Καλεσμένη του Αντώνη Σρόϊτερ ήταν η Ερρικα Πρεζεράκου, η οποία συγκλόνισε με την περιγραφή της για το ατύχημα που είχε τον περασμένο Αύγουστο στην Κύθνο με αποτέλεσμα να ακρωτηριαστεί ένα δάχτυλό της.

«Μάζεψα πολλή αγάπη. Αισθάνθηκα κάτι το οποίο δεν θα το είχα νιώσει ποτέ. Με το που έγινε το χειρουργείο, και για δύο ημέρες, ένιωθα πιο όμορφη και πιο γαλήνια από ποτέ. Και ένιωθα ότι αυτό δεν ήταν δικό μου. Ένιωθα ότι ήμουν στις προσευχές των ανθρώπων. Ένιωθα ότι είχαν πει όλοι «Αχ το κορίτσι, μακάρι να γίνει καλά», και όλο αυτό είχε αντηχήσει μέσα μου, σε τέτοιο βαθμό, σε σημείο να έχω 19 αιματοκρίτη, και ήταν σαν να μην είχα πάθει τίποτα. Kι αυτό καταλάβαινα ότι δεν ήταν δικό μου. Ένιωθα ότι κάτι είχε έρθει και με είχα βάλει στην αγκαλιά του. Αισθάνθηκα βαθιά ευγνωμοσύνη, πήρα πολλά μηνύματα αγάπης και φροντίδας, πραγματικά αυτές οι δύο ημέρες ήταν ευλογία, τις έχω χαραγμένες μέσα μου. Πολλοί άνθρωποι μοιράστηκαν μαζί μου ότι έχουν το ίδιο θέμα, άνθρωποι μου έστελναν από παντού μηνύματα για να μου πουν ότι προσεύχονταν για μένα. Αισθάνθηκα το πόσο αγάπη υπάρχει. Όταν μπαίνεις και συντονίζεσαι με κάτι που είναι καλό, θα σου επιστραφεί με κάποιο τρόπο, με τρόπους που μπορεί να μην ξέρεις.

Όταν έγινε το ατύχημα, δεν ειδοποίησα κανέναν. Δεν ήθελα να τρομάξω κανέναν. (…) Στενοχωρήθηκα γιατί παντού είχαν γράψει ότι έχω ακρωτηριαστεί. Κατευθείαν θέλησα να πω ότι «Είμαι οκ» σε ένα βίντεο.

«Δεν έπεσα στη θάλασσα. Βρισκόμουν μέσα στο σκάφος, ήμασταν 4 άνθρωποι, ήταν ο οδηγός, δίπλα εγώ, καθόμασταν σε αντίστοιχα καθίσματα, όπως είμαστε τώρα και πίσω ήταν άλλοι δύο άνθρωποι. Ήμασταν μέσα στο λιμάνι της Αγίας Ελένης, κι έτσι όπως είμαστε, το σκάφος πήγαινε πολύ γρήγορα, και συζητούσαν πόσο γρήγορα και πόσο καλά πάει το σκάφος, και ο οδηγός λέει «Και που να δείτε αυτό». Και κάνει μια κίνηση και γυρίζει το σκάφος 360 μοίρες. Φαντάσου ότι αν ήμουν σε ένα αυτοκίνητο και κάποιος έκανε αυτή την κίνηση, εγώ θα έπεφτα στην πόρτα του αυτοκινήτου. Μόνο που το σκάφος δεν είχε πόρτα. Οπότε ξαφνικά βρίσκομαι εκσφενδονισμένη μέσα στη θάλασσα. Αυτός με την κίνηση που έκανε δεν καταλαβαίνει ότι κάποιος έχει πέσει μέσα στη θάλασσα, οι πίσω το είδαν. Εγώ πετάγομαι μέσα στο νερό, και το σκάφος συνεχίζει και γυρίζει. Εγώ θυμάμαι ότι όταν βούτηξα μέσα, κουτρουβαλάω, και την ώρα που πάω να βγω, βγαίνω κάτω από τις προπέλες. Αν δεν είχα το χέρι μου πιο ψηλά, δεν θα μιλούσαμε τώρα. Αν μου είχε πάρει τα μαλλιά μου, θα είχα γίνει κι εγώ δεν ξέρω τι. Είμαι μέσα στο νερό, ξέρω ότι με έχει χτυπήσει η προπέλα, αλλά δεν ξέρω που με έχει χτυπήσει. (…) Δεν ξέρω με ποια Έρρικα συντονίστηκα εκείνη την ώρα, γιατί ξεκίνησα να κολυμπάω με το άλλο χέρι…».

Σχετικά άρθρα