Καταγγελία – σοκ έκανε ένας ηθοποιός για την σεξουαλική κακοποίηση που υπέστη το 2005, όταν ο ίδιος ήταν σε ηλικία 19 ετών, από γνωστό και κοινωνικά διακεκριμένο σκηνοθέτη.
Ο Νίκος Σ. μίλησε στο 2020mag.gr για την εμπειρία που είχε στα 19 του, το 2005, όταν και ήθελε να ασχοληθεί με τον κόσμο του θεάτρου. Στην καταγγελία που κάνει ο ίδιος διευκρινίζει ότι ούτε τα στοιχεία του, αλλά ούτε και αυτά του θύτη του επιθυμεί να δημοσιοποιηθούν, καθώς θα το κάνει ο ίδιος στην Δικαιοσύνη στην οποία θα καταφύγει άμεσα, όπως αναφέρει.
«Ήμουν 19 ετών, ήρθα στην Αθήνα από την επαρχία, δεν είχα καμία σχέση με το χώρο του θεάτρου και καμία εμπειρία, αλλά αγαπούσα το θέατρο και ήθελα να δώσω εξετάσεις σε σχολή υποκριτικής και γι’ αυτό έψαχνα να βρω έναν κατάλληλο μονόλογο, ένα ποίημα κι ένα τραγούδι που ζητούν οι σχολές για τις εξετάσεις. Η θεία μου (τότε ζούσα στην Αθήνα μαζί της) γνώρισε τυχαία, στο καφέ που δούλευε, ένα θεατρικό σκηνοθέτη και ηθοποιό, εκείνος γύρω στα 40 τότε και ήδη πολύ προβεβλημένο και καταξιωμένο στο χώρο του, με βαρύ οικογενειακό όνομα, που ανάμεσα στ’ άλλα δίδασκε και υποκριτική στο Εθνικό Θέατρο. Και του είπε “έχω τον ανιψιό μου που αυτή τη στιγμή είναι στη διαδικασία να δώσει εξετάσεις σε δραματική σχολή και ψάχνει ένα μονόλογο κι ένα ποίημα». «Ωραία», απάντησε ο σκηνοθέτης, «εγώ είμαι διατεθειμένος να τον βοηθήσω». Κι έτσι έδωσε η θεία μου το τηλέφωνό μας για να επικοινωνήσει ο σκηνοθέτης μαζί μου, αν ήθελε, και να με βοηθήσει στην επιλογή του μονολόγου» διηγήθηκε στη δημοσιογράφο.
«Δυο-τρεις μέρες μετά, με πήρε και μου είπε “μου έδωσε η θεία σου το τηλέφωνο, μου είπε ότι σ’ ενδιαφέρει το θέατρο κι ότι ψάχνεις ένα μονόλογο. Πού μένεις;». Έδωσα τη διεύθυνσή μας και μου είπε επί λέξει “σε πέντε λεπτά θα είμαι από κάτω. Φόρα ένα βρακί και κατέβα”. Ντύθηκα, κατέβηκα, με κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω και μου είπε “θα επικοινωνήσω μαζί σου άμεσα για να σου δώσω ένα μονόλογο και θα σε βοηθήσω”. Κι έφυγε. Την επόμενη ημέρα, μου τηλεφωνεί και μου λέει “να έρθεις από το σπίτι το μεσημέρι για να μιλήσουμε”. Όντως πήγα στο σπίτι του, έκατσα πέντε λεπτά, μου έδωσε τον “Γυάλινο Κόσμο” του Τενεσί Ουίλιαμς και μου είπε να διαβάσω όλο το έργο και ν’ αποστηθίσω τον τελευταίο μονόλογο του “Τομ”. Πράγματι επέστρεψα στο σπίτι μου, διάβασα το έργο κι ενθουσιασμένος έμαθα απ’ έξω το μονόλογο γρήγορα, γιατί ήταν κι ο πρώτος μονόλογος που μάθαινα».
«Κι ένα βράδυ, γύρω στις 11, που ήμουν στο σπίτι με τη θεία μου και με τη μητέρα μου, που είχε έρθει από την επαρχία στην Αθήνα να μας επισκεφτεί, και τους απήγγειλα το μονόλογο, χαρούμενος, χτυπάει το τηλέφωνο. Ήταν ο πασίγνωστος σκηνοθέτης και μου λέει “σε 15-20 λεπτά να είσαι στο σπίτι μου για πρόβα”. Χάρηκε και η μάνα μου, χάρηκε και η θεία μου, έφυγα τρέχοντας και γεμάτος χαρά και προσδοκία, πήγα στο σπίτι του και χτύπησα το κουδούνι, περιμένοντας να μου ανοίξει ο ίδιος. Μου άνοιξε, όμως, ένα νέο παιδί σε ηλικία, λίγο μεγαλύτερος από εμένα. Ξαφνιάστηκα και μ’ έπιασε μεγαλύτερο άγχος απ’ ό,τι ήδη είχα, γνωρίζοντας ότι δεν θα έλεγα το μονόλογο μόνο μπροστά σ’ ένα σπουδαίο σκηνοθέτη. Τώρα θα είχα και κοινό… “Που είναι ο τάδε;” ρωτάω με συστολή. Μου λέει “είναι στο μπάνιο, θα έρθει. Πέρασε”. Μπήκα, καθίσαμε στον καναπέ, μιλήσαμε κανά 5λεπτο και περιμέναμε το σκηνοθέτη. Και ξαφνικά εμφανίζεται μπροστά μας ημίγυμνος, φορώντας μόνο μία πετσέτα. Ξαφνιάστηκα. Εκείνος κάθισε στον απέναντι καναπέ και με ρώτησε αν έχω μάθει το μονόλογο. “Φυσικά, τον έχω μάθει απ’ έξω”, του είπα. Τότε με ρώτησε αν καταλάβαινα τι έκανε ο ήρωας του μονολόγου, ο “Τομ”, στα τσοντάδικα που σύχναζε. “Υποψιάζομαι τι έκανε”, απάντησα. Με ρώτησε αν έχω πάει κι εγώ ποτέ σε τσοντάδικα. Ταυτόχρονα ξεκίνησε να χαϊδεύει τα γεννητικά του όργανα πάνω από την πετσέτα και να μου κάνει κι έναν πρόλογο ότι ένας ηθοποιός καλείται να παίξει δύσκολους ρόλους, ότι δεν πρέπει να έχει ταμπού, ότι πρέπει να έχει ανοιχτό μυαλό για να προχωρήσει. Ότι αν είναι να παίξω το ρόλο του “Τομ”, πρέπει να μπω σε μια συγκεκριμένη διαδικασία. Με ρώτησε τι εμπειρίες έχω, αν έχω κάνει σεξ, αν έχω κάνει στοματικό έρωτα. Εγώ ήμουν τότε 19 ετών και μου ήταν πολύ δύσκολο να μιλήσω για τη σεξουαλική μου ζωή. Δεν είχα άλλωστε και αυτές τις εμπειρίες που μου ζητούσε να του πω. Ούτε μπορούσα να απαντήσω σε όλες αυτές τις ερωτήσεις, που έρχονταν η μία μετά την άλλη καταιγιστικές» διηγείται ο Νίκος.
«Είχε εμμονή με το στοματικό έρωτα και με ρωτούσε ξανά και ξανά αν είμαι αρκετά ανοιχτόμυαλος για να γίνω ηθοποιός, πόσο ανοιχτόμυαλος είμαι κι αν έχω ταμπού. Είχα αρχίσει κι αισθανόμουν φοβερά άσχημα. Και ξαφνικά εκείνος άρχισε να αυνανίζεται μπροστά μας. Εγώ, για να μην κοιτάω προς τα εκεί, κοίταγα -θυμάμαι- ένα γάτο που ήταν στο δωμάτιο, ξαπλωμένος σε μια καρέκλα. Κάποια στιγμή, ο σκηνοθέτης ζήτησε κι από το παιδί που καθόταν δίπλα μου να βγάλει το παντελόνι και το εσώρουχό του. Δεν κοίταξα καθόλου, ούτε τον ίδιο ούτε το παιδί. Κοίταζα αλλού, το γάτο και τα διάφορα αντικείμενα στο δωμάτιο, που μου έχει καρφωθεί από τότε στη μνήμη. Κι εκείνος, ο καταξιωμένος σκηνοθέτης και δάσκαλος, μου λέει “μπορούμε τώρα να δούμε το κ…ράκι σου;”. Εκεί αισθάνθηκα πανικό, ήθελα να το βάλω στα πόδια, αλλά δεν μπορούσα, ένιωθα παραλυμένος…».
«Γιατί δεν μπορούσατε να φύγετε;» τον ρωτά η δημοσιογράφος.
«Γιατί μέσα στο μυαλό μου έλεγα: “Πέρασα με τη μητέρα και τη θεία μου δύο μέρες να διαβάζουμε ένα μονόλογο. Η θεία μου μου σύστησε αυτό το άτομο. Κι αν φύγω τώρα, θα γυρίσω σπίτι άπραγος και θα πρέπει να τους διηγηθώ κι όλο αυτό το σκηνικό”. Εξάλλου η βαθιά μου επιθυμία ήταν ν’ ασχοληθώ με το θέατρο. Αισθανόμουν και δέος κι ανασφάλεια από την πρώτη μου συνάντηση μ’ ένα σκηνοθέτη τέτοιου κύρους. Γνώριζα επίσης πολύ καλά ότι αν έλεγα στη μητέρα μου όσα συνέβησαν, δεν θα το άφηνε έτσι. Θα εξοργιζόταν, θ’ αντιδρούσε βίαια. Θα είχαμε άσχημες εξελίξεις. Ήμουν σοκαρισμένος, πανικόβλητος κι έτσι όταν μου είπε “μπορούμε τώρα να δούμε το κ…ράκι σου;”, το έκανα σαν υπνωτισμένος. Έβγαλα το εσώρουχό μου. Ήλπιζα ότι εκεί θα ολοκληρώσει και ότι θα τελειώσει αυτή η δοκιμασία. Όχι. Μου ζήτησε αυταρχικά να κάνω στοματικό έρωτα στον νεαρό που καθόταν δίπλα μου. Το έκανα κι ένιωθα, κοιτάζοντας το παιδί, ότι κι αυτός δεν αισθανόταν άνετα, είχε μία εξίσου τεράστια αμηχανία με μένα. Το παιδί αυτό ήταν ευγενικό μαζί μου, ενώ ο άλλος, ο σκηνοθέτης, ήταν “αυτοκρατορικός”, σαδιστικά αυταρχικός. Μετά μου ζήτησε να κάνω στοματικό έρωτα και στον ίδιο. Δεν έβλεπα την ώρα να τελειώσει αυτή η δοκιμασία. Δεν με ένοιαζε πλέον ούτε ο μονόλογος ούτε τίποτα, ήθελα μόνο να φύγω από εκεί μέσα. Και σ’ όλη τη διάρκεια που γινόταν αυτό, έλεγα μέσα μου “φύγε Νίκο, τρέχα, εξαφανίσου”. Αλλά ταυτόχρονα ήξερα ότι αν το κάνω, θα πρέπει να δώσω εξηγήσεις στη μητέρα μου και στη θεία μου, να πω τι συνέβη. Μ’ είχε στείλει η θεία μου στο σπίτι αυτό, δεν μπορούσα να της το κάνω αυτό…».
Η συνέχεια όμως σοκάρει ακόμη περισσότερο, αφού όπως λέει: «κάποια στιγμή σηκώθηκε και πήγε στο υπνοδωμάτιο. [..] Ο σκηνοθέτης μού ζήτησε να κατεβάσω ξανά το παντελόνι μου, μ’ έσπρωξε με βία στο κρεβάτι, με ακινητοποίησε με τα χέρια του στην πλάτη μου και με μία μεταλλική ράβδο, σαν μπάρα από σπιτικό μονόζυγο, επιχείρησε να διεισδύσει στο σώμα μου. Το άλλο παιδί καθόταν στο κρεβάτι και κοιτούσε. Ένιωσα τρόμο και παρέλυσα παρά το δυνατό πόνο που ένιωθα. Τελικά εκείνος κατάφερε να παραβιάσει με το μεταλλικό αντικείμενο το σώμα μου. Εγώ του έλεγα “πονάω, σταμάτα” κι εκείνος μου έλεγε επιτακτικά “χαλάρωσε, ηρέμησε”. Μου ανέβηκαν δάκρυα στα μάτια, ήθελα να πεθάνω. Ένιωσα να λιποθυμάω».
Ο Νίκος Σ. δεν επιθυμεί να δημοσιοποιηθεί το όνομά του, ούτε το όνομα του θύτη του, διότι εκτιμάει ότι η απόδοση ατομικών ευθυνών είναι θέμα της Δικαιοσύνης. Ενδιαφέρεται για την κοινωνική διάσταση του προβλήματος της εκμετάλλευσης της θέσης εξουσίας στον ιδιαίτερα ευαίσθητο χώρο του θεάτρου, πού ο ίδιος ονειρεύτηκε να υπηρετήσει και δεν του επιτράπηκε.