφθείτε επαρκώς τα συναισθήματα ή την οπτική γωνία των άλλων ανθρώπων. Επιστρέφετε συνεχώς στον εαυτό σας και μένετε στην επιφάνεια των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων, χωρίς να συμμετέχετε ποτέ πραγματικά. Ακόμα και ανάμεσα σε πολλούς, παραμένετε ουσιαστικά μόνοι. Οι άνθρωποι καταλήγουν να επιτελούν μια λειτουργία: είναι εκεί όχι για να συνδεθείτε μαζί τους, αλλά για να καθησυχάζουν τις ανασφάλειές σας.

Ο εγκέφαλός μας δημιουργήθηκε για συνεχή κοινωνική αλληλεπίδραση· η πολυπλοκότητα αυτής της αλληλεπίδρασης είναι ένας από τους κύριους παράγοντες που αύξησαν δραματικά τη νοημοσύνη του είδους μας. Από κάποιο σημείο και μετά, η μείωση της επαφής μας με άλλους έχει καθαρά αρνητική επίδραση στον ίδιο τον εγκέφαλο και ατροφεί τον κοινωνικό μας μυ. Και σαν να μην έφτανε αυτό, η κουλτούρα μας τείνει να τονίζει την υπέρτατη αξία του ατόμου και των ατομικών δικαιωμάτων, ενθαρρύνοντας ακόμα περισσότερο τον εγωκεντρισμό μας. Βρίσκουμε όλο και περισσότερους ανθρώπους που δεν μπορούν να διανοηθούν καν ότι οι άλλοι έχουν διαφορετική άποψη, ότι δεν μοιάζουμε όλοι σε αυτό που θέλουμε ή σκεφτόμαστε.

Πρέπει να προσπαθήσετε να αντισταθείτε σε αυτές τις εξελίξεις και να αναπτύξετε ενσυναισθητική ενέργεια. Κάθε πλευρά του φάσματος έχει την ιδιαίτερη δυναμική του. Ο βαθύς ναρκισσισμός τείνει να σας βουλιάξει βαθύτερα, καθώς η σύνδεσή σας με την πραγματικότητα μειώνεται και δεν μπορείτε να αναπτύξετε ουσιαστικά την εργασία σας ή τις σχέσεις σας. Η ενσυναίσθηση κάνει το αντίθετο. Καθώς αυξάνετε όλο και περισσότερο την προσοχή σας προς τα έξω, δέχεστε συνεχή θετική ανατροφοδότηση. Οι άνθρωποι θέλουν να είναι κοντά σας. Αναπτύσσετε τον ενσυναισθητικό σας μυ. Η δουλειά σας βελτιώνεται. Κερδίζετε χωρίς προσπάθεια την προσοχή που κάνει όλους τους ανθρώπους να ανθίζουν. Η ενσυναίσθηση δημιουργεί τη δική της ανοδική, θετική ορμή.

*Το απόσπασμα είναι από το νέο βιβλίο του Robert Greene «Οι νόμοι της ανθρώπινης φύσης», εκδόσεις Διόπτρα

Photo cover:pixabay.com/Gerd Altmann

Διαβάστε επίσης: