Η δισεκατοντήριδα είναι λοιπόν πάντού μπροστά μας.
O αγώνας για την ανεξαρτησία της Ελλάδας που ξεκίνησε το 1821 αφορούσε την αποτίναξη του τότε οθωμανικού ζυγού. Το αίτημα ήταν να αποσχιστεί η Ελλάδα από την υψηλή πύλη. Να τελειώσει η σκλαβιά και μετά να ιδρυθεί ένα ανεξάρτητο κράτος.
Όλες οι άλλες “προβολές” που σήμερα επιχειρούνται για τον χρωματισμό και την οικειοποίηση του γεγονότος είναι αναχρονισμοί και ιστορική χειραγώγηση. Ούτε “φιλελεύθερη” (με την σημερινή αγοραία πολιτική έννοια), ούτε “ταξική” (με την μαρξιστική έννοια), ούτε αντικληρικαλιστική ή αθεϊστική (λόγω αφορισμού της από το πατριαρχείο) ούτε βέβαια και … ΛΟΑΤΚΙ+ (επειδή υπήρξαν κάποιοι φιλομόφυλοι έρωτες στα βουνά με τις λεγόμενες “χαντζαρούλες”, τους gay μαχητές της εποχής) ήταν η Επανάσταση του 1821.
Προτιμώ να εμπιστεύομαι τις πηγές και συγκεκριμένα τους ανθρώπους που έζησαν τα γεγονότα. Χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι τελειώνει η ιστορική έρευνα εκεί, αλλά ούτε και ότι οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές ήταν αντικειμενικοί, αντιθέτως μάλιστα. Εμπιστεύομαι τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, ο οποίος στην πρώτη σελίδα της ιστορίας της επανάστασης ξεκαθαρίζει ότι εκείνη την εποχή η διαφορά του Έλληνα από τον Τούρκο καθοριζόταν από ένα κύριο χαρακτηριστικό: το θρήσκευμα. Αυτή είναι η αλήθεια. Ούτε η γλώσσα (βλ. την “Βαβυλωνία” του Βυζάντιου όπου δεν μπορούσαν καν να συνεννοηθούν μεταξύ τους), ούτε η ιστορική εθνική συνείδηση (εν πολλοίς εμπνευσθείσα εκ των υστέρων ως εισαγόμενο φιλολογικό προϊόν της ρομαντικής Ευρώπης), ούτε η οικογενειακή καταγωγή, ούτε άλλες κοινωνικές ομαδοποιήσεις ήταν τόσο καθοριστικές όσο το στοιχείο του θρησκεύματος. Ήταν η επανάσταση του χριστιανικού πληθυσμού της οθωμανικής αυτοκρατορίας, μας λέει ο Σ.Τρικούπης και θεωρώ ότι είναι αρκετά πειστικός. Δεν είναι τυχαίο ότι η ανεξιθρησκία είναι το πρώτο ατομικό δικαίωμα των συνταγμάτων του Αγώνα.
Έμπνευση από τις φιλελεύθερες επαναστάσεις της Γαλλίας και των ΗΠΑ σαφώς και υπήρχε, όπως και εντονότατη ιδεολογική επιρροή, για όσους βέβαια μπορούσαν να παρακολουθήσουν αυτές τις εξελίξεις σε μια εποχή και σε μια γωνιά της γης που με το ζόρι υπήρχαν εφημερίδες και τυπογραφεία. Αυτό δεν καθιστά “φιλελεύθερη” την Επανάσταση του 1821 με τους σημερινούς όρους. Σκοπός τους ήταν να διώξουν τους οθωμανούς και να απελευθερωθούν από την εξουσία της υψηλής πύλης, όχι να εγκαθιδρύσουν μια ενιαία ελεύθερη αγορά που θα λειτουργεί με κανόνες προσφοράς και ζήτησης χωρίς κρατικό παρεμβατισμό. Σιγά μην ήθελαν να απαγορεύσουν και τις κρατικές ενισχύσεις. Το οικονομικό σύστημα θα εξακολουθούσε πριν και μετά να είναι η φεουδαρχία και η τοπική ηγεμονία “τζακιών”, ανεξάρτητα από το εθνικό νόμισμα και τον ιδιοκτήτη του φορολογικού προγράμματος. Το επαναστατικό εγχείρημα δεν αναγνώριζε κάποιο πρωτείο του ατόμου, παρόλο που επαγγελλόταν την κατάργηση της δουλείας. Η πειρατεία στις θάλασσες και η κλεφτουριά δεν ήταν περίπτωση “αναρχοκαπιταλισμού”. Ούτε η ατομική μύηση στην Φιλική Εταιρεία και οι περιπέτειες της ιδιωτικής ζωής καπεταναίων και φιλελλήνων, κάποτε ιδιαίτερα πλουμιστές και πιπεράτες, συνηγορούν υπέρ μιας λίμπεραλ σφραγίδας όπως την οραματίζονται εκ των υστέρων διάφοροι θεωρητικοί. Οι αθεϊστικές φωνές του νεοελληνικού διαφωτισμού όπως του Κοραή και άλλων ήταν μεμονωμένες περιπτώσεις κι όχι κανόνας. Ο κανόνας ήταν ο σταυρός στην σημαία. Το λάβαρο της Αγιας Λαύρας. Οι ρήσεις του Κολοκοτρώνη για την υπογραφή του θεού. Το κρυφό σχολείο και η σχετική προφορική εποποιϊα κα παράδοση. Χρονολογικά ή γεγονοτικά ακριβή αυτά τα περιστατικά ή μη, αυτά ήταν η γνήσια ιδεολογική σφραγίδα της επανάστασης: ούτε ο τεκτονισμός των “φιλικών”, ούτε η αποκάλυψη του τρόπου της αφής του φωτός στα Ιεροσόλυμα. Κανένα ατομικιστικό στοιχείο. Η επανάσταση του 1821, όπως και κάθε επανάσταση ήταν καθαρός κοινοτισμός: ή ήσουν γεννημένος μαζί μας ή ήσουν ο εχθρός.
Αλλά ούτε και ταξικό ήταν το αντικείμενο του αγώνα, όπως κατέδειξε η διατήρηση της ίδιας κι απαράλλακτης κοινωνικής διαστρωμάτωσης της ελληνικής κοινωνίας πριν και μετά. Μπορεί να μην υπήρξε ποτέ αριστοκρατία και τίτλοι ευγενείας (που όπου υπάρχει στην Ευρώπη έχει βαθύτατες ρίζες στον μεσαίωνα και ποτέ δεν δημιουργήθηκε από παρθενογένεση), αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τελείωσε η άγρια οικογενειοκρατία που διαφεντεύει τον τόπο μέχρι και τις μέρες μας. Η μαρξιστική ανάγνωση της Επανάστασης είναι κι αυτή ένα εκ των υστέρων, αναχρονιστικό κατασκεύασμα που απλώς επιχειρεί πρωθύστερα να προσδώσει ηθικά χαρακτηριστικά στην σχετική αριστερή ανάλυση. Η αναζήτηση αναλογιών με την περίπτωση των ιταλών καρμπονάρων (που εκείνη την εποχή πάντως επιχειρήθηκε ως συκοφάντηση του εγχειρήματος) και προς τα χαρακτηριστικά ενός αρχαϊκού αναρχικού κινήματος δεν έχει φτάσει μέχρι στιγμής να πείσει κατ΄ ελάχιστον ότι η εξέγερση ήταν ταξική. Τι ταξική να είναι σε μια ιστορική περίοδο που δεν υφίστανται τάξεις, όπως ορίζονται από την μεταγενέστερη σχετική ανάλυση. Άλλο είναι το γεγονός ότι υπήρχαν και οικονομικά αιτήματα κι ότι ο ζυγός αφορούσε και τα “μέσα παραγωγής”. Money makes the world go round, ουδείς το αρνείται αυτό. Η οθωμανική καταδυνάστευση ήταν σαφέστατα και οικονομική. Αυτή η πτυχή ιστορικού υλισμού όμως από μόνη της δεν καθιστά προλετάριους ή μπολσεβίκους τους κλέφτες και τους αρματωλούς, ούτε κόκκινο Οκτώβρη τον Μάρτιο του ’21. Νομίζω ούτε οι ίδιοι που τα λένε δεν τα πιστεύουν καλά καλά.
Όλα αυτά βέβαια δεν σημαίνουν ότι το ’21 έχει χάσει την ακτινοβολία του και ότι δεν εμπνέει η έννοια της ανεξαρτησίας και, μάλλον περισσότερο, της αυτονομίας. Το πιο εμπνευστικό νομίζω είναι η αίσθηση ότι πέρα από τις ηγεσίες και τις μυήσεις, ο αγώνας ξεκίνησε από τα κάτω, σαν ένα grassroots κίνημα (για να αναχρονίσω κι εγώ λίγο) με αρχικές αποκηρύξεις και αποποιήσεις από τις τοπικές ηγεσίες. Πέρα από το φολκλόρ, δεν είναι “λάθος” ή αναχρονισμός το μοντάζ και η αντικατάσταση του λάβαρου της Επανάστασης με την σημαια του ουρανίου τόξου, αν αναλογιστούμε ότι εξακολουθούμε σε αυτή την χώρα να μην είμαστε όλοι ίσοι. Μιλάμε για το κράτος που ακόμη και σήμερα η ανεξιθρησκία υποτίθεται ότι συνυπάρχει αρμονικά με επικρατούσα θρησκεία! Πώς να μην αναζητήσουμε λοιπόν την διαθεματικότητα των αγώνων; Πώς να θεωρήσουμε ότι ο ελληνικός αγώνας για την ελευθερία έχει ολοκληρωθεί τον 19ο ή τον 20 αιώνα; Το πεδίο δηλαδή για την μεταφορική χρήση των συμβόλων του 1821 είναι ορθάνοικτο και για την εποχή μας. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Ελληνική Δημοκρατία μπορεί να γίνει ένα ακόμη πιο ελεύθερο κι ακόμη πιο ανεξάρτητο και αυτόνομο κράτος, πάντοτε μέσα στο γενικότερο πλαίσιο της κοινωνίας των εθνών που έχει διαχρονικά επιλέξει να συμπορεύεται και να επιδιώκει τα συμφέροντά της.
Διαβάστε επίσης:
Υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η δισεκατοντήριδα και ο εορτασμός της θα φορτιστεί πολιτικά, με γνώμονα τις σημερινές γεωπολιτικές συνθήκες; Θα περίμενε κανείς το διάδοχο κράτος της οθωμανικής αυτοκρατορίας να συμμετέχει στους επετειακούς εορτασμούς σαν ενας απλός νατοϊκός σύμμαχος ή σαν ένα κράτος μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης; Εδώ βλέπουμε ακόμη και τους συμμάχους στην ναυμαχία του Ναυαρίνου να μας κτυπούν συγκαταβατικά την πλάτη, χωρίς πολλές – πολλές διπλωματικές χαρούλες. Όλη η πανηγυριώτικη προετοιμασία δείχνει ανησυχητικό έλλειμμα βάθους στην αξιοποίηση της μεγάλης ιστορικής επετείου. Ακόμη και τα προϊόντα marketing στα οποία έχει περιοριστεί η αρμόδια επιτροπή χαρακτηρίζονται από έντονα εποχικά και καταναλωτικά στοιχεία, με το, πιο σοβαρό, “νομισματικό πρόγραμμα” να μην φαίνεται να έχει συγκινήσει ιδιαίτερα το συλλεκτικό κοινό. Και με τον πολιτισμικό πλούτο που βρίσκεται στα μουσεία της χώρας να μην έχει γνωρίσει καν την στοιχειώδη διεθνή διαδικτυακή προβολή. Μερικές φορές σκέφτομαι ότι μια ομιλία του Μακρόν ή του Ομπάμα σχετικά με το 1821 μπορεί να έχει περισσότερη ουσία απ’ όλα αυτά.
Είναι δυσάρεστο, αλλά για μια ακόμη φορά θα διχαστούμε. Αυτό βέβαια ίσως πιστοποιεί και την γνησιότητα της καταγωγής μας από τους προγόνους μας του ’21, σίγουρα περισσότερο κι από γενετικές εξετάσεις. Από αυτή την άποψη, σχεδόν οφείλουμε λεβέντικα και ελληνοπρεπέστατα να διχαστούμε και πάλι. Ή έστω απλά να συμφωνήσουμε ότι διαφωνούμε. Όλοι οι ιστορικοί νομίζω ότι θα κατέληγαν αβίαστα σε αυτό το συμπέρασμα: 200 χρόνια διαφωνούμε, τρωγόμαστε, διχαζόμαστε και αλληλοσπαρασσόμαστε, με αδιαμφισβήτητα τεράστια επιτυχία.
Βασίλης Σωτηρόπουλος